Ξεκινά το πολυτελές project της Hines στη Βούλα

Ξεκινά το πολυτελές project της Hines στη Βούλα

Μετά την έγκρισή της από την Διυπουργική Επιτροπή, κοντά στη γραμμη΄εκκίνησης βρίσκεται το μεγάλο οικιστικό project που σχεδιάζουν η Hines με τη Henderson στην περιοχή ‘’Εξοχή’’ της Βούλας. Το έργο με  τίτλο «Project Voula» είναι προϋπολογισμού 136 εκατομμυρίων ευρώ και θα υλοποιηθεί σε ορίζοντα τεσσάρων ετών.

Μετά την έγκρισή της από την Διυπουργική Επιτροπή, κοντά στην γραμμη΄εκκίνησης βρίσκεται το μεγάλο οικιστικό project που σχεδιάζουν η Hines με τη Henderson στην περιοχή ‘’Εξοχή’’ της Βούλας. Το έργο με  τίτλο «Project Voula» είναι προϋπολογισμού 136 εκατομμυρίων ευρώ και περιλαμβάνει την ανάπτυξη, σε τρεις φάσεις και σε ορίζοντα τεσσάρων χρόνων σε έκταση περίπου 71.000 τετραγωνικών μέτρων, 250 έως 350 διαμερισμάτων, όπως και γυμναστηρίων, πισινών και υπόγειων χώρων στάθμευσης. Η αυξημένη ζήτηση για κατοικίες στα Νότια προάστια εξασφαλίζει τις αποδόσεις του έργου, για το οποίο όμως, εδώ και μήνες τα δεδομένα έχουν αλλάξει.

Η αλλαγή συντελεστή


Κι αυτό επειδή το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης προχώρησε στη μείωση του συντελεστή δόμησης στο 0,30 από 0,6 και στην αναστολή οικοδομικών αδειών και εργασιών στα οικοδομικά τετράγωνα που σχεδιάζεται το έργο. Η απόφαση της δημοτικής αρχής έχει γνωμοδοτικό χαρακτήρα, δηλαδή θα πρέπει το υπουργείο Περιβάλλοντος να εγκρίνει ή να απορρίψει την μείωση του συντελεστή δόμησης. Έτσι, σε περίπτωση που δεν λάβει απάντηση, η δημοτική αρχή σχεδιάζει να καταθέσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση ακύρωσης κατά παράλειψης της διοίκησης.

Οι κινήσεις αυτές φανερώνουν και τη στάση που θα κρατήσει ο Δήμος απέναντι στη συγκεκριμένη επένδυση, ο οποίος επιδιώκει να προχωρήσει στην απαλλοτρίωση της έκτασης με στόχο τη δημιουργία ελεύθερων χώρων. 

Η έκταση των 71 στρεμμάτων μεταβιβάστηκε πριν από ένα περίπου χρόνο, από το Μουσείο Μπενάκη στις εταιρίες Hines και Henderson στο πλαίσιο της αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του.

Πηγές της αγοράς κάνουν λόγο για μία από τις μεγαλύτερες οικιστικές αναπτύξεις ύστερα από αυτή του Ελληνικού, με τα επόμενα βήματα να περιλαμβάνουν τη διαδικασία έκδοσης αδειών δόμησης, που θα απαιτήσει την παρέλευση ενός ικανοποιητικού χρονικού διαστήματος.

Στο κέντρο της ζήτησης


Τα τελευταία χρόνια, μετά την ολοκλήρωση της ανακαίνισης του θέρετρου του Αστέρα Βουλιαγμένης, που τέθηκε υπό τη διαχείριση της Four Seasons, και αφότου η Μητροπολιτική Παρέμβαση στο Ελληνικό «κλείδωσε», τα παραλιακά προάστια της Αττικής έχουν κατακτήσει τον τίτλο του “βασιλιά” της αγοράς ακινήτων. Όπως εξηγούν παράγοντες της αγοράς, οι πιο εύπορες εισοδηματικά  κατηγορίες του πληθυσμού και ξένοι επιλέγουν, κατά βάση, τα Νότια προάστια για την αγορά ακινήτου. Η ανθεκτικότητα που επέδειξαν κατά τις τελευταίες κρίσεις-την οικονομική και την υγειονομική που είναι σε εξέλιξη-σε συνδυασμό με τις προοπτικές για υπεραξίες που δημιουργούν τα μεγάλα σχεδιαζόμενα έργα καθιστούν δημοφιλή επενδυτικό προορισμό τα Νότια Προάστια.

Ως αποτέλεσμα τα νέα projects μετριούνται σε αρκετές εκατοντάδες, με τα εργοτάξια να έχουν την πρωτοκαθεδρία στη Γλυφάδα, τον Άλιμο, το Φάληρο, το Ελληνικό και την Αργυρούπολη, ορισμένα από τα προάστια που ευνοούνται και από την επένδυση για την αξιοποίηση του πρώην διεθνούς αεροδρομίου.

Από το «οικοσύστημα» των Νοτίων προαστίων δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι developers, οι εταιρείες που κατασκευάζουν πολυτελείς κατοικίες και διαμερίσματα, από τα οποία πολλά διέθεταν σε ξένους μέσω του καθεστώτος «Χρυσή Βίζα» (χορήγηση άδειας διαμονής έναντι επένδυσης 250 χιλ. ευρώ).

Σε αυτού του είδους τις εταιρίες ανήκουν η ολλανδική Sturdious, αλλά και η Evolo luxury properties που έχει αναπτύξει τα συγκροτήματα Karamanli seaside residences και V96 στη Βούλα και το E49 στη Γλυφάδα. Μία ακόμη εταιρία που δραστηριοποιείται στα Νότια προάστια είναι η Ten Brinke, που σχεδιάζει βίλες υψηλών προδιαγραφών που θα σχεδιάζονται με βάση τις εξατομικευμένες ανάγκες και απαιτήσεις των ιδιοκτητών τους.

Όσον αφορά τις ζητούμενες τιμές, ξεκινούν από 2.500 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο για διαμερίσματα δεκαπενταετίας πρώτου ή δεύτερου ορόφου και αγγίζουν τις 8.000 ευρώ για ιδιαίτερα πολυτελείς ιδιοκτησίες, υψηλών προδιαγραφών.