Η κυβέρνηση προσπαθεί να πετύχει δημοσιονομικά πλεονάσματα μέσω της υπερφορολόγησης των συνεπών φορολογουμένων και των επιχειρήσεων που έχουν μείνει ακόμα όρθιες, αναφέρει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο για την Ελληνική Οικονομία.
Κατά το ΣΕΒ, το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό καθώς το διαθέσιμο εισόδημα και τα κίνητρα για εργασία και επιχειρηματικότητα θα καταρρεύσουν, οδηγώντας την οικονομία εκ νέου σε ύφεση και υποσκάπτοντας την επίτευξη των στόχων του μνημονίου. Όπως συνεχίζει το δελτίο, ενώ οι δαπάνες του δημοσίου παραμένουν στο απυρόβλητο, η κυβέρνηση επιβαρύνει για πολλοστή φορά με υψηλότερους φόρους τους συνεπείς φορολογουμένους και τις επιχειρήσεις που διανέμουν ακόμα μέρισμα. Έτσι, όμως, διαλύεται ο παραγωγικός και ο κοινωνικός ιστός, η οικονομία γίνεται δυσλειτουργική και δεν αποκλείεται να καταλήξει …όπως το συμπαθητικό τετράποδο του Χότζα!
Σε αυτό, όπως επισημαίνει ο ΣΕΒ, θα συμβάλλει καθοριστικά η αύξηση του ΦΠΑ και η αύξηση της φορολογίας των μερισμάτων από 10% σε 15% στους μετόχους επιχειρήσεων που κάνουν κέρδη, δημιουργούν δουλειές, εξακολουθούν και πληρώνουν φόρους και κάνουν επενδύσεις, έχοντας ήδη συνεισφέρει πολλαπλώς στην προσπάθεια προσαρμογής. Στο πλαίσιο αυτό και για όσο διάστημα διαρκεί η αβεβαιότητα, ως προς τις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας, οι καταθέσεις δεν πρόκειται να επανέλθουν στο τραπεζικό σύστημα και οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων δεν πρόκειται να αρθούν. Με τις καταθέσεις να υπολείπονται κατά €100 δισ. περίπου των χορηγήσεων, η μείωση του χρηματοδοτικού κενού των τραπεζών, που σήμερα καλύπτεται από το Ευρωσύστημα, θα επιφέρει τη συρρίκνωση των ισολογισμών των τραπεζών μέσω της τακτοποίησης των προβληματικών δανείων που ανέρχονται σε 40% - 50% περίπου του συνόλου των χορηγήσεων.
Σύμφωνα με το δελτίο του ΣΕΒ, η επαναφορά στην κανονικότητα προϋποθέτει την όσο το δυνατόν ταχύτερη ρύθμιση των προβληματικών δανείων, με ενίσχυση του πτωχευτικού δικαίου και του πλαισίου πλειστηριασμών και μεταβίβασης των απαιτήσεων των τραπεζών σε εταιρείες εξειδικευμένες σε ρευστοποιήσεις, αναδιαρθρώσεις και αναχρηματοδοτήσεις υπερχρεωμένων επιχειρήσεων. Η σταθερότητα της οικονομίας στο μεταβατικό αυτό στάδιο απαιτεί προσεκτικές κινήσεις ώστε να μετριασθούν τυχόν προβλήματα κερδοφορίας των τραπεζών και ασυνέχειας στη ρευστότητα της οικονομίας και την επιχειρηματική δραστηριότητα.