Για παράταση και ενίσχυση των υφιστάμενων μέτρων στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών έκανε λόγο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, ο οποίος απέκλεισε το ενδεχόμενο να ανακοινωθούν νέα μέτρα, ενώ ως προς το κόστος των μέτρων τόνισε ότι «κάθε εβδομάδα αυστηρού απαγορευτικού κοστίζει στην οικονομία κοντά στα 200 εκατομμύρια ευρώ».
Μιλώντας στον ΣΚΑΪ ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών έκανε λόγο για βαρύ δημοσιονομικό κόστος από την αναστολή της οικονομικής δραστηριότητας και εξήγησε ότι το ποσό των 200 εκατομμυρίων εβδομαδιαίως έρχεται να επιβαρύνει ένα ήδη πάρα πολύ βαρύ φορτίο.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι, σε αυτή τη φάση, δεν θα υπάρξουν νέα μέτρα στήριξης, αλλά παράταση των ενισχύσεων, ενώ υπογράμμισε ότι ο Μάρτιος είναι μήνας επιστρεπτέας προκαταβολής και μήνας αναστολών, και σημείωσε ότι οι αποζημιώσεις για τα ενοίκια παραμένουν.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, διευκρίνισε ότι τα κύρια εργαλεία στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων για τον Μάρτιο παραμένουν οι αναστολές συμβάσεων εργασίας, η Επιστρεπτέα Προκαταβολή, αλλά και η επιδότηση των ενοικίων. «Θα διατηρήσουμε τα υφιστάμενα μέτρα στήριξης όσο παρατείνεται το lockdown, δεν θα σχεδιάσουμε νέο πακέτο μέτρων. Εξάλλου, διαθέτουμε δύο ακόμα εργαλεία που έχουμε ανακοινώσει και πρόκειται να εξειδικεύσουμε, τη ρύθμιση των Επιστρεπτέων 1, 2, 3, αλλά και την επιδότηση δαπανών των επιχειρήσεων», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Θ. Σκυλακάκης τόνισε ότι με τις διαρκείς παρατάσεις του lockdown σχεδόν εξαντλήθηκαν τα κονδύλια στήριξης που είχαν προϋπολογισθεί για το 2021, στα οποία προστέθηκαν και τα κονδύλια του React EU, που επίσης είχαν εγγραφεί στον Κρατικό Προϋπολογισμό. Όπως είπε, λόγω των υγειονομικών εξελίξεων δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο αναθεώρησης του Προϋπολογισμού της φετινής χρονιάς, ωστόσο δεν υπάρχει τέτοιο θέμα σήμερα.
Ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών επισήμανε ότι υπάρχουν αδυναμίες στην προσπάθεια δίκαιης στήριξης επιχειρήσεων και εργαζομένων, εστιάζοντας τόσο στις δηλώσεις αναστολών, όσο και στο ζήτημα της Επιστρεπτέας Προκαταβολής, αναφέροντας δε ως παράδειγμα το γεγονός ότι στην Επιστρεπτέα 6 κατέθεσαν αίτηση στήριξης 195.000 επιχειρήσεις που είχαν αύξηση τζίρου το 2020 έναντι του 2019. Σε σχέση με το θέμα των αναστολών εργασίας, δήλωσε: «Προσπαθούμε να περιορίσουμε τα φαινόμενα ανορθόδοξης χρήσης των εργαλείων στήριξης, είμαστε σε καλύτερη κατάσταση από αντίστοιχα φαινόμενα ακόμα και σε χώρες με πιο προηγμένα φορολογικά συστήματα, όπως είναι π.χ. οι ΗΠΑ».
Όσον αφορά στις φοροελαφρύνσεις, ο κ. Θ. Σκυλακάκης είπε ότι ισχύει ό,τι έχει ήδη ανακοινώσει η Κυβέρνηση, ωστόσο για το 2022 δεν είναι δυνατόν αυτή τη στιγμή να υπάρχουν αποφάσεις, δεδομένου ότι ακόμα δεν υπάρχει εικόνα για την πορεία της τρέχουσας χρονιάς. «Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει στις όποιες δημοσιονομικές αποφάσεις να λάβουμε υπόψη και τις αποφάσεις της ΕΚΤ, αλλά και τη στάση των αγορών» επισήμανε, τονίζοντας παράλληλα ότι θα πρέπει να βρεθεί η ισορροπία ανάμεσα στον στόχο δυναμικής ανάκαμψης της οικονομίας και στη διατήρηση υγιών και βιώσιμων δημοσιονομικών μεγεθών.
Μιλώντας για την επόμενη μέρα της πανδημίας, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών τόνισε ότι έχουμε ως χώρα τρία σημαντικά ατού, την αύξηση της αποταμίευσης, την αναβαλλόμενη κατανάλωση, αλλά και τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης. Τέλος, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, επισήμανε ότι υπάρχουν κατηγορίες πολιτών που δεν είναι εύκολο να εντοπιστούν και επομένως να στηριχθούν από έκτακτα μέτρα που λειτουργούν με τη λογική μαζικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας, όπως π.χ. οι πολίτες με περιουσία που έχουν όμως πολύ μεγαλύτερα χρέη, κάποιοι πολίτες με αδήλωτο εισόδημα που στη διάρκεια της πανδημίας δεν ήταν δυνατόν να ενισχυθούν αντίστοιχα με το πραγματικό εισόδημα που είχαν προηγουμένως, αλλά και πολίτες που δεν έχουν τα μέσα ή τη δυνατότητα να προσφύγουν στα κοινωνικά εργαλεία στήριξης, βρισκόμενοι σε ένδεια ή σε απομόνωση. Ιδιαιτερότητες που καθιστούν δυσκολότερη την άσκηση της κοινωνικής πολιτικής, στη χώρα μας, ιδίως στη διάρκεια της πανδημίας.