Η ιστορία με τα «βαλκανικά» POS είναι γνωστή. Στον πελάτη που θέλει να πληρώσει με κάρτα, ο επαγγελματίας εμφανίζει τερματικό μηχάνημα, συνδεδεμένο με εταιρεία εκκαθάρισης συναλλαγών που έχει την έδρα της σε τρίτη χώρα.
Την ώρα που ο πελάτης περνάει την κάρτα του, η εντολή μεταφοράς των χρημάτων προς τον λογαριασμό του επαγγελματία διαβιβάζεται στο εξωτερικό και «ταξιδεύει» μέσω χωρών που δεν έχουν συμφωνήσει να ανταλλάσσουν πληροφορίες με την Ελλάδα για τις τραπεζικές κινήσεις στην επικράτειά τους.
Τα λεφτά περνούν κάτω από το ραντάρ και την ίδια στιγμή που κάνουν το γύρο του κόσμου, ο πελάτης παίρνει μια απόδειξη όπου το τυπωμένο QR Code ή και το ποσό που αναγράφει, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Κανείς φυσικά δεν διαβάζει την απόδειξη, ειδικά αν είναι κάποιος από τους 30 εκατομμύρια τουρίστες που επισκέπτονται κάθε χρόνο την Ελλάδα. Τουλάχιστον εκεί ποντάρουν οι επιτήδειοι.
Το παιχνίδι αυτό, θα δυσκολέψει με τη διασύνδεση ταμειακών με POS. Η χρήση τερματικών που εκκαθαρίζονται εκτός Ελλάδος περιπλέκεται. Στο εξής, θα πρέπει πρώτα να εκδοθεί η απόδειξη από την ταμειακή, η οποία πρέπει να είναι συνδεδεμένη με την ΑΑΔΕ και μετά να γίνει η πληρωμή με την κάρτα. Σήμερα συμβαίνει το ανάποδο.
Προσεχώς, κάθε φορά που ένας πελάτης θα πληρώνει με χρεωστική ή πιστωτική, θα πρέπει προηγουμένως να έχει «χτυπηθεί» το αντίστοιχο ποσό στην ταμειακή προκειμένου στη συνέχεια να «ξεκλειδώσει» το POS για να προχωρήσει η συναλλαγή. Εξαλείφεται έτσι ή έστω περιορίζεται η πιθανότητα αποφυγής έκδοσης φορολογικής απόδειξης όταν πρόκειται για συναλλαγές με χρήση κάρτας με αποτέλεσμα τη σημαντική αποκάλυψη κρυμμένης μέχρι σήμερα φορολογητέας ύλης.
Η επίσκεψη χθες του Κωστή Χατζηδάκη σε μανάβικο στο Μαρούσι, όπου πραγματοποιήθηκε σε real time η διασύνδεση των δύο συστημάτων, POS και ταμειακής με την ΑΑΔΕ, αυτό ακριβώς ήθελε να δείξει.
Κυρίως όμως ότι η φοροδιαφυγή δεν αφορά μόνο τις γαμήλιες υπεραπαραγωγές, αλλά την καθημερινότητά μας. Η εμπέδωση φορολογικής κουλτούρας ξεκινά από το οικοσύστημα του καθενός στο δικό του μικρόκοσμο. Η φορολογική συνείδηση αφορά όλους μας, τους επαγγελματίες της γειτονιάς, τους πολίτες που συναλλάσσονται μαζί τους, δεν υπάρχει φοροδιαφυγή των διάσημων και των άλλων, μια είναι.
Η αλήθεια είναι ότι τις τελευταίες μέρες και καθώς πλησιάζουμε στην προθεσμία της 29ης Φεβρουαρίου, οπότε θα πρέπει να έχουν διασυνδεθεί και οι 450.000 ταμειακές με αντίστοιχο αριθμό POS, υπάρχει κινητικότητα. Η αύξηση του αριθμού των παρόχων που αναβαθμίζουν τα λογισμικά τους είναι εκθετική. Έπαιξαν το ρόλο τους, η ανακοίνωση για πρόστιμα 10.000 ευρώ για όποιον δεν ανταποκριθεί, η πιεστική καμπάνια του υπουργείου Οικονομικών, τα χιλιάδες μέιλ που στέλνονται σε επιχειρήσεις που διαθέτουν ταμειακή και των οποίων οι πάροχοι έχουν αναβαθμίσει τα POS τους, το ασφυκτικό πρέσινγκ προς τους προμηθευτές των μηχανημάτων και των σχετικών υπηρεσιών.
