Μπορεί η άνοιξη να ήρθε νωρίτερα φέτος στην Ευρώπη, με τους επιστήμονες να εκτιμούν ότι είναι ένδειξη των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, όμως η οικονομική άνοιξη της Ευρωζώνης έχει καθυστερήσει περίπου ενάμιση χρόνο. Παραμένοντας εγκλωβισμένη για περισσότερους από 16 μήνες στο βάλτο της οικονομικής στασιμότητας, η οικονομία της Ευρωζώνης προσπαθεί να ανακάμψει και τα πρώτα διαθέσιμα στοιχεία για το μήνα Απρίλιο επιτρέπουν μία δόση αισιοδοξίας.
Αρχικά οι δείκτες PMI, οι πιο σημαντικοί από τους πρόδρομους δείκτες οικονομικής δραστηριότητας, εμφανίστηκαν ενισχυμένοι και πάνω από το όριο του 50, που χωρίζει τις συνθήκες ύφεσης με τις συνθήκες ανάπτυξης. Την ίδια ώρα, η λοκομοτίβα της Ευρώπης, δείχνει να… αναρρώνει. Σύμφωνα με τον δείκτη Ifo, το οικονομικό κλίμα στη Γερμανία ενισχύθηκε σε υψηλό έτους.
Με άλλα λόγια, τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η Ευρωζώνη σπάει τα δεσμά της στασιμότητας και κάνει τα πρώτα βήματα μιας ανάκαμψης που κατά τα φαινόμενα θα είναι σταδιακή. Σύμφωνα με την Oxford Economics, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε, έστω ήπια, στο α’ τρίμηνο του 2024 και η ανάπτυξη αναμένεται να δυναμώσει μέσα στους επόμενους μήνες.
Το ερώτημα είναι κατά πόσο οι προοπτικές ανάπτυξης και το γεγονός ότι ο πληθωρισμός των υπηρεσιών είναι εδώ και μήνες κολλημένος στο 4%, μπορούν να αλλάξουν τη στρατηγική της ΕΚΤ, η οποία ετοιμάζεται να προχωρήσει στις 6 Ιουνίου στην πρώτη μείωση επιτοκίων.
Πληροφορίες του Liberal αναφέρουν ότι η πρώτη μείωση θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι θα ανακοινωθεί τον Ιούνιο, εκτός και αν σημειωθεί κάποιο μεγάλο γεωπολιτικό γεγονός ή κάνει κάποιο «ξέσπασμα» ο πληθωρισμός. Όμως το τι θα συμβεί μετά τον Ιούνιο κανείς δεν το γνωρίζει και η παρέμβαση του Γερμανού κεντρικού τραπεζίτη Γιόακιμ Νάγκελ είναι χαρακτηριστική του κλίματος. Ο διοικητής της Bundesbank τόνισε την περασμένη εβδομάδα πως δεν είναι βέβαιο ότι μετά τον Ιούνιο η ΕΚΤ θα επιδοθεί σε ένα μπαράζ διαδοχικών μειώσεων.
Ας επιστρέψουμε όμως στα οικονομικά στοιχεία για να δούμε πόσο ισχυρή θα είναι η ανάκαμψη και αν όντως υπάρχει κίνδυνος αναθέρμανσης του πληθωρισμού. Τα στοιχεία για τον δείκτη οικονομικού κλίματος που ανακοινώθηκαν χθες, ήρθα να προσγειώσουν όσους πίστεψαν ότι η ανάκαμψη θα είναι απλή υπόθεση. Ο δείκτης ESI υποχώρησε στο 95,6 τον Απρίλιο από 96,2 τον Μάρτιο και οριακά χαμηλότερα από το μέσο όρο του α’ τριμήνου. Η μεγάλη αρνητική έκπληξη ήταν ξανά η Γαλλία με πολύ μεγάλη μηνιαία πτώση του δείκτη.
Στον αντίποδα, ο σύνθετος δείκτης PMI ενισχύθηκε στο 51,4 που είναι το υψηλότερο επίπεδο σε διάστημα περίπου ενός έτους. Βέβαια, σε καμία περίπτωση αυτό δεν σημαίνει ότι η Ευρωζώνη καλπάζει. Είναι πολύ θετική εξέλιξη γιατί βγάζει την οικονομία από το τέλμα, όμως η ανάκαμψη θα είναι αργή, καθώς η οικονομική δραστηριότητα παραμένει ιδιαίτερα ασθενής.
Σύμφωνα με την Capital Economics τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ανάπτυξη μόλις 0,1% στο α’ τρίμηνο του 2024 και σε σύγκριση με το δ’ τρίμηνο του 2023. Επίσης, ο γερμανικός δείκτης Ifo μπορεί να ενισχύεται αλλά παραμένει σε υφεσιακό έδαφος.
Επομένως, η ανάκαμψη βρίσκεται σε εξέλιξη αλλά είναι ακόμη νωρίς να μιλάμε για «άνοιξη» της οικονομίας της Ευρωζώνης και τα επόμενα τρίμηνα θα είναι μάλλον τρίμηνα υποτονικής ανάπτυξης. Άρα το πιθανότερο σενάριο είναι να μην δεχθεί ώθηση ο πληθωρισμός. Επιπλέον, οι δείκτες που σχετίζονται με τις πιέσεις στις τιμές, συνεχίζουν να υποδηλώνουν ότι ο αποπληθωρισμός συνεχίζεται, κάτι που ισχύει και για τον κλάδο των υπηρεσιών. Τα στοιχεία για τους μισθούς δείχνουν και αυτά ότι στους επόμενους μήνες οι πληθωριστικές πιέσεις θα εξασθενήσουν σημαντικά.
Το πρώτο συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι η ευρωπαϊκή οικονομία εμφανίζει τα πρώτα σημάδια άνθισης όπως η ανάκαμψη θα είναι μία διαδικασία αργή και θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις διεθνείς εξελίξεις. Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι η ΕΚΤ δεν θα κάνει πίσω στο θέμα των επιτοκίων, παρά και την αλλαγή ρότας από την Fed. Θα μειώσει τα επιτόκια τον Ιούνιο αλλά πολύ δύσκολα θα συνεχίσει επιθετικά, όπως έγινε με τις αυξήσεις των επιτοκίων.
Είναι μάλιστα πολύ πιθανό οι προβλέψεις να διαψευστούν και από το 4% το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ να υποχωρήσει στο 3,50% ή 3,25% φέτος και να φτάσει το 2025 έως το 2,50%. Τέλος, οι ανησυχίες για τον πληθωρισμό είναι περιορισμένες και φαίνεται ότι η ΕΚΤ θα πετύχει τον στόχο του 2% πολύ πριν τη Fed.