Του Βασίλη Γεώργα
Σε κρίσιμο σταυροδρόμι αναφορικά με την αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου στην υψηλότερη κατηγορία πιστοληπτικής ικανότητας που θα επαναφέρει την Ελλάδα στα ραντάρ των σημαντικότερων επενδυτών βρίσκεται η ελληνική κυβέρνηση. Μετά την Fitch, η οποία στις 2 Αυγούστου διατήρησε αμετάβλητη την αξιολόγηση της Ελλάδας, ήταν χθες η σειρά της Moody' s να μας «αγνοήσει», μεταθέτοντας για το μέλλον την όποια κίνηση.
Η κυβέρνηση είναι καινούρια και την ίδια ώρα εκκρεμούν σοβαρά προβλήματα όπως η αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων, η μείωση των του στόχου για τα πλεονάσματα, η προσέλκυση επενδύσεων και το βάρος του υπέρογκου χρέους. Επομένως εύλογα οι οίκοι αξιολόγησης παραμένουν διστακτικοί, όταν την τελευταία τετραετία οι όποιες μεταρρυθμίσεις ή θετικές ενέργειες έγιναν μετά από πολλές καθυστερήσεις και πισωγυρίσματα, εξανεμίζοντας στην ουσία την όποια θετική επίδραση.
Αν η ελληνική κυβέρνηση κινηθεί με τον ίδιο αργό ρυθμό που είδαμε την τελευταία τετραετία τότε η πορεία προς την «επενδυτική βαθμίδα» θα είναι… βασανιστικά αργή, διότι όσο πλησιάζει η Ελλάδα στα τελευταία σκαλιά τόσο δυσκολεύουν οι αναβαθμίσεις καθώς οι οίκοι αξιολόγησης γίνονται ακόμη πιο αυστηροί πριν δώσουν το εισιτήριο για το «κλαμπ» των χωρών που προσέχουν οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές.
Αν, στον αντίποδα, κινηθεί γρήγορα και αποτελεσματικά σε θέματα όπως τα «κόκκινα» δάνεια, οι ιδιωτικοποιήσεις και η υλοποίηση μεγαλόπνοων projects, όπως του Ελληνικού, που θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη και θα φέρουν μείωση της ανεργίας, τότε όλα μπορεί να αλλάξουν. Παράγοντες που γνωρίζουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν και αποφασίζουν οι οίκοι εκτιμούν ότι δεν θα πρέπει να αποκλειστούν έκτακτες κινήσεις αναβάθμισης τους προσεχείς μήνες, ακριβώς γιατί η χώρα διαθέτει μία νέα κυβέρνηση ή διπλές αναβαθμίσεις στις αρχές του 2020 που θα φέρουν την Ελλάδα μία ανάσα από την επενδυτική βαθμίδα.
Οι ίδιοι σημειώνουν ότι η μη αναβάθμιση από Fitch και Moody' s δεν θα πρέπει να θεωρείται ούτε αρνητική ούτε αναπάντεχη εξέλιξη, αλλά μία αναμενόμενη στάση για συγκεκριμένους λόγους. Πρώτον, η νέα κυβέρνηση κάνει τα πρώτα της βήματα και δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να αξιολογηθεί πριν παρουσιαστεί τουλάχιστον το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2020. Τα λόγια και οι προθέσεις των πρώτων εβδομάδων είναι θετικοί οιωνοί, όμως για να υπάρξουν ουσιαστικές αναβαθμίσεις θα χρειαστούν έργα. «Από τη στιγμή που ο οίκος δεν θα μας αναβάθμιζε, δεν θα είχε κανένα νόημα μία αναβάθμιση του outlook σε θετικό από την Moody' s, η οποία τα τελευταία δύο χρόνια μας έχει συνηθίσει σε διπλές αναβαθμίσεις», τονίζουν.
Δεύτερον, όλοι ανεξαιρέτως οι οίκοι έχουν τονίσει πως ο σημαντικότερος παράγοντας για την αναβάθμιση της χώρας είναι η εξυγίανση του τραπεζικού κλάδου από τα «κόκκινα» δάνεια. Όσο δεν υπάρχουν εξελίξεις στο συγκεκριμένο μέτωπο τόσο θα καθυστερούν οι θετικοί «χρησμοί» από Fitch, Moody' s και S&P. Και με την Κομισιόν να βρίσκεται σε φάση ανασυγκρότησης, οι πληροφορίες θέλουν τις όποιες ουσιαστικές εξελίξεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου να λαμβάνουν χώρα μετά τον Σεπτέμβριο.
Επομένως, η πρώτη «κανονική» αντίδραση θα είναι αυτή της Standard & Poor' s, που είναι προγραμματισμένη για τις 25 Οκτωβρίου, ενώ την 1η Νοεμβρίου αναμένεται η ετυμηγορία του καναδικού οίκου DBRS. Είναι προφανές ότι ούτε μέχρι τον Οκτώβριο μπορούν να γίνουν πολλά αφού μία νέα κυβέρνηση κρίνεται συνήθως μετά το πρώτο εξάμηνο, ωστόσο το επόμενο δίμηνο η κυβέρνηση σκοπεύει να λειτουργήσει στο φουλ τις μηχανές έτσι ώστε να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες για να υπάρξει μία συστημική λύση για τα «κόκκινα» δάνεια έως το τέλος του 2019, ξεκλειδώνοντας στην ουσία την επιτάχυνση των αναβαθμίσεων.