Σχέδιο επαναφοράς του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας εξετάζει η κυβέρνηση

Σχέδιο επαναφοράς του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας εξετάζει η κυβέρνηση

Η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και η αντικατάστασή του από φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας για την επόμενη χρονιά βρίσκεται στις σκέψεις της κυβέρνησης. Σύμφωνα με την "Καθημερινή", αυτό είναι ένα σχέδιο που εξετάζεται, με την προϋπόθεση ότι οι επιτροπές θα καταφέρουν να εξισώσουν τις αντικειμενικές αξίες με τις πραγματικές τιμές πώλησης των ακινήτων. 

Η υφυπουργός Οικονομικών Κ. Παπανάτσιου, μιλώντας χθες στο συνέδριο της Prodexpo, έκανε σχετική αναφορά σημειώνοντας ότι «στόχος μας είναι ο ΕΝΦΙΑ να αντικατασταθεί με έναν φόρο μεγάλης περιουσίας που θα είναι προοδευτικός».

Στο θέμα της εξίσωσης των τιμών των ακινήτων η υφυπουργός ανέφερε ότι δρομολογείται η θεσμοθέτηση δευτεροβάθμιων επιτροπών, οι οποίες θα σπεύδουν να διορθώνουν τις τιμές που θα προκύψουν από τις υπό σύσταση 75 τοπικές επιτροπές καθορισμού των αντικειμενικών αξιών.

Όπως επισημαίνει κυβερνητικός αξιωματούχος, εφόσον επιτευχθεί ο δύσκολος στόχος της εξίσωσης των αξιών των ακινήτων, θα κατατεθεί στη Βουλή σχέδιο νόμου με το οποίο από τη μία θα αναπροσαρμοστούν οι αξίες των ακινήτων και από την άλλη θα αντικατασταθεί ο ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων με τον φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας.

Στόχος της κυβέρνησης, όπως ανέφερε ο αξιωματούχος, είναι σε κάθε περίπτωση να βεβαιώνονται έσοδα 3,2 δισ. ευρώ όπως προβλέπει η συμφωνία με τους πιστωτές της χώρας, ωστόσο είναι θέμα πολιτικής της κυβέρνησης το πώς θα επιμερίζεται ο φόρος. Δηλαδή, όπως επισήμανε, στις προθέσεις της κυβέρνησης είναι να ελαφρύνει τις χαμηλές ιδιοκτησίες και να μεταφέρει το βάρος στις υψηλότερες. Αυτό σημαίνει ότι για να επιτευχθεί ο στόχος των 3,2 δισ. ευρώ, η κυβέρνηση θα αυξήσει τη φορολογία για όσους κατέχουν ακίνητα πάνω από κάποια αξία.

Προφανώς, για αυτούς οι φόροι θα είναι σημαντικά υψηλότεροι από αυτούς που καταβάλλονται σήμερα, και αυτό, καθώς τα χαμηλής αξίας ακίνητα θα απαλλαγούν από το φόρο. Σημειώνεται ότι τα έσοδα του Δημοσίου από τον ΦΑΠ του 2011 με αφορολόγητο όριο 200.000 ήταν περίπου 800 εκατ. ευρώ και αφορούσαν 560.000 ιδιοκτήτες ακινήτων.

Ο ΦΜΑΠ εφαρμόσθηκε για πρώτη φορά το 1997 και προέβλεπε υψηλό αφορολόγητο. Συγκεκριμένα, ο ΦΜΑΠ αφορούσε φορολογουμένους με ακίνητη περιουσία άνω των 243.600 ευρώ για τους άγαμους, 487.200 ευρώ για τους έγγαμους, με προσαύξηση 61.650 ευρώ για καθένα από τα δύο πρώτα παιδιά και 73.400 ευρώ για καθένα από το τρίτο παιδί και πάνω. Ο φόρος υπολογιζόταν με συντελεστές από 0,354% έως 0,944% επί της αντικειμενικής αξίας, για τα φυσικά πρόσωπα. Ο ΦΜΑΠ διατηρήθηκε για αρκετά χρόνια και το 2009 επανήλθε ως φόρος ακίνητης περιουσίας (ΦΑΠ) που αρχικά είχε όριο τις 400.000 ευρώ αντικειμενική αξία και άνω. Στη συνέχεια το 2010 το όριο επιβολής ΦΑΠ υποχώρησε στις 300.000 ευρώ για να καταλήξει το 2011 στις 200.000 ευρώ αντικειμενική αξία.