Και πάλι όμως, οι μισοί περίπου από τους τεχνικούς εγκαταστάτες παραμένουν ακόμη μη ενεργοί, χωρίς να έχουν κάνει αναβαθμίσεις. Τηρούν χαλαρή στάση, όχι επειδή το εγχείρημα είναι σύνθετο, απλώς επειδή αρνούνται να διαχειριστούν την αλλαγή που έρχεται και να βγουν έξω από την πεπατημένη με την οποία έχουν μάθει να λειτουργούν τόσα χρόνια.
Ένα θέμα είναι τα πρόστιμα που περιμένουν όσους από τους κρίκους της αλυσίδας βρεθούν υπερήμεροι, επιχειρήσεις με ταμειακές, παρόχους τερματικών POS, εισαγωγείς και κατασκευαστές ταμειακών, εγκαταστάτες.
Ένα δεύτερο θέμα είναι η τεχνολογία που έχει πλέον στα χέρια του το υπ. Οικονομικών για τη φοροδιαφυγή. Τώρα υπάρχει το μητρώο POS, όπου η ΑΑΔΕ μπορεί να δει πόσα και ποια τερματικά, και ποιας εταιρείας, έχει η κάθε επιχείρηση. Καθώς επίσης ποια από αυτά είναι συνδεδεμένα με εταιρείες εκκαθάρισης συναλλαγών εντός ΕΕ και ποια όχι.
Τα τελευταία, τα «ορφανά» POS εξωτερικού, συνδεδεμένα συχνά με λογαριασμούς που δεν δηλώνονται ως επιχειρηματικοί και με τα οποία μπορεί να εμπλέκονται κυκλώματα (τεχνικοί, λογιστές, κλπ), θα θεωρούνται αυτομάτως μη νόμιμα. Τώρα θα μπορούν να εντοπίζονται και πιθανώς να αποκαλυφθεί μια άγνωστη μέχρι σήμερα διαδρομή χρήματος που θα γεμίσει περαιτέρω το ταμείο του κράτους.
Και «γεμάτο» ταμείο δεν σημαίνει ότι τα λεφτά γίνονται δημοσιονομικά μαξιλάρια. Είναι επιπλέον χρήματα για την οικονομία, για τη κοινωνία, για τη χώρα. Ούτε μπορούν να μακροημερεύσουν οι μειώσεις φόρων που ξεκίνησαν την προηγούμενη τετραετία χωρίς αντίστοιχη διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Εξάλλου, ο πόλεμος στα «μαύρα» που εισπράττει η επιχείρηση, μικρή ή μεγάλη, δεν έχει ούτε δεξιό, ούτε αριστερό, ούτε κεντρώο πρόσημο. Είναι απλά ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης.
Σύμφωνα με όσα είχε πει ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας, η κατανάλωση η οποία δηλώνεται στη χώρα είναι 140 δισ. ευρώ, αλλά δηλώνουμε εισοδήματα 80 δισ.
Εάν όλα τα POS και οι ταμειακές φτάσουν να είναι σε online σύνδεση με τις τράπεζες και την ΑΑΔΕ, 24 ώρες το 24ωρο, τότε μπορεί από αυτά τα 140 δισ. ευρώ που πληρώνουμε κάθε χρόνο καταναλωτές και τουρίστες, να δούμε να καταγράφονται τα 100, τα 120, τα 130 δισ. ευρώ. Διότι μπορεί κάθε χρόνο η αξία των συναλλαγών με κάρτες να αυξάνεται με ένα ποσοστό 15% - πέρυσι έφτασε στα 62 δισ. ευρώ - ωστόσο απέχει πολύ ακόμη από τα ποσά που καταναλώνουμε.