Του Θανάση Παπαδή
Αν οι υποσχέσεις του πρωθυπουργού μπορούσαν να μετατραπούν σε ευρώ, τότε σίγουρα η Ελλάδα θα ήταν οικονομική υπερδύναμη. Υπόσχεται σε όλους τα πάντα. Αφού μετέτρεψε ένα επίδομα σε «13η σύνταξη», τώρα καλλιεργεί προσδοκίες και «δώρο Χριστουγέννων».
Στο πέρασμά του αφήνει «νάρκες» για την επόμενη κυβέρνηση. Αυξάνει τον λογαριασμό, καλλιεργεί τις προσδοκίες των πολιτών και αφήνει ένα τεράστιο έλλειμμα αξιοπιστίας και κυρίως προοπτικής της οικονομίας.
Μοίρασε «υπερπλεονάσματα» που δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα επιτευχθούν-το αντίθετο. Αγνόησε κάθε υπόδειξη ότι οι «παροχές» πρέπει να έχουν έντονα αναπτυξιακό πρόσημο και στέλνει και πάλι το μήνυμα στις αγορές ότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα πρέπει να προκύψει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που μας οδήγησε στην κρίση: την αύξηση της κατανάλωσης. Αγνοεί τα σήματα κινδύνου που εκπέμπουν ήδη διεθνείς οίκοι και εκπρόσωποι των θεσμών ενώ ξυπνά στις αγορές τον «εφιάλτη» του 2015 τότε που μέσα σε ένα εξάμηνο διαπραγματεύσεων προκάλεσε ανυπολόγιστη ζημιά για την χώρα που με τους μετριοπαθείς υπολογισμούς βουλευτή του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, ανήλθε σε 86 δισ. ευρώ.
Θέτει δε σε κίνδυνο την αξιοπιστία της χώρας καθώς στέλνει το μήνυμα ότι άρχισε να υλοποιεί ακριβώς τις ίδιες πολιτικές που μας οδήγησαν στο 3ο μνημόνιο: παροχές, τυφλές ρυθμίσεις οφειλών και πάσης φύσεως διευκολύνσεις σε επιμέρους ομάδες δυνητικών ψηφοφόρων. Όσο θα περνούν δε οι εβδομάδες, τόσο θα χειροτερεύει η κατάσταση: ήδη μοιράζονται υποσχέσεις για επιστροφή του ΕΚΑΣ, για καταβολή 14ης σύνταξης, για προσλήψεις στο δημόσιο και άλλα πολλά. Το χειρότερο;
Για μια ακόμη φορά «εκπαιδεύει» την κοινή γνώμη στο να αρκείται σε ένα επίδομα και να μην επιζητεί κάτι αποδοτικότερο για το κοινό καλό.
Ο πρωθυπουργός συνέχισε και χθες την παροχολογία. Ούτε λίγο, ούτε πολύ, μιλώντας για «δώρο Χριστουγέννων» στους συνταξιούχους φούσκωσε τη συνταξιοδοτική δαπάνη με επιπλέον 1 δισ. ευρώ, τη στιγμή που οι θεσμοί έχουν προειδοποιήσει ότι δεν υπάρχει καν ο δημοσιονομικός χώρος για τις παροχές που ήδη έγιναν.
Ο Αλ. Τσίπρας βέβαια, γνωρίζει ότι δεν θα πληρώσει ο ίδιος τον λογαριασμό. Γνωρίζει ότι όποιο και να είναι το περιεχόμενο της έκθεσης των θεσμών στις 5 Ιουνίου, οι πραγματικές συνέπειες για προκύψουν το φθινόπωρο, μετά τις εθνικές εκλογές όταν θα έρθει η ώρα να καταρτιστεί ο προϋπολογισμός του 2020.
Μέσα στο καλοκαίρι, δεν θα υπάρξουν ουσιαστικές συνέπειες από την παροχολογία.
Μπορεί βέβαια να μην προχωρήσει η πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ –και αυτό θα κοστίσει περίπου 130 εκατ. ευρώ σε τόκους- ενδέχεται να «κλείσει» και πάλι η πόρτα των αγορών αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα για την κυβέρνηση η οποία ενδιαφέρεται για την πολιτική της επιβίωση.
Όταν το φθινόπωρο θα έρθει η ώρα να συνταχθεί το προσχέδιο του προϋπολογισμού, τότε θα φανεί το πραγματικό μέγεθος της ζημιάς. Αν ο προϋπολογισμός του 2019 φανεί ότι κλείνει κάτω από το 3,5%, η επόμενη κυβέρνηση θα καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων χωρίς κανένα χαρτί στα χέρια της καθώς θα πρέπει να πείσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τον τρόπο επαναφοράς του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5%.
Φυσικά, θα έχει να αντιμετωπίσει τη δυσπιστία των δανειστών σε μια περίοδο που θα πρέπει να συζητηθούν και άλλα μείζονα θέματα όπως:
- Η διατήρηση του αφορολογήτου με κόστος 1,9 δις. ευρώ.
- Η διατήρηση των μέτρων που ψηφίστηκαν προ ημερών από τη Βουλή
- Η «δημιουργική λογιστική» του ειδικού λογαριασμού με τους πόρους από το «μαξιλάρι ασφαλείας» που υποτίθεται ότι θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν ως εγγύηση σε περίπτωση που «στραβώσει» κάτι όσον αφορά στο πρωτογενές πλεόνασμα.
Πρακτικά, η επόμενη κυβέρνηση θα κληθεί να πληρώσει τον λογαριασμό των παροχών Τσίπρα. Και όσο περισσότερες είναι οι παροχές, τόσο μεγαλύτερος θα είναι ο λογαριασμός. Και όλα αυτά γιατί; Για να λέει τότε ο σημερινός πρωθυπουργός ως αρχηγός της αντιπολίτευσης ότι «εκείνος θα έδινε ενώ οι άλλοι παίρνουν;». Πρώτο εξάμηνο 2015: στο ίδιο έργο θεατές.