Του Θανάση Κουκάκη
Αν και έχουν περάσει 155 ημέρες από την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, στους πέντε μήνες και 4 ημέρες που έχουν μεσολαβήσει η κυβέρνηση έχει επιδείξει μεγάλη ολιγωρία στο να τρέξει τα 88 προαπαιτούμενα που περιλαμβάνει η τέταρτη αξιολόγηση, με αποτέλεσμα μόλις το 30% των μέτρων - «ορόσημων» να θεωρείται υλοποιημένο.
Υπηρεσιακά στελέχη του υπουργείου Οικονομικών παραδέχονται τις καθυστερήσεις και υποστηρίζουν πως κάποια εκ των ζητημάτων είναι τεχνικής φύσης και δεν αρκεί η νομοθέτηση ή η πολιτική βούληση για να υλοποιηθούν. Προσθέτουν δε πως κάποια από τα 62 περίπου προαπαιτούμενα που είναι ανοικτά απαιτούν διαβούλευση και με τους θεσμούς προκειμένου να αποκρυσταλλωθούν.
Άλλες πληροφορίες αναφέρουν πως στελέχη με κομβικό ρόλο στην υλοποίηση των μνημονιακών δεσμεύσεων, όπως ο διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του Ευκλείδη Τσακαλώτου, Σπύρος Παπακωνσταντίνου, η γενική γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών Ελενα Παπαδοπούλου, ο γενικός γραμματέας της Κυβέρνησης Μιχάλης Καλογήρου και ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Δημήτρης Λιάκος εμφανίζονται να έχουν «κατεβάσει τα μολύβια», απόρροια σωρευμένης κούρασης.
Το τι μέλλει γενέσθαι θα φανεί από την επόμενη Δευτέρα, οπότε θα επιστρέψουν στην Αθήνα οι Ντέκλαν Κοστέλο (Ευρωπαϊκή Επιτροπή), Φραντσέσκο Ντρούντι (ΕΚΤ), Νικόλα Τζιαμαρόλι (ESM) και Πίτερ Ντόλμαν (ΔΝΤ), προκειμένου να επισκοπήσουν την πορεία της τέταρτης αξιολόγησης.
Στο Eurogroup της Σόφιας είχε καλλιεργηθεί η προσδοκία ότι η τεχνική συμφωνία (Staff Level Agreement) μεταξύ Ελλάδος και θεσμών θα μπορούσε να επιτευχθεί έως τις 24 Μαΐου. Ωστόσο, δεδομένων των καθυστερήσεων στην υλοποίηση των προαπαιτούμενων αυτό δεν μοιάζει εφικτό.
Χάθηκε πολύτιμος χρόνος
Υπενθυμίζεται πως η τρίτη αξιολόγηση έκλεισε σε τεχνικό επίπεδο χωρίς να έχουν εφαρμοστεί όλα τα προαπαιτούμενα, ωστόσο αυτό είχε ως αποτέλεσμα η υπο-δόση των 5,7 δισ. ευρώ να δοθεί στην Ελλάδα στα μέσα Μαρτίου, καθώς το Eurogroup επέμενε στην τήρηση όλων των δεσμεύσεων. Μάλιστα, ακόμη και σήμερα εκκρεμεί η υπο-δόση του 1 δισ. ευρώ που κανονικά θα έπρεπε να δοθεί μέσα στον Απρίλιο.
Αυτή η «πολυτέλεια» δεν υπάρχει πλέον, καθώς με τη δόση της τέταρτης αξιολόγησης ύψους 11,7 δισ. ευρώ θα κτιστεί το μεγαλύτερο κομμάτι του αποθεματικού ασφαλείας για τη μετά το μνημόνιο εποχή και θα δρομολογηθεί ο μηδενισμός των χρεών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, συνολικού ύψους 3,4 δισ. ευρώ!
Από την πλευρά της κυβέρνησης υποστηρίζεται πως αρκετά από τα 88 προαπαιτούμενα θα αποχαρακτηριστούν ως «ορόσημα» και θα ενταχθούν ως μεταρρυθμίσεις του μεταμνημονιακού προγράμματος εποπτείας. Αλλά αυτό είναι κάτι που δεν επιβεβαιώνεται ούτε από όλους τους θεσμούς ούτε θέλει να το συζητά η γερμανική κυβέρνηση, που απαιτεί την πλήρη υλοποίηση των προαπαιτούμενων για να εγκριθούν οι εκταμιεύσεις προς τη χώρα μας.
Πάντως, εκτός από την πίεση των δανειστών η κυβέρνηση θα πρέπει να διαχειριστεί και την εσωτερική πολιτική πίεση, καθώς στα «τοξικά» προαπαιτούμενα που εκκρεμούν περιλαμβάνονται οι αλλαγές στις αντικειμενικές αξίες, η αναπροσαρμογή των συντελεστών του ΕΝΦΙΑ (εάν αυτό κριθεί αναγκαίο), η αύξηση του ΦΠΑ σε Λέσβο, Χίο, Σάµο, Κω και Λέρο στο 24%, οι αναπροσαρμογές σε κοινωνικά επιδόματα, όπως το επίδομα στέγασης, η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων, η αυστηροποίηση του νόμου Κατσέλη, η πώληση του 65% της ΔΕΠΑ, αλλά και το νέο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής για την περίοδο 2019-2021.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Φιλελεύθερο στις 7 Μαΐου.