Ένα περίεργο αίσθημα, κάτι μεταξύ φόβου, αμηχανίας και ανασφάλειας, κυριεύει τις αγορές καθώς οδεύουμε προς τις αμερικανικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου. Υπεύθυνος ποιος άλλος, ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος προκάλεσε σεισμό στην Αμερική, όταν την περασμένη Τετάρτη απέφυγε να δεσμευθεί ότι θα διασφαλίσει την ομαλή μεταβίβαση της εξουσίας στην περίπτωση που ηττηθεί.
Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου έσπευσε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις δηλώνοντας ότι «ο πρόεδρος θα αποδεχθεί το αποτέλεσμα μιας ελεύθερης και δίκαιης εκλογικής διαδικασίας» και κατάφερε ακριβώς το αντίθετο. Στον διεθνή Τύπο έχει ξεκινήσει μια μεγάλη συζήτηση για το τι θα συμβεί αν ο Τραμπ κρίνει ότι η εκλογική διαδικασία δεν ήταν ελεύθερη ή δίκαιη.
Την ώρα που οι Ηνωμένες Πολιτείες μετράνε πάνω από 207.000 θανάτους και περισσότερα από 7 εκατομμύρια κρούσματα και το μείζον πρόβλημα παραμένει η κατάλληλη αντιμετώπιση της πανδημίας αλλά και των οικονομικών της συνεπειών, ο Τραμπ κάνει αυτό που γνωρίζει πολύ καλά. Να προκαλεί αβεβαιότητα και σύγχυση. Δείχνει επίσης νευρικός και πλέον πολλοί αναλυτές εκφράζουν σοβαρές ανησυχίες για τα όσα ενδέχεται να δούμε να διαδραματίζονται στις ΗΠΑ τον ερχόμενο Νοέμβριο.
Αυτή τη στιγμή οι αγορές προσπαθούν να ανακάμψουν από τη διόρθωση που σημειώνουν καθ’ όλη τη διάρκεια του Σεπτεμβρίου, μέσα στον οποίο ο S&P 500 έχει καταγράψει 4 διαδοχικές εβδομάδες πτώσης και απώλειες 7%. Με δεδομένο ότι ο Τραμπ θεωρεί σημαντικό του σύμμαχο την οικονομία και ταυτόχρονα δυσκολεύεται να περάσει από το Κογκρέσο ένα νέο πακέτο στήριξης πριν τις εκλογές, η μεγάλη του ελπίδα είναι η Wall Street, τα κέρδη της οποίας συχνά πυκνά επικαλείται για να δείξει ότι έχει λάβει σωστές αποφάσεις στην οικονομία.
Όμως όσο οι επενδυτές ανησυχούν για τα όσα θα συμβούν μετά τις 3 Νοεμβρίου, τόσο πιθανότερο είναι να συνεχιστεί η διόρθωση, κάτι που ο αμερικανός πρόεδρος θέλει πάση θυσία να αποφύγει στην τελική ευθεία προς τις κάλπες. Οι εκτιμήσεις των αναλυτών για το αποτέλεσμα των εκλογών ενισχύουν το κλίμα αβεβαιότητας.
Ποιον προτιμά η Wall
Η αμερικανική εταιρεία στατιστικών μελετών FiveThirtyEight δίνει 76% πιθανότητες στον Μπάιντεν να είναι ο επόμενος κάτοικος του Λευκού Οίκου, ωστόσο αμερικανικά μέσα αναφέρουν ότι 7 στοιχηματικές εταιρείες δίνουν σήμερα κατά μέσο όρο πιθανότητες 53,7% στον Μπάιντεν και 45,6% στον Τραμπ, επιβεβαιώνοντας ότι πάμε σε ντέρμπι.
Η Goldman Sachs εκτιμά ότι δεν είναι ξεκάθαρο ποιον από τους δύο υποψηφίους προτιμά η Wall και το γεγονός αυτό περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Η πιθανή αύξηση των εταιρικών φόρων από τον Μπάιντεν είναι η πιο άμεση επίπτωση για το χρηματιστήριο, ωστόσο οι Δημοκρατικοί έχουν το ατού ότι αναμένεται να διαθέσουν περισσότερα χρήματα για τη στήριξη της οικονομίας και παράλληλα οι επιχειρήσεις προσδοκούν σε μία πιο προβλέψιμη εμπορική πολιτική με τον Μπάιντεν πρόεδρο.
Ακόμη και η Goldman, ωστόσο, υποστηρίζει ότι ο κίνδυνος μεγάλης καθυστέρησης στην οριστικοποίηση των αποτελεσμάτων επισκιάζει αυτή την ώρα τα υπόλοιπα ζητήματα. Στον αντίποδα, αν τελικά η διαφορά είναι μεγάλη και η μετάβαση της εξουσίας γίνει ομαλά, οι αγορές θα δεχθούν ώθηση και ακολούθως θα γίνει η αξιολόγηση του προγράμματος της νέας κυβέρνησης.
Την τελευταία φορά που υπήρξε αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων, ο βασικός δείκτης της Wall Street, S&P 500, έγραψε απώλειες άνω του 8% από την ημέρα των εκλογών έως την οριστική ανακοίνωση του νικητή. Ήταν το 2000 όταν το αποτέλεσμα μεταξύ Αλ Γκορ και Τζορτζ Μπους στη Φλόριντα ήταν οριακό στις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου. Η πολιτεία αποφάσισε την εκ νέου καταμέτρηση των ψήφων και στη συνέχεια ο Αλ Γκορ ζήτησε νέα χειροκίνητη καταμέτρηση σε 4 κομητείες για να φτάσουμε στο Ανώτατο Δικαστήριο και σε οριστικό νικητή στις 15 Δεκεμβρίου.
Με όλες τις εστίες αβεβαιότητας που υπάρχουν σήμερα, όπως η εξέλιξη της πανδημίας, η εξασθένηση της ανάκαμψης και η αύξηση της ανεργίας και της φτώχειας, το μόνο που δεν ήθελαν σήμερα οι παγκόσμιες αγορές είναι μία διαμάχη για το εκλογικό αποτέλεσμα στις ΗΠΑ.