Οι ελληνικές τράπεζες είναι πλέον από τις ισχυρότερες διεθνώς αναφορικά με την κεφαλαιακή τους επάρκεια, μετά την επιτυχημένη διαδικασία της τρίτης ανακεφαλαιοποίησής τους, και έτοιμες να συμβάλλουν στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας. Ταυτόχρονα, οι μεγάλες προκλήσεις που έχουν μπροστά τους είναι η βιώσιμη επίλυση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων και η επιστροφή των καταθέσεων. Στο κοινό αυτό συμπέρασμα κατέληξαν οι ομιλητές του πάνελ για τραπεζικά θέματα στο Συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου.
Μιλώντας στο Συνέδριο ο διευθύνων σύμβουλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, Άρης Ξενόφος, επισήμανε ότι η κεφαλαιακή ενίσχυση των ελληνικών τραπεζών που επιτεύχθηκε μέσω της ανακεφαλαιοποίησης είναι υπερεπαρκής και θα συμβάλει σταδιακά στην ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας μέσω του ρόλου των τραπεζών στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Ταυτόχρονα, διασφαλίστηκαν οι καταθέσεις στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ενώ το ΤΧΣ διατηρεί τον ρόλο στις τράπεζες με οφέλη για το δημόσιο συμφέρον.
Ειδικότερα, ό κ. Ξενόφος ανέφερε ότι «η φετινή ανακεφαλαιοποίηση, θέλω να πιστεύω η τελευταία, σε αυτό το μέγεθος τουλάχιστον για το προσεχές χρονικό διάστημα ήταν ένα ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα. Μια προσδοκία που έθετε εξαρχής ένα πολύ δύσκολο στόχο, μια ιδιαίτερη πρόκληση: τη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, τη μέγιστη δυνατή προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων, τον περιορισμό της επιβάρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους και κατ' επέκταση του βάρους στον Έλληνα φορολογούμενο».
Δεν παρέλειψε, επίσης, να αναφερθεί στη σημαντικότητα του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM), τον φορέα που εποπτεύει και αξιολογεί τη θέση των συστημικών τραπεζών και διαπιστώνει αν επαρκούν τα υφιστάμενα κεφάλαια. Αναφορικά με την ικανότητα του τραπεζικού κλάδου να ανακάμψει και να ανακτήσει τον ουσιαστικό ρόλο του παρόχου στην ελληνική οικονομία δήλωσε: «εξαρτάται από την ικανότητα που θα επιδείξουν οι τράπεζες να προσελκύσουν τα 40 δισ. περίπου που εκτιμάται ότι παραμένουν εντός της χώρας μας, αλλά σε άλλους (εκτός τραπεζών) “χώρους φύλαξης”, αλλά και από τη δεξιότητα των τραπεζών να διαχειριστούν με αποτελεσματικότητα, με αποφασιστικότητα, αλλά και με κοινωνική ευαισθησία, όπου χρειάζεται, το μεγάλο αγκάθι των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που ανέρχονται σήμερα σε 100 δισ. ευρώ περίπου».
Πρόκειται για μια υπεραξία που θα δούμε σταδιακά τα επόμενα χρόνια, καθώς θα υλοποιούνται κρίσιμες παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση του ζητήματος, επισήμανε ο κ. Ξενόφος, προσθέτοντας ότι με τις θεσμικές παρεμβάσεις που ήδη έχουν γίνει και τη δημιουργία του περιουσιολογίου θα αναδειχθούν και οι στρατηγικοί κακοπληρωτές. Ανέφερε επίσης ότι η Τράπεζα της Ελλάδος ολοκληρώνει τη δημιουργία πλαισίου για την είσοδο νέων τρίτων παρόχων στη διαχείριση των δανείων.
Ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Σπύρος Παπασπύρου, αναφερόμενος στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είπε ότι το μεγαλύτερο μέρος από τα παλαιά προβληματικά δάνεια έχει υποχωρήσει πολύ γρήγορα, παρά τις δύσκολες συνθήκες. Ειδικότερα μέσα στο 2015, η υποχώρηση είναι άνω του 15%.
Ο κ. Παπασπύρου επισήμανε ότι τα μισά από τα προβληματικά δάνεια μπορούν να ρυθμιστούν και να εξυπηρετούνται ομαλά, επισημαίνοντας ότι δεν μπορεί για ένα 10-15% των δανείων, επιδιώκοντας να μη γίνει κανένα λάθος, να υποθηκεύουμε το μέλλον όλων των Ελλήνων.
