Του Βασίλη Γεώργα
Πολλοί πιστεύουν ότι αν τη Δευτέρα ή τέλος πάντως μέχρι τον άλλο μήνα, έχουμε μια νέα συμφωνία για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους, θα λυθούν τα προβλήματά της χώρας και της τσέπης τους. Η προπαγάνδα των κυβερνήσεων διαχρονικά –και της παρούσας περισσότερο- έχει παραποιήσει σε τέτοιο βαθμό τις προσδοκίες των πολιτών ώστε να θεωρούμε ότι η έκδοση κάποιου τεχνικού «πιστοποιητικού βιωσιμότητας θα είναι το φως που περιμένουμε να δούμε στην άκρη του τούνελ.
Θα υπάρχουν σαφώς κάποιες θετικές επιπτώσεις, αλλά οι ευρωπαίοι πιστωτές και το ΔΝΤ έχουν οργανώσει με τέτοιο τρόπο τη «διάσωση» της Ελλάδας ώστε κάθε συμφωνία αναδιάρθρωσης του χρέους να είναι στην πραγματικότητα το επόμενο τρένο που θα περάσει από πάνω μας.
Η κυβέρνηση δεν λέει όλη την αλήθεια όταν υποστηρίζει ότι η ζωή των Ελλήνων δεν θα αλλάξει με τη ρύθμιση του χρέους. Γιατί η πραγματικότητα είναι πως θα την αλλάξει προς το χειρότερο για τους πολίτες από τη στιγμή που η συμφωνία θα συνδεθεί με ένα νέο μνημόνιο αυστηρών δημοσιονομικών μέτρων το οποίο θα μειώνει τις συντάξεις, θα περικόπτει το αφορολόγητο όριο και θα κουρεύει επιδόματα ή μισθούς.
Ευεργετικές θα είναι αντίθετα οι δευτερογενείς επιπτώσεις της ρύθμισης του χρέους, αλλά θα αφορούν σχεδόν αποκλειστικά τις αγορές και τους επενδυτές που βραχυπρόθεσμα θα είναι οι κυρίως ωφελημένοι.
Όσοι περιμένουν το επόμενο Eurogroup να πανηγυρίσουν για τη μείωση του χρέους προσδοκώντας ότι το 2018 θα βγούμε στο ξέφωτο της δημοσιονομικής χαλάρωσης, θα είναι οι ίδιοι που θα κληθούν να πληρώσουν σε λίγους μήνες τη μικρή ελάφρυνση με νέα μεγάλα βάρη. Αυτά θα αποτελέσουν την «εγγύηση» ότι η χώρα θα μπορεί να παράγει τα εξωφρενικά πρωτογενή πλεονάσματα των 6,5 δισ. ευρώ ετησίως και να ξεπληρώνει «ομαλά» το χρέος της.
Τα οφέλη στις αγορές
Αναμφισβήτητα τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που εισηγείται ο ESM να εφαρμοστούν ως το 2018, θα φέρουν κάποιες βελτιώσεις στο «προφίλ» αποπληρωμής και θα διευκολύνουν κάπως την εξυπηρέτησή του χρέους το οποίο με τις συγκεκριμένες παρεμβάσεις θα μειωθεί κατά περίπου 40 δις. ευρώ σε όρους καθαρής παρούσας αξίας σε 44 χρόνια από σήμερα (2060).
Η μείωση είναι «ασπιρίνη» αλλά η διευθέτηση θα έχει ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να μην κινδυνεύσει με χρεοκοπία αμέσως μετά την λήξη του τρίτου μνημονίου επειδή δεν θα υπάρχουν τα σημερινά «βουνά» αποπληρωμών. Παράλληλα τα επιτόκια για ένα μέρος του χρέους θα «κλειδώσουν» σε χαμηλότερα επίπεδα από αυτά που μπορεί να φτάσουν μελλοντικά (π.χ στο 1,3%) αλλά θα αυξηθούν σε σχέση με τα σημερινά (0,85%) με το κόστος να επιβαρύνει φυσικά την Ελλάδα.
Οι συγκεκριμένες παρεμβάσεις θα βοηθήσουν πιθανότατα να βελτιωθεί προσωρινά το χρηματιστηριακό και επενδυτικό κλίμα με αποτέλεσμα να ανέβουν περισσότερο οι τιμές των μετοχών και των ομολόγων. Οι επενδυτές και τα funds θα κερδίσουν χρήματα βραχυπρόθεσμα, οι επιχειρηματίες θα νιώσουν πιο πλούσιοι και οι τράπεζες θα πάρουν επίσης ανάσα από τα χαρτοφυλάκια των ομολόγων τους.
Η διευθέτηση του χρέους επίσης θα είναι καταλυτική και για να προχωρήσει η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, εξέλιξη που με τη σειρά της θα ρίξει κι άλλο τις αποδόσεις των ομολόγων και θα επιτρέψει σε μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις να δανειστούν φτηνότερα κεφάλαια από τους διεθνείς επενδυτές και στο Δημόσιο να ελπίζει ότι μπορεί να δοκιμάσει να δανειστεί από τις αγορές με επιτόκια κοντά στο 4% το 2018.
