Τα χθεσινά στοιχεία που έδειξαν ότι ο πληθωρισμός στη χώρα μας διαμορφώθηκε στο 3,4% τον Οκτώβριο, αντανακλούν αφενός τη μεγάλη αύξηση του ενεργειακού κόστους που έχει αντίκτυπο σε τομείς όπως η στέγαση και οι μεταφορές, καθώς και τις αυξήσεις στα τρόφιμα, οι οποίες αρχίζουν να γίνονται αισθητές. Πόσο θα κρατήσει η ανοδική πορεία των τιμών των τροφίμων και πόσο απειλεί τα νοικοκυριά;
Σύμφωνα με τον ειδικό σε θέματα γεωργικής οικονομίας, καθηγητή του Cornell University, Άντριου Νοβάκοβιτς, οι αυξήσεις των τιμών στα τρόφιμα είναι κάτι που ανεβαίνει και μετά σταθεροποιείται αλλά σε υψηλότερα επίπεδα. Δεν είναι ένας κύκλος που τελειώνει και οι τιμές υποχωρούν έτσι εύκολα.
Την ώρα, λοιπόν, που η συζήτηση για τον πληθωρισμό επικεντρώνεται κυρίως στις ενεργειακές τιμές, προκαλούν σοκ οι εκτιμήσεις που θέλουν την άνοδο που παρατηρείται στις τιμές των τροφίμων φέτος, να συνεχίζεται τουλάχιστον έως τους πρώτους μήνες του 2023. Σύμφωνα με την S&P, θα χρειαστεί χρόνος και χρήμα για να επιλυθούν τα προβλήματα στην παραγωγή και στις εφοδιαστικές αλυσίδες, που συνεπάγεται ότι οι συνθήκες όχι μόνο δε θα βελτιωθούν αλλά είναι πολύ πιθανό να επιδεινωθούν τους επόμενους 12-18 μήνες.
Πριν από περίπου ένα μήνα, όταν τα στοιχεία για τη βιομηχανική παραγωγή στην ατμομηχανή της παγκόσμιας οικονομίας, την Κίνα, έδειξαν αναπάντεχη πτώση, ο «γκουρού» των αγορών Μοχάμεντ Ελ-Εριάν είχε προειδοποιήσει ότι είναι πολύ πιθανό να εξασθενήσει απότομα η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας και ταυτόχρονα να συνεχίσουν να αυξάνονται οι τιμές, σε ένα σενάριο απόλυτης καταστροφής το οποίο λίγο έλειψε να ρίξει στα βράχια τη Μ. Βρετανία τη δεκαετία του 1970.
Τον Οκτώβριο, ο δείκτης τιμών τροφίμων του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO food price index) ενισχύθηκε κατά το εντυπωσιακό 31,3% σε σύγκριση με τον Οκτώβριο του 2020, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2011. Αν, όμως λάβουμε υπόψη και τον πληθωρισμό, τότε σε πραγματικούς όρους οι τιμές των τροφίμων παγκοσμίων είναι οι υψηλότερες των τελευταίων 20 ετών, καθώς ξεπερνούν τόσο το 2011 όσο και το 2008.
Στη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, στις ΗΠΑ, η ομάδα ερευνών του υπουργείου Αγροτικής Πολιτικής προβλέπει ότι οι τιμές στα τρόφιμα θα αυξηθούν από 2,5% έως 3,5% φέτος και επιπλέον 2,5% το 2022. Πρόκειται για μία εξαιρετικά συντηρητική πρόβλεψη αν σκεφτούμε τι έχει συμβεί τους τελευταίους μήνες, όπου οι εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό αναθεωρούνται συνεχώς προς τα πάνω. Στην αρχή όλοι πίστευαν ότι ήταν ένα παροδικό φαινόμενο και σιγά σιγά συνηθίζουμε στο ότι ο πληθωρισμός ήρθε για να μείνει.
Η κλιματική αλλαγή (ξηρασία στη Νότια και Βόρεια Αμερική, ισχυρές βροχοπτώσεις και πλημμύρες στην Ευρώπη), η εκτόξευση του ενεργειακού κόστους και του κόστους μεταφορών, καθώς και οι μεγάλες ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό, είναι οι παράγοντες που ο οίκος αξιολόγησης S&P εκτιμά ότι θα συνεχίσουν να επιβαρύνουν το… καλάθι της νοικοκυράς. Είναι τόσο απότομες οι αυξήσεις που σύμφωνα με τον οίκο, απειλούν την μετά την πανδημία ανάκαμψη αφού επιταχύνεται ο πληθωρισμός και ενδεχομένως ανατρέπουν το πως μεταφέρονται, αγοράζονται και πωλούνται τα τρόφιμα παγκοσμίως.
Οι Αμερικανοί καταναλωτές πληρώνουν 29% περισσότερο από πέρσι μία μοσχαρίσια μπριζόλα, 25% ακριβότερα το αγαπημένο τους μπέικον και 36% ακριβότερα τα επίσης αγαπημένα τους αυγά, βάσει των επίσημων στοιχείων των αμερικανικών αρχών.
Στην Ευρώπη, αν και ο πληθωρισμός ακόμη δεν έχει δείξει τα δόντια του όπως στις ΗΠΑ, η τιμή της λευκής ζάχαρης αυξήθηκε 36,1%, το κριθάρι ενισχύθηκε κατά 38,4% και το σκληρό σιτάρι κατά 63,2%, με στοιχεία Σεπτεμβρίου. Να πούμε ότι ο πληθωρισμός στην ΕΕ τα τελευταία 25 χρόνια διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στο 2,93%, με ιστορικό υψηλό τον Νοέμβριο του 1997 στο 16,1% και ιστορικό χαμηλό τον Ιούνιο του 2014 στο -1,2%.
Στην Ελλάδα, η επίσημη μέτρηση έδειξε ότι ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 3,4% τον Οκτώβριο, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να παρατηρούνται στη στέγαση εξαιτίας των αυξήσεων σε ηλεκτρισμό, πετρέλαιο και φυσικό αέριο, καθώς και στις μεταφορές, λόγω των αυξήσεων σε καύσιμα και λιπαντικά. Στα τρόφιμα, οι αυξήσεις διαμορφώθηκαν στο 3%, σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω των αυξήσεων σε ψωμί, κρέας και πουλερικά, νωπά ψάρια, τυριά, ελαιόλαδο, νωπά λαχανικά κ.ά.