Ανέφερε επίσης ότι ακόμη και η πώληση μέρος δανείων ή χαρτοφυλακίων δεν θα δημιουργήσει προβλήματα, καθώς υπάρχει θεσμικό πλαίσιο προστασίας, ενώ η κοινωνία λειτουργεί κάτω από κανόνες. Πρόβλημα θα υπήρχε εάν δεν υπήρχε δίχτυ προστασίας και λειτουργούσαμε άναρχα ως κοινωνία, είπε χαρακτηριστικά.
Για το θέμα των καταθέσεων εξέφρασε τη βεβαιότητα του ότι θα ξεκινήσει η επιστροφή τους, καθώς δημιουργούνται πλέον οι κατάλληλες συνθήκες εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα και την οικονομία.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις που διατυπώθηκαν, από τα 45 δισ. ευρώ καταθέσεων που έχουν φύγει εκτός τραπεζών και είναι στην Ελλάδα, θα επιστρέψουν περίπου 15 δισ. ευρώ τον χρόνο για την επόμενη τριετία.
Από τα περισσότερα από τα 100 δισ. που έχουν φύγει εξωτερικό η επιστροφή θα είναι βραδύτερη.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι πλέον ασφαλές καταφύγιο με ψηλότερες αποδόσεις από άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες, τονίσθηκε χαρακτηριστικά.
Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα επιτρέψει την άρση των capital controls και την επιστροφή στην κανονικότητα, επισήμανε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Ιωάννης Μουρμούρας, επισημαίνοντας ότι η ανακεφαλαιοποίηση θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη στις τράπεζες και θα οδηγήσει στην επιστροφή των καταθέσεων άνω των 40 δισ. ευρώ που έφυγαν από την αρχή του έτους.
Ο ίδιος, αφού υπενθύμισε την ευρύτατη πλειοψηφία και τη συμμετοχή των περισσότερων κομμάτων της αντιπολίτευσης στην υπερψήφιση του τρίτου προγράμματος, τόνισε ότι αυτή η μεγάλη πλειοψηφία αποτέλεσε τη βάση συνεργασίας και συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων της χώρας που είναι προσηλωμένες στην ευρωπαϊκή προοπτική της και ότι η σταθερότητα πρέπει να συνεχιστεί, καθώς είναι αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχία ενός σταθεροποιητικού προγράμματος.
Ειδικότερα για την ανακεφαλαιοποίηση, υπογράμμισε ότι η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης και η δημιουργία κεφαλαιακών αποθεμάτων προληπτικής εποπτείας θα βελτιώσει την ανθεκτικότητα των ισολογισμών των εμπορικών τραπεζών, τη δυνατότητά τους να αντιμετωπίζουν ενδεχόμενες αρνητικές μακροοικονομικές διαταραχές στο μέλλον, καθώς και την αναγνώριση των απωλειών που θα προκύψουν από την επίλυση του ζητήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, της πιο σοβαρής πρόκλησης για το τραπεζικό μας σύστημα.
Τέλος, επεσήμανε ότι το βασικό ζητούμενο είναι η ρευστότητα και η χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας για την ανάκαμψη, την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η ενίσχυση της εμπιστοσύνης, προϋπόθεση της οποίας είναι η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και η συνέχιση της υλοποίησης του προγράμματος, θα βοηθήσει στην πρόσβαση των πιστωτικών ιδρυμάτων στις διεθνείς αγορές και θα οδηγήσει στην επαναφορά των ελληνικών τίτλων ως αποδεκτά από το Ευρωσύστημα ενέχυρα για τις πράξεις νομισματικής πολιτικής, στην απεξάρτηση από τον μηχανισμό χρηματοδότητης από τις κεντρικές τράπεζες σε εξαιρετικές περιπτώσεις μέσω της παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (Emergency Liquidity Assistance - ELA) και στην επιστροφή των καταθέσεων, η οποία θα βοηθήσει στην επίτευξη θετικών ρυθμών πιστωτικής επέκτασης.
Όταν η Ελλάδα βρεθεί κάτω από την ομπρέλα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αναφορικά με το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, θα είναι καταλύτης για τη ραγδαία αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ομολόγων.