«Θα αυξάνουμε τα επιτόκια μέχρι να… γίνει η δουλειά, μέχρι δηλαδή να σιγουρευτούμε ότι ο πληθωρισμός έχει τεθεί υπό έλεγχο». Αυτό είναι το μήνυμα που στέλνουν οι δύο μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου, δίνοντας το στίγμα του τι θα ακολουθήσει στο εξής για αγορές και οικονομία. Μπορεί ειδικά το guidance της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να έχει… πάει περίπατο, ωστόσο τόσο η ΕΚΤ όσο και η Fed ξεκαθάρισαν, έστω έμμεσα, την πορεία που θα ακολουθήσουν τους επόμενους μήνες.
Θα εξετάζουν τα διαθέσιμα στοιχεία για τον πληθωρισμό και την οικονομική δραστηριότητα και θα πράττουν αναλόγως, λαμβάνοντας αποφάσεις από συνεδρίαση σε συνεδρίαση. Κάπως έτσι θα κινηθούν και οι αγορές, παίρνοντας όμως ως δεδομένο ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν υψηλά τουλάχιστον έως το τέλος του 2023, κάτι που αναμένεται να αποτυπωθεί και στις διακυμάνσεις των χρηματιστηρίων τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες.
Το σίγουρο, λοιπόν, είναι ότι τα επιτόκια θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Η Κριστίν Λαγκάρντ, απέφυγε όπως ο διάβολος το λιβάνι να απαντήσει στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων για το «terminal rate», το τελικό ύψος δηλαδή στο οποίο θα φτάσουν τα επιτόκια στην Ευρώπη. Το απέφυγε γιατί είναι τέτοιες οι συνθήκες που δεν μπορεί να απαντήσει. Με δηλώσεις του στο liberal.gr, ο Ιταλός οικονομολόγος Λορέντζο Κοντόνιο, εκτιμά ότι το τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ θα είναι στο 2,25% έως το τέλος του 2023.
Ο ίδιος πιστεύει ότι είναι πολύ πιθανό η ΕΚΤ να μην σταματήσει τον κύκλο των αυξήσεων ακόμη και στην περίπτωση που οι υπουργοί Ενέργειας της Ευρωζώνης αποφασίσουν αυτές τις μέρες να εφαρμόσουν δραστικά μέτρα για να αντιμετωπίσουν την κρίση στο κόστος διαβίωσης που πνίγει τους Ευρωπαίους πολίτες. Προβλέπει ότι ο κύκλος των αυξήσεων θα σταματήσει γύρω στον επόμενο Μάρτιο αλλά μπορεί να μην φτάσουμε εκεί με διαδοχικές αυξήσεις.
Με δεδομένο ότι η ΕΚΤ προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει αλλά μόλις στο 5,5% στο σύνολο του 2023, είναι λογικό τα επιτόκια να συνεχίσουν να αυξάνονται, ενώ δεν αποκλείεται και μία κίνηση έκπληξη. Μία αύξηση κατά 1%, π.χ. στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου, για να καλύψει ταχύτερα η ΕΚΤ το έδαφος στη μάχη με τον πληθωρισμό.
Όσο για τη Fed, ο Τζερόμ Πάουελ εμφανίστηκε χθες βράδυ, σε εκδήλωση του ινστιτούτου Cato, ως άλλος… Πολ Βόλκερ. Προσπάθησε με κάθε τρόπο να δηλώσει την αποφασιστικότητα με την οποία η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ θα δώσει τη μάχη με τον πληθωρισμό και τόνισε ότι οι πληθωριστικές προσδοκίες παίζουν καθοριστικό ρόλο, όπως έγινε και στις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Ο Πάουελ θέλει να νικήσει τον πληθωρισμό χωρίς να προκαλέσει ύφεση διαρκείας, κάτι που δεν κατάφερε ο Βόλκερ στις αρχές του ’80. Όμως οι συνθήκες και οι εποχές είναι διαφορετικές.
Σημειώνεται ότι η Fed έχει αυξήσει τέσσερις φορές τα επιτόκια φέτος με το βασικό επιτόκιο αυτή τη στιγμή να διαμορφώνεται στο 2,25%-2,50%. Goldman Sachs και Bank of America έχουν προειδοποιήσει τους πελάτες τους να περιμένουν νέα αύξηση των επιτοκίων κατά 0,75% αυτό το μήνα (20-21/9), ενώ μετά τις χθεσινές δηλώσεις του Πάουελ, οι πιθανότητες μιας τέτοιας κίνησης έχουν αυξηθεί στο 86%.
Πρώτα η Fed και αργότερα - και λίγο καθυστερημένα - η ΕΚΤ, άνοιξαν έναν κύκλο αύξησης επιτοκίων με στόχο να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό. Οι απόψεις, αναφορικά με τους παράγοντες που οδήγησαν τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στο 9,1% σε ΗΠΑ και Ευρώπη, στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 40 ετών, διίστανται. Τα περίπου 7,5 τρισ. δολάρια που τύπωσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες την περασμένη δεκαετία σαφέστατα αποτελούν ένα πολύ δυνατό «καύσιμο» για τον πληθωρισμό. Ήρθε να προστεθεί και η ενεργειακή κρίση, η οποία λαμβάνει πλέον παγκόσμιες διαστάσεις, και κάπως έτσι οι τιμές εκτινάχθηκαν στα πάντα, διαμορφώνοντας μία ασφυκτικά πιεστική ακρίβεια για τα νοικοκυριά.