Η χθεσινή παρουσίαση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος τυγχάνει ήδη θετικής αποδοχής από τις αγορές όπως φαίνεται και από τα spread των ελληνικών ομολόγων. Επισημάνθηκε χθες και από το οικονομικό επιτελείο το γεγονός ότι η Ελλάδα δανείζεται πλέον φθηνότερα και από τη Γαλλία με τα 5ετή ομόλογα. Η σημερινή συνεδρίαση ξεκίνησε πτωτικά για το 10ετές, με την απόδοση να διολισθαίνει προς το 3% και το «άνοιγμα» με το γερμανικό bund να κλείνει στις 100 μονάδες.
Οι επενδυτές φαίνεται να αναγνωρίζουν την προοπτική παρουσίασης «τακτοποιημένων» οικονομικών για την επόμενη 4ετία. Τι δείχνει το μεσοπρόθεσμο; Ότι η Ελλάδα μπορεί να παράγει χωρίς νέους φόρους και εισπρακτικά μέτρα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 2,4%-2,5% σε βάθος χρόνου και με αυτά τα λεφτά να καλύπτει την «κλειδωμένη» δαπάνη για τους τόκους εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους. Ένα χρέος, το οποίο θα βαίνει μειούμενο αναλογικά με το ΑΕΠ και κάποια στιγμή μέσα στην 4ετία, θα πάψει να είναι το υψηλότερο της Ευρώπης, αναδεικνύοντας την Ιταλία στην πιο υπερχρεωμένη χώρα.
Μια Ιταλία η οποία ενώ διαθέτει υψηλότερη βαθμολογία για τα ομόλογά της από την Ελλάδα, αυτή τη στιγμή είναι αντιμέτωπη (όπως και άλλες 7 χώρες της Ευρωζώνης, μεταξύ των οποίων και η Γαλλία) αντιμέτωπη με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον κρατικό προϋπολογισμό και τις συνθήκες διαβίωσης των γειτόνων.
Η ανάπτυξη, τα πρωτογενή πλεονάσματα, η διαχείριση των δημοσίων δαπανών με σύνεση (σ.σ θα υπάρξουν και περιθώρια για νέα μέτρα στήριξης της τάξεως των 500-1000 εκατ. ευρώ ετησίως, ανάλογα και με την απόδοση των πολιτικών πάταξης της φοροδιαφυγής) δημιουργούν το κατάλληλο έδαφος για να αναδειχθεί το 2025 σε έτος νέων αναβαθμίσεων της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης. Ούτως ή άλλως, οι αναβαθμίσεις των προοπτικών και από τη Standard and Poor’s και από τη Moody’s έχουν ενεργοποιήσει μια άτυπη «αντίστροφη μέτρηση».
Μέσα στους επόμενους 12 μήνες, θα πρέπει να αποφασίσουν αν θα κάνουν το βήμα και θα δώσουν το κάτι παραπάνω. Ειδικά για τη Moody’s αυτό σημαίνει επιστροφή της επενδυτικής βαθμίδας και «άνοιγμα» της ζήτησης για τα ελληνικά ομόλογα.
Για το 2025, η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη να σηκώσει πολλά λεφτά από τις αγορές, καθώς τα ταμεία είναι γεμάτα (αν καταβληθεί το τίμημα της Αττικής οδού εντός του μήνα, τα ταμειακά διαθέσιμα θα ξεπεράσουν τα 43 δις. ευρώ), ενώ οι υποχρεώσεις του 2025 περιορισμένες. Αυτό ενισχύει ακόμη περισσότερο τα ελληνικά ομόλογα καθώς «χτυπά» στο νόμο της προσφοράς και της ζήτησης.
Τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και οι περιορισμένες δανειακές ανάγκες, δημιουργούν το έδαφος για περαιτέρω μείωση της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ. Τα νούμερα που παρουσιάστηκαν χθες (σ.σ αποκλιμάκωση στο 153% φέτος και προοπτική πτώσης στο 133% μέχρι το 2028) δεν περιλαμβάνουν βέβαια τους αναβαλλόμενους τόκους που θα φορτώσουν το χρέος με 13,5 δις. ευρώ μέχρι το τέλος του 2024. Δεν περιλαμβάνουν όμως και τις πρόωρες αποπληρωμές που θα γίνουν μέσα στον Δεκέμβριο ύψους 7,8 δις. ευρώ ούτε και τις όποιες επιπτώσεις από την επικείμενη αναθεώρηση του ΑΕΠ.
Είναι λοιπόν αυξημένες οι πιθανότητες, ακόμη και αυτή η εκκρεμότητα με τους αναβαλλόμενους τόκους να κλείσει σχετικά αναίμακτα για την Ελλάδα, δημιουργώντας ακόμη περισσότερες προϋποθέσεις για αναβαθμίσεις εντός του 2025.