Τα οφέλη, όμως, σταματούν κάπου εδώ, και όπως αντιλαμβάνεται κανείς αφορούν κατά κύριο λόγο όσους ασχολούνται με τις χρηματιστηριακές επενδύσεις. Επειδή ακριβώς οι βραχυπρόθεσμες παρεμβάσεις για το χρέος δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα αλλά το απαλύνουν με ορίζοντα το 2060, δεν μπορεί επίσης να προσδοκά κανείς ούτε στην προσέλκυση σοβαρών επενδύσεων που θα μειώσουν την ανεργία, ούτε σε νέες δουλειές που αυξήσουν τα εισοδήματα.
Και το «μάρμαρο» για τους πολίτες
Η άλλη πλευρά του νομίσματος είναι ότι τα δημοσιονομικά μέτρα που θα συνοδεύουν την συμφωνία, θα προκαλέσουν σημαντικές απώλειες εισοδήματος σε εκατομμύρια μισθωτούς και συνταξιούχους με το κρίσιμο ερώτημα να αφορά τις συνέπειες στην πραγματική οικονομία.
Από τη στιγμή που οι δανειστές δεν συζητούν μεγαλύτερη μείωση χρέους ώστε να μην προκύψουν ζημιές στα κράτη μέλη, τους μηχανισμούς διάσωσης και τις κεντρικές τράπεζες, τα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα θεωρούνται απαραίτητα προκειμένου να «βγαίνει» ο υπόλοιπος λογαριασμός» από τις τσέπες των φορολογούμενων.
Τα μέτρα αυτά συνδυάζουν πρόσθετες φορολογικές επιβαρύνσεις με νέες περικοπές δαπανών του προϋπολογισμού και βρίσκονται ήδη πάνω στο τραπέζι. Το μόνο που μένει είναι να μας ανακοινώσουν τον χρόνο και τον τρόπο εφαρμογής τους. Συνδυάζονται επίσης με ένα βαρύ πακέτο εργασιακών αλλαγών σε ότι αφορά στις ομαδικές απολύσεις, τις ευέλικτες μορφές εργασίας και τις αποδοχές, που δεν προοιωνίζονται κάτι θετικό για όσους έχουν απομείνει να απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα.
Ήδη ξέρουμε πολύ καλά ότι στο πακέτο της δεύτερης αξιολόγησης συμπεριλαμβάνονται περικοπές φορολογικών εκπτώσεων και κοινωνικών παροχών. Μεταξύ άλλων οι μισθωτοί θα χάσουν την έκπτωση 1,5% στην μηνιαία παρακράτηση φόρου, χιλιάδες δικαιούχοι θα χάσουν την πρόσβαση σε επίδομα θέρμανσης παρότι οι τιμές του πετρελαίου θα αυξηθούν το 2017 λόγω της αύξησης του ΕΦΚ, ενώ η εκπτώσεις όπως αυτές των ιατρικών δαπανών θα συνδεθούν με τη χρήση πιστωτικών καρτών.
Εφόσον η συμφωνία της αναδιάρθρωσης του χρέους συνδυαστεί με νέα μείωση στο αφορολόγητο όριο όπως προτείνουν το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, περίπου 5 εκατομμύρια μισθωτοί και συνταξιούχοι θα υποστούν σημαντικές επιβαρύνσεις μέχρι και 400 ευρώ ετησίως. Όσοι έχουν εισοδήματα άνω των 9.000 ευρώ θα πληρώσουν σε πρόσθετο φόρο περίπου το 10% του εισοδήματός τους καθώς η επιβάρυνση από τη μείωση της έκπτωσης φόρους θα είναι περίπου 800 ευρώ ετησίως. Η συνολική φορολογική επιβάρυνση ανάλογα με το πόσο πολύ θα μειωθεί το αφορολόγητο αναμένεται να διαμορφωθεί μεταξύ 1 έως 3 δισ. ευρώ προκειμένου τα χρήματα αυτά να τροφοδοτούν τα πρωτογενή πλεονάσματα και συνεπώς την αποπληρωμή χρέους.
Από την αναδιάρθρωση χρέους χαμένοι σε όρους εισοδήματος θα βγουν με έμμεσο τρόπο και οι σημερινοί συνταξιούχοι. Η δραστική μείωση ή η πλήρης κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς» μετά τον επανυπολογισμό των συντάξεων το 2017 θα πλήξει σχεδόν όλους τους σημερινούς συνταξιούχους των οποίων οι συντάξεις θα αναπροσαρμοστούν στο νέο σύστημα. Εκτιμάται ότι κατά μέσο όρο μπορεί να χαθεί το 10-15% του εισοδήματος τους, ενώ για όσους λαμβάνουν συντάξεις κοντά στις 2000 ευρώ η απώλεια προσεγγίζει το 40%. Ανάλογα με το πόσο βαθιά θα είναι η περικοπή, το σύνολο της μείωσης στις συντάξεις μπορεί να φτάσει τα 3 δισ. ευρώ.
Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι η συμφωνία για το χρέος δεν θα είναι παρά το καρότο. Αμέσως μετά θα ακολουθήσει το μαστίγιο.