Η κυβέρνηση Τραμπ βρίσκεται σε τακτική επικοινωνία με τους Ρεπουμπλικάνους στη Γερουσία σχετικά με τα μέτρα οικονομικής βοήθειας για τον κορονοϊό και θα παρουσιάσουν πιθανότατα ένα νέο νομοσχέδιο την επόμενη εβδομάδα, δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν.
Ερωτηθείς σχετικά με την κατάρρευση των συνομιλιών με τους Δημοκρατικούς για το εν λόγω νομοσχέδιο, ο Μνούτσιν δήλωσε στο δίκτυο Fox Business ότι ο ίδιος, καθώς ο προσωπάρχης του Λευκού Οίκου Μαρκ Μίντοους βρίσκονται σε τακτική επικοινωνία με τον επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία Μιτς ΜακΚόνελ.
«Ελπίζουμε ότι το νέο νομοσχέδιο θα παρουσιαστεί την επόμενη εβδομάδα», είπε ο Μνούτσιν.
Οι διαπραγματεύσεις για το επόμενο πακέτο στήριξης της οικονομίας έχουν παγώσει από τις αρχές Αυγούστου, όταν Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι βρέθηκαν σε αδιέξοδο, μη μπορώντας να γεφυρώσουν τη διαφορά, ύψους πάνω από 1 τρις δολαρίων, που χωρίζει τις προτάσεις τους για την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των πολιτειακών και τοπικών κυβερνήσεων, των σχολείων και των εργαζομένων στον τομέα της υγείας.
Ο Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε στο μεταξύ προεδρικό διάταγμα για την επέκταση του επιπλέον επιδόματος ανεργίας, οι λεπτομέρειες της εφαρμογής του όμως παραμένουν ασαφείς.
Όπως αναφέρει το πρακτορείο Reuters, ο Μνούτσιν δήλωσε ότι η επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι και ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ «δεν θέλησαν να υπάρξει συνάντηση».
Οι Ρεπουμπλικάνοι, που ελέγχουν τη Γερουσία, έχουν συζητήσει το ενδεχόμενο να προτείνουν νέο νομοσχέδιο, με στενότερο πεδίο από το σχέδιο 3 τρις. δολαρίων που ενέκρινε η Βουλή των Αντιπροσώπων τον Μάιο, έως τώρα όμως δεν έχουν καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις.
Ο Μίντοους δήλωσε την Παρασκευή ότι ο Αμερικανός πρόεδρος είναι διατεθειμένος να υπογράψει ένα πακέτο οικονομικής βοήθειας ύψους 1,3 τρις, δολαρίων, αυξημένο σε σχέση με την αρχική πρόταση για 1 τρις. δολάρια.
Η Πελόζι, από τη μεριά της, έχει δηλώσει ότι οι Δημοκρατικοί θα συμβιβαστούν με ένα πακέτο ύψους 2,2 τρις δολαρίων, πολύ χαμηλότερο από το αρχικό αίτημα για 3 τρις. δολάρια, επιμένει όμως ότι απαιτείται επιπλέον χρηματοδότηση για τις πολιτειακές και τοπικές αρχές, τα σχολεία και τη διενέργεια τεστ και ιχνηλάτησης επαφών.