Με τις μηχανές στο φουλ ξεκίνησε για την ελληνική πλοιοκτητική κοινότητα η νέα χρονιά με τις αγορές να συνεχίζονται αμείωτες και την Αθήνα να κατακτά την παγκόσμια «πρωτιά» ως κορυφαίο ναυτιλιακό κέντρο εκτοπίζοντας τη Σιγκαπούρη στη δεύτερη θέση.
Ήδη οι Έλληνες εφοπλιστές, μόλις στο πρώτο δεκαπενθήμερο, πραγματοποίησαν πάνω από 20 αγορές πλοίων επιβεβαιώνοντας έτσι ότι κρατούν τους υψηλούς ρυθμούς του 2021 που έκλεισε με τους Έλληνες πλοιοκτήτες να πρωταγωνιστούν στο ναυτιλιακό μαραθώνιο αγορών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Την ίδια ώρα η Αθήνα επέστρεψε στην κορυφή ως παγκόσμιο ναυτιλιακό κέντρο σύμφωνα με την έκδοση Leading Maritime Cities 2022 του Νηογνώμονα DNV και της εταιρείας συμβούλων Menon Economics, που εστιάζει στις πόλεις που έχουν ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια ναυτιλιακή οικονομία.
Ειδικότερα, την εβδομάδα 10 έως 16 Ιανουαρίου έλαβαν χώρα άνω των είκοσι αγορών πλοίων, με τους Έλληνες πλοιοκτήτες να προβαίνουν σε αγορές τόσο στην αγορά των tankers, όσο και σε εκείνη των bulk και gas carriers, ενώ το 2021, σύμφωνα με δεδομένα της VesselsValue, οι Έλληνες πλοιοκτήτες βρέθηκαν στην κορυφή, βάσει των επενδύσεων που πραγματοποίησαν για bulk carriers, tankers και containerships.
Συγκεκριμένα, οι Έλληνες επένδυσαν σε 28 second-hand containerships, 245 second-hand bulkers και 109 second-hand tankers και προχώρησαν σε 94 παραγγελίες νεότευκτων, έναντι συνολικά 13,8 δισ. δολαρίων.
Οι αγορές των 109 δεξαμενόπλοιων έναντι 2, δισ. δολαρίων έφεραν εταιρείες ελληνικών συμφερόντων στην πρώτη θέση παγκοσμίως σε παραγγελίες και αγοραπωλησίες αυτής της κατηγορίας , έχοντας πραγματοποιήσει παραγγελίες για συνολικά 49 δεξαμενόπλοια έναντι 2,8 δισ. δολάρια. Η κυριαρχία των Ελλήνων στα δεξαμενόπλοια, γίνεται πιο εμφανής καθώς ένα στα πέντε (20%) tankers που αγοράστηκε εντός του έτους (560) κατέληξε σε ελληνικά χέρια, ενώ το μερίδιο των Ελλήνων στις συνολικές παραγγελίες δεξαμενόπλοιων είναι 27%.
Συγκριτικά, οι κινεζικών συμφερόντων ναυτιλιακές εταιρείες, που βρέθηκαν στη δεύτερη θέση της παγκόσμιας κατάταξης, προέβησαν σε 32 παραγγελίες δεξαμενόπλοιων και 78 αγορές μεταχειρισμένων δεξαμενόπλοιων έναντι 2,9 δισ. δολαρίων.
Όσον αφορά στις επενδύσεις για bulk carriers ένα στα τέσσερα , δηλαδή 25%, ή διακόσια σαράντα πέντε από τα συνολικά 963 πλοία που άλλαξαν ιδιοκτήτες κατέληξαν σε ελληνικά χέρια φέρνοντας τους Έλληνες να κυριαρχούν παγκοσμίως και στην κατηγορία αυτή.
Όσον αφορά την αρχή του έτους οι Έλληνες επενδυτές επικεντρώθηκαν στα tankers μεγάλου μεγέθους. Πιο συγκεκριμένα, από τα συνολικά τέσσερα VLCCs που πωλήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, τα δύο κατέληξαν σε Έλληνες αγοραστές, έναντι περίπου 36 εκατ. δολαρίων έκαστο.
Γενικότερα, η second-hand αγορά των tankers κινήθηκε σε γοργούς ρυθμούς, με συνολικά δώδεκα tankers διαφόρων μεγεθών να αλλάζουν χέρια.
Όσον αφορά στην έκδοση Leading Maritime Cities 2022 του Νηογνώμονα DNV και της εταιρείας συμβούλων Menon Economics, που εστιάζει στις πόλεις που έχουν ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια ναυτιλιακή οικονομία, αυτή επικεντρώνεται σε πέντε κατηγορίες προκειμένου να αξιολογήσει τη θέση της κάθε πόλης σε αυτή την παγκόσμια κατάταξη.
Ο πρώτος πυλώνας είναι κατά πόσο η πόλη αποτελεί ναυτιλιακό κέντρο, αν δηλαδή αποτελεί έδρα ναυτιλιακών εταιρειών και μεγάλο μέρος του εμπορικού στόλου, τις υποδομές σε χρηματοοικονομικές και νομικές υπηρεσίες, τις επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες που έχουν σχέση με τη ναυτιλία, τις υποδομές σε λιμενικά έργα και logistics και τέλος το ευρύτερο επιχειρησιακό θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας.
Εστιάζοντας μόνο στην κατηγορία «Shipping Center» η Αθήνα καταλαμβάνει την πρώτη θέση, ακολουθούμενη από τη Σιγκαπούρη, το Τόκιο, τη Σαγκάη και το Αμβούργο. Όπως αναφέρει η έκδοση, σε σύγκριση με το 2019 όλο και περισσότερες επιχειρησιακές δραστηριότητες της ναυτιλίας μετακινούνται προς ασιατικά ναυτιλιακά κέντρα, με αποτέλεσμα παραδοσιακά ευρωπαϊκά κέντρα να βρίσκονται τώρα χαμηλότερα στη δεκάδα, με μόνη εξαίρεση την Αθήνα που επέστρεψε στην πρώτη θέση εκτοπίζοντας τη Σιγκαπούρη στη δεύτερη.
Το μερίδιο του ευρωπαϊκού στόλου έχει μειωθεί από 45% σε 43%, αλλά ειδικά η Αθήνα κινείται σε αντίθετη ρότα, καθώς σε σύγκριση με το 2019 εμφανίζει αύξηση κατά 20% του υπό διαχείριση στόλου της με όρους tonnage. Τα δυνατά σημεία της πόλης είναι η ισχυρή και μεγάλη πλοιοκτησία, καθώς οι Έλληνες εφοπλιστές έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στον διεθνή ναυτιλιακό κλάδο και αναμένεται η επιρροή τους να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο.
Επίσης, η ελληνική πλοιοκτησία πρωταγωνιστεί και στις επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες στόλου. Σε συνάρτηση με τον στόχο για μείωση των εκπομπών CO2 κατά 50% σε σχέση με το 2050, η Αθήνα προηγείται στην κούρσα των παραγγελιών για πλοία που θα χρησιμοποιούν εναλλακτικά καύσιμα όπως LNG, LPG, μεθανόλη με 1,3 εκατ. gt υπό παραγγελία, με το Τόκιο να ακολουθεί με 1,2 εκατ. gt αντιστοίχως.