Ενώ οι αγορές κάνουν από το πρωί την πρώτη «αποτίμηση» επιπτώσεων από την επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ, στο οικονομικό επιτελείο βγάζουν ήδη από τα συρτάρια τα σενάρια των δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων που ούτως ή άλλως είχαν καταρτιστεί προκειμένου να προβλέψουν πιθανές «παρενέργειες» σε βασικά οικονομικά μεγέθη.
Σε πρώτη φάση, όλοι συμφωνούν ότι απαιτείται υπομονή και ψυχραιμία καθώς ουδείς γνωρίζει ποια θα είναι - και αν θα υπάρξει - η κλιμάκωση. Επίσης, οι αγορές δεν υπέστησαν τον απόλυτο αιφνιδιασμό από τα γεγονότα του Σαββατοκύριακου δεδομένου ότι η συζήτηση για την πιθανή επίθεση του Ιράν ήταν ανοικτή και δημόσια εδώ και ημέρες.
Σε κάθε περίπτωση η «ποσοτικοποίηση» πιθανών επιπτώσεων είναι μια διαδικασία που έχει ήδη ξεκινήσει και θα «επικαιροποιείται» συνεχώς από εδώ και στο εξής ανάλογα με τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.
Τρεις είναι οι βασικές εστίες ανησυχίας: Πρώτον η επίπτωση στον πληθωρισμό καθώς εκτός από πιθανή αύξηση στη διεθνή τιμή του πετρελαίου υπάρχει και το ζήτημα περαιτέρω επιδείνωσης των συνθηκών διακίνησης των προϊόντων μέσω των θαλάσσιων οδών. Δεύτερον πιθανές συνέπειες στον τουρισμό δεδομένου ότι πλέον βρισκόμαστε εβδομάδες πριν από την επίσημη έναρξη της τουριστικής περιόδου.
Πιθανή κλιμάκωση στην ευρύτερη περιοχή - κάτι που απεύχονται όλοι - θα έχει επιπτώσεις στις αεροπορικές μεταφορές αλλά και στον αριθμό των επισκεπτών σε ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή.
Η τρίτη εστία ανησυχίας είναι η πιθανή επίπτωση στις αγορές άρα και στις αποφάσεις για την προώθηση των επενδύσεων. Ακριβώς στις επενδύσεις έχει ποντάρει πολλά η Ελλάδα για να στηρίξει τον ρυθμό ανάπτυξης στην περιοχή άνω του 2% σε ετήσια βάση.
Το ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί το επόμενο διάστημα είναι αν οι αγορές έχουν ήδη ενσωματώσει στη διεθνή τιμή του πετρελαίου την πιθανότητα όξυνσης στη Μέση Ανατολή και αν τα προβλήματα που ήδη υπάρχουν στους ναύλους λόγω των γεγονότων στην Υεμένη θα γίνουν περισσότερα μετά τις επιθέσεις του Σαββατοκύριακου.
Πετρέλαιο και μεταφορικό κόστος σημαίνει υψηλότερος πληθωρισμός και - σε περίπτωση χρονικής επιμήκυνσης της κρίσης - επίπτωση και στην προσπάθεια αποκλιμάκωσης των επιτοκίων ώστε να στηριχτεί η ούτως ή άλλως ασθενική ευρωπαϊκή οικονομία.
Προς το παρόν, η Ελλάδα θα καταθέσει στην ΕυρωπαΪκή Επιτροπή - όπως έχει προγραμματιστεί το επικαιροποιημένο πρόγραμμα Σταθερότητας προβλέποντας χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης για φέτος σε σχέση με τους στόχους (περίπου 2,5% για φέτος και για του χρόνου, ενδεχομένως και λίγο χαμηλότερα) αλλά και έναν πληθωρισμό στην περιοχή του 3% για το σύνολο του έτους.
Αυτές οι εκτιμήσεις δεν θα αλλάξουν καθώς ούτως ή άλλως ουδείς γνωρίζει πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.