Το ερώτημα είναι παλιό, αλλά κάποιοι αρέσκονται να το επαναφέρουν. Θέλουμε ικανούς και καλοπληρωμένους μάνατζερ στις ΔΕΚΟ ή αποτυχημένους πολιτευτές και συνδικαλιστές; Το μόνο σίγουρο είναι ότι η «φθηνή» διοίκηση στις κρατικές επιχειρήσεις, μπορεί τελικά να αποδειχθεί πολύ ακριβή. Το ζήσαμε την άνοιξη του 2019 με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη ΔΕΗ.
Τι πιο τρανταχτό παράδειγμα από τις ζημιές προ φόρων που τη χρονιά εκείνη ξεπέρασαν τα 2 δισ. ευρώ και οι καθαρές έφτασαν στο 1,68 δισ., ποσά που θα ήταν σαφώς πολύ μεγαλύτερα εάν δεν είχαν ληφθεί μετά τις εκλογές έκτακτα μέτρα.
Είχε προηγηθεί την τετραετία 2015-2019 η εφαρμογή στη μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας του μοντέλου «συνδικαλιστής - μάνατζερ» με τα γνωστή πορεία και με τον ορκωτό της ελεγκτή να φτάνει να θέτει ανοικτά τον Απρίλιο του 2019, ζήτημα βιωσιμότητας του ομίλου.
Σήμερα η «Αυγή» επαναφέρει το θέμα των απολαβών του διευθύνοντος συμβούλου και των μελών της διοίκησης, μιλώντας για golden boys,
απολαβές «με τη μορφή υπερ-bonus και δωρεάν μετοχών» με αφορμή τις προβλέψεις του νόμου για την εταιρική διακυβέρνηση.
Από κοντά και ο ΣΥΡΙΖΑ που ξιφουλκεί κατά της κυβέρνησης όταν, όπως λέει, «εδώ και δύο χρόνια η ΔΕΗ έχει πλήρως απαξιωθεί», μιλώντας για φουσκωμένους λογαριασμούς, κύμα αποχωρήσεων πελατών και κανονικό φαγοπότι που στο τέλος θα πληρώσουν οι καταναλωτές μαζί με τον λογαριασμό τους.
Εκτός του γεγονότος ότι η αξιωματική αντιπολίτευση αντί να παριστάνει τον εισαγγελέα θα έπρεπε να απολογείται για τη ΔΕΗ και την κατάσταση στην οποία την παρέδωσε, η υπόθεση επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση για το είδος των μάνατζερ που θέλουμε στις ΔΕΚΟ.
Τον συνδικαλιστή με τον «πλαφοναρισμένο» μισθό που φέρνει ζημιές στη ΔΕΗ ή τον μάνατζερ με θητεία στο εξωτερικό που θα έρθει στην Ελλάδα, παίζοντας κορώνα - γράμματα την καριέρα του και φέρνει 1 δισ. ευρώ EBITDA;
Και επειδή όσοι κραυγάζουν για τους μισθούς έχουν σαν μόνιμη επωδό ότι η ΔΕΗ είναι «περιουσία του ελληνικού λαού», αφού το 51% ανήκει στο Δημόσιο, το ποσοστό αυτό στα μέσα του 2019 αποτιμώνταν κοντά στα 150 εκατ. ευρώ, έναντι περίπου 1 δισ. ευρώ σήμερα. Επίσης, αν τότε η επιχείρηση είχε καταρρεύσει, θα ήταν αδύνατο να προσφέρει εκπτώσεις 100 εκατ. ευρώ, όπως αυτές που έκανε στα τιμολόγια του ρεύματος, κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Έχει ενδιαφέρον ότι επί θητείας Μ. Παναγιωτάκη στην ΔΕΗ, ο ίδιος ο τότε διευθύνων σύμβουλος της επιχείρησης είχε παραγγείλει μελέτη από διεθνή οίκο για τις αμοιβές στην επιχείρηση, σε σύγκριση τόσο με άλλες μεγάλες εταιρείες στην Ελλάδα, όσο και με αντίστοιχες ενεργειακές επιχειρήσεις στην Ευρώπη.
Η μελέτη κατέληγε στο συμπέρασμα ότι σε όσες επιχειρήσεις τα στελέχη πληρώνονται καλά, αυτό αποτυπώνεται και στα οικονομικά τους αποτελέσματα. Αντίθετα, αρνητικές οικονομικές επιδόσεις, επηρεάζουν και τους μετόχους, γεγονός στο οποίο οι ξένοι επενδυτές δίνουν μεγάλη σημασία. Παρ' ότι η μελέτη, είχε παραγγελθεί από την τότε διοίκηση και έκρουε καμπανάκι ότι το μισθολογικό καθεστώς στη ΔΕΗ επείγει να αλλάξει, εντούτοις καμία αλλαγή δεν συνέβη από την τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Το 2019, η ίδια μελέτη τέθηκε υπόψιν της νέας διοίκησης, η οποία και ζήτησε να διασταυρωθούν τα ευρήματά της από καινούργια, όπως και έγινε και μάλιστα με ανοικτό διαγωνισμό, καταλήγοντας στα ίδια ακριβώς συμπεράσματα.
Το ερώτημα παραμένει και δεν αφορά μόνο τη ΔΕΗ: Τι είδους διοικήσεις θέλουμε στις ΔΕΚΟ και μάλιστα σε επιχειρήσεις, όπως η συγκεκριμένη, δηλαδή εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό; Πρώην βουλευτές και συνδικαλιστές ή ανθρώπους της αγοράς; Και πως θα δεχθούν οι τελευταίοι χωρίς κίνητρο να έρθουν να τρέξουν μια «προβληματική» επιχείρηση, συνήθως μεγάλη, που έχει σαν μέτοχο το Δημόσιο και στο παρελθόν τουλάχιστον, συνδιοικητές τους συνδικαλιστές.
Εν προκειμένω, οι απολαβές σε κάποιον ικανό διευθύνοντα σύμβουλο, που ξέρει από διοίκηση επιχειρήσεων και πιάνει τους στόχους του, είναι επένδυση. Στον αντίποδα, χαμηλοί μισθοί, όταν καταβάλλεται σε ανίκανα στελέχη κομματικών στρατών και αποτυχημένους πολιτευτές, είναι απλώς σπατάλη.