ΤτΕ: Μέχρι τέλος Ιουνίου οι στόχοι για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων

ΤτΕ: Μέχρι τέλος Ιουνίου οι στόχοι για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων

Η κυριότερη πρόκληση που έχει να αντιµετωπίσει ο τραπεζικός κλάδος σχετίζεται µε την αποτελεσµατικότερη διαχείριση των µη εξυπηρετούµενων δανείων, τα οποία αυξήθηκαν πάνω από τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες μέσα στο 2015. Μέχρι το τέλος Ιουνίου 2016 η Τράπεζα της Ελλάδος, σε συνεργασία µε την ΕΚΤ, θα συµφωνήσει µε τις τράπεζες συγκεκριµένες τιµές για τους εν λόγω στόχους, λαµβάνοντας υπόψη τις προτάσεις των τραπεζών.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2015-2016, είναι θετικό ότι τους τελευταίους µήνες έχουν γίνει αρκετά βήµατα σε επίπεδο νοµοθετικών πρωτοβουλιών, ρυθµιστικού πλαισίου και ενεργειών των τραπεζών.

Σε αυτή την κατεύθυνση εκτιµάται ότι θα συµβάλει η υποχρέωση των τραπεζών να επιτυγχάνουν επιχειρησιακούς στόχους σχετικά µε τη διαχείριση των µη εξυπηρετούµενων δανείων (π.χ. µείωση του ποσοστού των µη εξυπηρετούµενων δανείων, αύξηση του ποσοστού µακροπρόθεσµων ρυθµίσεων κ.λπ.).

Η ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων των τραπεζών επιδεινώθηκε το 2015, αντιστρέφοντας την εικόνα βελτίωσης που είχε αρχίσει να διαµορφώνεται το 2014. Ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων αυξήθηκε κατά περίπου 2 ποσοστιαίες µονάδες κατά τη διάρκεια του 2015 (?εκέµβριος 2015: 35,6%, ?εκέµβριος 2014: 33,8%), ενώ µεγαλύτερη ήταν η επιδείνωση όσον αφορά τα µη εξυπηρετούµενα ανοίγµατα (Non-Performing Exposures – NPEs: ?εκέµβριος 2015: 44,2%, ?εκέµβριος 2014: 39,9%).

Αναλυτικότερα ως προς τα µη εξυπηρετούµενα ανοίγµατα, το υψηλότερο ποσοστό καταγρά- φεται στα καταναλωτικά δάνεια (54,7%) και ακολουθούν τα επιχειρηµατικά δάνεια (43,8%) και τα στεγαστικά δάνεια (41,0%). Αναφορικά µε την κλαδική ανάλυση των επιχειρηµατικών δανείων, κλάδοι όπως η ενέργεια/πετρελαιοειδή (3,5%) εµφανίζουν αισθητά χαµηλότερα ποσοστά καθυστερήσεων σε σύγκριση µε τους υπόλοιπους κλάδους. Από τους κλάδους µε σηµαντικά υπόλοιπα τραπεζικών δανείων, ενδεικτικά, το εµπόριο καταγράφει ποσοστό µη εξυπηρετούµενων ανοιγµάτων 48,5%, οι κατασκευές 52,5%, η εστίαση 76,3% και οι βιοµηχανικοί κλάδοι της κλωστοϋφαντουργίας και ξυλείας 73% και 72,5% αντίστοιχα.

Όσον αφορά τη διάρθρωση των µη εξυπηρετούµενων ανοιγµάτων, το 1/4 περίπου χαρα- κτηρίζεται ως αβέβαιης είσπραξης (“unlikely to pay”). ?υσκολότερα ως προς τη διαχείριση είναι τα δάνεια των οποίων οι δανειακές συµβάσεις έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τρά- πεζες, τα οποία αποτελούν το 44% περίπου των µη εξυπηρετούµενων ανοιγµάτων.

Στο πλαίσιο της διαχείρισης των µη εξυπηρετούµενων δανείων, οι τράπεζες έχουν προβεί σε ρυθµίσεις δανείων. Εξ αυτών, λύσεις βραχυπρόθεσµου χαρακτήρα εφαρµόστηκαν στο 61% των περιπτώσεων, λύσεις µακροπρόθεσµου χαρακτήρα στο 33% και λύσεις οριστι- κής διευθέτησης µόνο στο 6%. Αξίζει να επισηµανθεί ότι οι ρυθµίσεις δανείων οι οποίες πραγµατοποιούνταν στο παρελθόν συχνά είχαν πρόσκαιρα µόνο αποτελέσµατα, καθώς 70% περίπου των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθµισης (“forborne exposures”) εµφανίζει εκ νέου καθυστέρηση.