Μπορεί η πανδημία να κρατά δεμένα στις μαρίνες τα σκάφη αναψυχής, αποτελεί όμως, ταυτόχρονα, μιας πρώτης τάξης ευκαιρίας για τα μεσιτικά δίκτυα που απευθύνονται, ως επί το πλείστον, σε εύπορους τουρίστες από όλο τον κόσμο. Το σκεπτικό της εν λόγω μπίζνας, που εμφανίζει ισχυρές αποδόσεις, είναι απλό. Όσοι σχεδιάζουν να ενοικιάσουν ή να αγοράσουν μία βίλα για λόγους αναψυχής, τείνουν να επιδιώκουν να μισθώσουν κι ένα γιοτ που εξασφαλίζει ιδιωτικότητα και μεγιστοποιεί το μοναδικό χαρακτήρα των διακοπών. Η στροφή αυτή στο γιότινγκ λόγω και της πανδημίας ήρθε για να μείνει παρότι οι προοπτικές ως προς την βελτίωση των επιδημιολογικών δεδομένων της χώρας διαγράφονται καλύτερες από το δεύτερο εξάμηνο- χθες ο Κ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι η κατάσταση θα είναι καλύτερη από τον Απρίλιο. Με τα δεδομένα αυτά ολοένα και περισσότεροι παίκτες του real estate, όπως το γερμανικό δίκτυο συμβούλων ακινήτων Engel & Volkers επενδύουν στον κλάδο του γιότινγκ.
Σε πρόσφατη διαδικτυακή εκδήλωση τα στελέχη της γερμανικής εταιρείας, που διαθέτει μητροπολιτικό κέντρο, εδώ και δύο χρόνια, στην Ελλάδα, αναφέρθηκαν στα πλεονεκτήματα της ελληνικής επικράτειας όσον αφορά την παροχή συνδυαστικών υπηρεσιών μίσθωσης μιας πολυτελούς κατοικίας κι ενός γιοτ.
Όπως ανέφερε ο Zak Saltiel, επικεφαλής μισθώσεων και πωλήσεων για την Αττική Ριβιέρα της Engel & Volkers, “η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Κρήτη και η Ρόδος αποτελούν δημοφιλείς και καθιερωμένους προορισμούς. Ωστόσο, όσοι επισκέπτονται την Ελλάδα θέλουν να ανακαλύψουν και μικρότερα νησιά, όπως η Κίμωλος, η Αμοργός και τα Κουφονήσι”. Πρόκειται δηλαδή, για προορισμούς, που απαιτούν την ύπαρξη σκάφους αναψυχής που επιτρέπει την μετάβαση σε απομονωμένες παραλίες, οι οποίες παραμένουν, κατά βάση, απροσπέλαστες.
Η συγκεκριμένη αγορά παρουσιάζει σημαντικά οφέλη για τον κλάδο του γιότινγκ, που έχει χτυπηθεί από την πανδημία, όπως και για το real estate. Για το σκοπό αυτό, φέτος κι ενόψει της θερινής σεζόν η Engel & Volkers δημιούργησε ειδική έκδοση με διττή θεματική, δηλαδή περιλαμβάνει προτάσεις μίσθωσης πολυτελών βιλών και σκαφών αναψυχής. Ενδεικτικά, η εταιρεία διαθέτει τη βίλα Amazon’s Yard, που βρίσκεται στη Σαντορίνη και διαθέτει ετήσιο ενοίκιο 5.040 ευρώ. Όπως και τη βίλα Ίριδα που τοποθετείται στην αθηναϊκή Ριβιέρα και έχει ημερήσιο ενοίκιο 600 ευρώ.
Τα “παχιά πορτοφόλια” συνήθως καταπλέουν στις ελληνικές μαρίνες μέσω Ιταλίας, Μονακό, Γαλλίας και Ισπανίας, ενώ πριν ξεσπάσει η πανδημία εύποροι Αμερικανοί επέλεγαν την Ανατολική Μεσόγειο και γι’ αυτό τουλάχιστον το 50% των μεγαλύτερου μήκους σκαφών μισθώνονταν από πελάτες από τις ΗΠΑ. Αλλά και ναυλομεσίτες από την Κίνα, την Ινδία και τη Σιγκαπούρη είχαν αρχίσει να ανακαλύπτουν το ελληνικό γιότινγκ, καθώς ο ήπιος ελληνικός καιρός, για τουλάχιστον οκτώ μήνες το χρόνο και η απουσία ακραίων καιρικών φαινομένων (π.χ. τυφώνες) που συναντώνται σε άλλες χώρες, έχει θέσει την Ελλάδα στο παγκόσμιο χάρτη.
Όπως ακόμη, εξηγούν παράγοντες της αγοράς, η συνδυαστική ενοικίαση ενός γιοτ με μία χλιδάτη κατοικία ενθαρρύνεται από τη στροφή της Ελλάδας στον τουρισμό πολυτελείας. Μεγάλες τουριστικές αναπτύξεις, όπως η ανάπλαση του Σκορπιού, το τουριστικό θέρετρο Costa Navarino, οι βίλες που σχεδιάζονται στον Αστέρα Βουλιαγμένης και στο Ελληνικό σε συνδυασμό με τα φορολογικά κίνητρα για την προσέλκυση εύπορων ατόμων ενισχύουν τη θέση της Ελλάδας ως προορισμού για «rich & famous».