Θα γίνουν παρεμβάσεις στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος για τη «μεσαία τάξη» και θα μειωθεί ο ανώτατος συντελεστής από το 44% ή εναλλακτικά θα εφαρμοστεί σε υψηλότερα εισοδήματα και όχι στα 40.000 ευρώ που ισχύουν σήμερα. Θα αλλάξει η κλίμακα φορολόγησης των ενοικίων για να γίνει ευνοϊκότερη και να μην έχουν και οι ιδιοκτήτες τόσο ισχυρό κίνητρο για φοροδιαφυγή. Θα υπάρξει νέα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, θα… θα και θα…
Κάθε πιθανό και απίθανο σενάριο φορολογικής ελάφρυνσης πέφτει αυτές τις ημέρες στον δημόσιο διάλογο σε μια προσπάθεια να… πάει παρά κάτω η συζήτηση για το τι μπορεί να ανακοινώσει ο πρωθυπουργός στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. H κυβέρνηση έχει οριοθετήσει τις προτεραιότητες (στήριξη μεσαίας τάξης περαιτέρω μείωση της φορολογίας κλπ) αλλά αποφεύγει κάθε εξειδίκευση ή λεπτομέρεια. Ο λόγος προφανής: Αυτή τη στιγμή δεν έχει ξεκαθαρίσει το ύψος του δημοσιονομικού χώρου που θα έχει στη διάθεσή του το οικονομικό επιτελείο για τη χρηματοδότηση πρόσθετων μέτρων στήριξης ενώ η συγκεκριμένη πληροφορία δεν πρόκειται να γίνει γνωστή πριν από τέλος του καλοκαιριού δεδομένου ότι θα πρέπει να αποκαλυφθούν και τεχνικές λεπτομέρειες για τον τρόπο εφαρμογής της ρήτρας εφαρμογής.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι στο οικονομικό επιτελείο δεν έχουν ήδη ξεκινήσει να κάνουν τους υπολογισμούς τους. Καταρχήν βάζουν κάτω τις υποχρεώσεις που έχουν ήδη αναλάβει για το 2026: Τον Ιανουάριο θα υπάρξει νέα αύξηση των συντάξεων. Τον Απρίλιο θα αυξηθούν πάλι οριζόντια οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων και τον Νοέμβριο θα καταβληθεί το 250άρι στους χαμηλοσυνταξιούχους όπως επίσης και η επιστροφή του ενοικίου.
Όλα αυτά, έχουν ένα σημαντικό δημοσιονομικό κόστος το οποίο προσεγγίζει –ή και ξεπερνά- τα 2 δισ. ευρώ. Αν συνυπολογιστούν και οι αυξήσεις στις λειτουργικές δαπάνες του δημοσίου όπως επίσης και η ανάγκη χρηματοδότησης των αμυντικών δαπανών, μένει ένα περιθώριο που αυτή τη στιγμή υπολογίζεται σε περίπου 1 δισ. ευρώ.
Μιλάμε για ένα ποσό που αφορά σε νέα μέτρα: αλλαγές στη φορολογική κλίμακα κλπ. Αν υπάρξει αίσιο τέλος και στην υπόθεση της ρήτρας διαφυγής των αμυντικών δαπανών, τότε το ποσό μπορεί να προσαυξηθεί κατά επιπλέον 500 εκατ. ευρώ. Άρα, με τα τωρινά δεδομένα –τα οποία όμως δεν αναμένεται να αλλάξουν δραματικά- το «πακέτο» της ΔΕΘ θα κοστίζει έως και 1,5 δισ. ευρώ με απόκλιση μερικών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Για ποιες παροχές επαρκεί αυτό το ποσό; Σίγουρα όχι για να… καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ ούτε να μειωθούν δραματικά οι συντελεστές της φορολογικής κλίμακας ούτε φυσικά να απενεργοποιηθεί το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα. Μικρό καλάθι λοιπόν για τις πομπώδεις παροχές οι οποίες έχουν και τεράστιο δημοσιονομικό κόστος.
Αν κάποιος πρέπει να μαντέψει από τώρα, ας ποντάρει στην πεπατημένη: στοχευμένα μέτρα στήριξης για να αντιμετωπιστούν τα μεγάλα ανοικτά μέτωπα: το στεγαστικό, η έλλειψη καλά αμειβομένων θέσεων εργασίας κλπ.