Το νούμερο είναι τόσο μεγάλο που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, δημιουργήθηκαν 39.128 νέες επιχειρήσεις μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2024, αριθμός αυξημένος κατά 14,4% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα που δημιουργήθηκαν 34.123 νέες επαγγελματικές προσπάθειες.
Χρειάζεται προσεκτική ανάλυση αυτός ο αριθμός και ο τρόπος με τον οποίο προέκυψε πριν καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα έχει γίνει Ελντοράντο.
Μπορεί να κρύβει -και σε μεγάλο βαθμό αυτό είναι η αλήθεια- το πολύ υψηλό κόστος της μισθωτής απασχόλησης, τους πολύ χαμηλούς μισθούς αλλά και την τάση που διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια στους νεώτερους να προτιμούν το επιχειρηματικό ρίσκο από την σχέση εξαρτημένης εργασίας.
Καταρχήν, ως νέα «επιχείρηση» καταγράφεται και η ατομική επιχείρηση, το «μπλοκάκι» που λένε στην πιάτσα, όπως επίσης και ο νέος αγρότης, είτε μπει στο ειδικό καθεστώς είτε όχι. Οι περισσότερες από τις 39128 νέες επιχειρήσεις είναι όσοι περίμεναν ότι το νέο καθεστώς φορολόγησης θα ανακόψει τον ρυθμό δημιουργίας νέων ατομικών επιχειρήσεων διαψεύδονται μέχρι στιγμής από τα στοιχεία και αυτό έχει την εξήγησή του.
Καταρχήν για τους νέους επαγγελματίες, υπάρχει απαλλαγή από το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα όπως επίσης και από το τέλος επιτηδεύματος. Επίσης, και οι «παλαιότεροι» μελετώντας πλέον στην πράξη το σύστημα διαπιστώνουν ότι η «ζημιά» από τον ελάχιστο φόρο που θα πληρώσουν δεν είναι και τόσο μεγάλη συγκριτικά με το όφελος που προκύπτει και από την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος (θα ολοκληρωθεί του χρόνου) αλλά και -κυρίως- από τη δυνατότητα να εκπίπτουν οι δαπάνες από τα έσοδα, ένα προνόμιο το οποίο ο μισθωτός δεν έχει και γι’ αυτό επιβαρύνεται αναλογικά περισσότερο.
Προφανώς δεν είναι όλες οι νέες επιχειρήσεις αποτέλεσμα του φορολογικού. Υπάρχουν και άλλοι λόγοι και είναι πολλοί. Ένας από αυτούς είναι η ανάπτυξη και η απόφαση να προχωρήσουν νέες επενδύσεις στην Ελλάδα. Αυτές, πιθανότατα θα πρέπει να τις αναζητήσουμε στις 480 ανώνυμες εταιρείες που έχουν συσταθεί μέσα στο πρώτο τρίμηνο και όχι στις 24.650 ατομικές ούτε στις 7919 προσωπικές ή στις 6079 ΙΚΕ.
Ένας δεύτερος είναι η παροχή κινήτρων σε συνταξιούχους να συνεχίσουν να εργάζονται και μετά τη συνταξιοδότηση. Τι καλύτερο από τη σύσταση μιας ατομικής εταιρείας ή μιας ΙΚΕ, η οποία επιβαρύνεται μόνο με μια προσαύξηση 50% στις εισφορές (ουσιαστικά μιλάμε για 150 ευρώ τον μήνα). Ένας 3ος είναι η βραχυχρόνια μίσθωση. Με τόσες προμήθειες που πληρώνουν οι ιδιοκτήτες σε διαχειριστές και πλατφόρμες, τους συμφέρει να αναγνωρίζονται οι δαπάνες γι’ αυτό και βλέπουμε πολλές χιλιάδες νέες ατομικές επιχειρήσεις στον χώρο του τουρισμού.
Τέλος, στο κατάλογο των παραγόντων, υπάρχει και το στοιχείο της μικροεπιχειρηματικότητας που γίνεται πολύ έντονο τα τελευταία χρόνια. Όλες οι έρευνες στους νέους δείχνουν ότι προτιμούν να κάνουν κάτι δικό τους από το να πάνε υπάλληλοι με 700 ευρώ καθαρά στο 8ωρο. Επίσης, ακόμη και οι έρευνες στα παιδιά της σχολικής ηλικίας βγάζουν ως πρώτη απάντηση το «επιχειρείν» στο ερώτημα «με τι θέλεις να ασχοληθείς μετά τις σπουδές».
Τα στοιχεία για τις νέες επιχειρήσεις εντυπωσιάζουν αλλά ταυτόχρονα προβληματίζουν κιόλας. Ένας τεράστιος αριθμός ατομικών επιχειρήσεων και ένας κατακερματισμός δυνάμεων δεν εξασφαλίζει πάντοτε το επιθυμητό αποτέλεσμα που είναι η σταθερή αύξηση του εισοδήματος. Και είναι σαφώς πηγή προβληματισμού η πολύ μεγάλη έλλειψη καλά πληρωμένων θέσεων μισθωτής απασχόλησης με αποτέλεσμα να στρέφονται χιλιάδες στο «κάτι δικό τους».