Ο Αλέξης Τσίπρας έκανε την τρίτη δόση του εμβολίου και πολύ φυσικά το δημοσιοποίησε στον λογαριασμό του στα κοινωνικά δίκτυα. Δεν ήταν μια πράξη που λογικά θα κέντριζε αντιδράσεις. Και όμως! Αντιμετώπισε σωρεία ειρωνικών επιθετικών, έως και χολερικών σχολίων.
Τόσοι θυμήθηκαν τη μνημειώδη ρήση του «παίρνω το ρίσκο», τις πορείες για τον Κουφοντίνα, την κατηγορία προς το Μητσοτάκη ακριβώς ένα χρόνο πριν ότι «υπόσχεται δωρεάν ένα εμβόλιο που δεν είχε ακόμη ανακαλυφθεί», τα μονοκλωνικά του Πολάκη, και άλλα.
Ναι, προφανώς ήταν δεξιοί αυτοί που τα έγραφαν. Όμως Δεξιοί υπήρχαν στα σόσιαλ μήντια και από το 2015 ως το 2019 - ειδικά το '19 όπου παιζόταν η νίκη στις εκλογές. Τέτοιος αχός αντιπάθειας, επιθετικότητας ειρωνείας, σαρκασμού, δεν είχε κατακλύσει τις ρούγες του διαδικτύου.
Το ίδιο υπέστη και με την επαναλαμβανόμενη τελευταίως προτροπή του «αν δεν μπορείτε φύγετε να σώσουμε εμείς όσους μπορούμε». Ο διαδικτυακός γέλωτας επικάλυψε την οργή. Και μέσα στη θυμηδία το διαδικτυακό κοινό το διέτρεχε και μια μικρή ανατριχίλα, φανταζόμενο να ήταν στην εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ και να έφερνε τόνους ιβερμεκτίνης ο Πολάκης.
Έχουμε ξαναπεί ότι τα σόσιαλ μήντια δεν είναι η κοινωνία. Αποτελούν θερμοκήπιο στρατευμένου φανατισμού και άκρατης μισαλλοδοξίας. Εξ αυτού δεν διατίθενται για αποκρυπτογράφηση των κοινωνικών διαθέσεων. Αυτό το κάνουν οι δημοσκοπήσεις, που ο ΣΥΡΙΖΑ εχθρεύεται και κυνηγά.
Ωστόσο, και αυτά παρέχουν μικρές ενδείξεις για την ποιοτική μεταβολή που έχει συντελεστεί στην κοινή γνώμη, με τον ΣΥΡΙΖΑ, που δεν απολαμβάνει μεγάλα ποσοστά εμπιστοσύνης, εκτίμησης, σεβασμού. Αντιθέτως, κάθε ανάρτηση προβεβλημένου στελέχους του ακολουθείται από χιονοστιβάδα σχολίων, μεταξύ απαξίωσης, ειρωνείας και οργής.
Κινδυνεύοντας να κάνουμε πολιτική κοινωνιολογία εκ του προχείρου, πιστεύουμε ότι καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν τέκνο της κρίσης, η επιστροφή στην κανονικότητα τον απομάγευσε και τον εξέθεσε. Οι θέσεις του, και σωστές να είναι ενίοτε, επειδή είναι περιτυλιγμένες με τη συνήθη μεγαλοστομία στην οποία εθίζονται τα στελέχη του, του αίρουν την όποια σοβαρότητα.
Τι νόημα έχει π.χ. το φύγετε εσείς να έρθουμε εμείς να σώσουμε, όταν έχουν προϋπάρξει επί του προβλήματος όσα αρχικά αναφέραμε, και κυρίως όταν δε θέτεις αίτημα εκλογών ώστε να φύγουν αυτοί; Και ποια αξιοπιστία έχεις όταν αντιμετωπίζεις τους δείκτες ανάπτυξης που ανακοινώνονται με το σαθρό επιχείρημα «ναι αλλά η ανάπτυξη δεν πέρασε στον λαό».
Και εντάξει Ο Μητσοτάκης είναι ένας ανάλγητος νεοφιλελεύθερος που δουλεύει για την πλουτοκρατία, ή αναδιαρθρώνει τον ελληνικό αστισμό, που λέει και το think tank του Αλέξη, ο Αντώνης Λιάκος. Αλλά ποιος οικονομικός νόμος ορίζει ότι ταυτόχρονα, αυτοματικά, αυτή η ανάπτυξη φαίνεται αμέσως στην τσέπη των εργαζομένων, όταν μάλιστα επί πανδημίας έδωσε στον λαό 40 δισ.;
Κοντολογίς η σύγκριση που κάνει ο λαός είναι ανάμεσα στην κυβέρνηση Μητσοτάκη (καλή ή κακή, επιτυχημένη ή αποτυχημένη, παλαιοδεξιά, ακροδεξιά ή κεντροδεξιά), που όμως οι πράξεις της και ο λόγος της διέπονται από μια στοιχειώδη κοινή λογική, και στην παραδοξότητα του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Τσίπρας το γνωρίζει. Για αυτό και προσπαθεί, αντιγράφοντας τον Μητσοτάκη, να δημιουργήσει ένα δικό του think tank αριστερής αριστείας με δύο στοχεύσεις:
Αφενός να ρετουσαριστεί η νυν εικόνα του κόμματος που παραμένει συμπιεζόμενη ανάμεσα στο αραχνιασμένο κομματικό απαράτ του 3%, και στους φθαρμένους πασόκους εισαγωγής. Αφετέρου να μπορεί να παρουσιάσει μια βιτρίνα ενόψει των επόμενων εκλογών, ένα προσωπείο «αριστερής αριστείας» απέναντι στους αρίστους του Μητσοτάκη, που θεωρητικά θα το πλασάρει και ως βάση της επόμενης κυβέρνησής του.
Φυσικά, η ενέργεια δημιούργησε επιφυλάξεις στο εσωτερικό του κόμματος και δυσαρέσκειες γιατί δεν είχε υπάρξει ενημέρωση. Λογικό ήταν τα λεγόμενα «πρωτοκλασάτα» στελέχη να υποπτεύονται ότι θα παραμεληθούν, τόσο ως εσωκομματική εξουσία, όσο και ως συμβολή στη δημιουργία του κυβερνητικού προγράμματος.
Οι υποψίες εμβάθυναν, έγιναν καχυποψίες, μήπως ο Αλέξης δια του οργάνου αυτού δημιουργεί το πρόπλασμα μιας νέας ηγετικής ομάδας σε ένα νέο ΣΥΡΙΖΑ, όταν στις εκλογές αποτύχει και τα εσωκομματικά βλέμματα στραφούν στην ανεύρεση νέου αρχηγού.
Φυσικά, όλα αυτά είναι πρόωρα. Ως ρεπορτάζ αναφέρονται. Άλλωστε δεν είναι σίγουρο ότι τα μέλη του αριστερού think tank, τα οποία φημίζονται ως εξαίρετοι επιστήμονες, θα μπορέσουν να παρουσιάσουν ένα πρόγραμμα γειωμένο με τις ανάγκες της κοινωνίας.
Γιατί συχνά η άριστη επιστημοσύνη της «αστικής μόρφωσης» στην οποία εντρυφούν επιτυχώς, γίνεται αγείωτη με την κοινωνία, όταν προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα με «αριστερό τρόπο».
Σαν τον ιστορικό Αντώνη Λιάκο ας πούμε, που ξαφνικά αποφάσισε ότι η ελληνική κοινωνία χρειάζεται ένα εκατομμύριο μετανάστες, χωρίς να παραπέμψει σε κάποια μελέτη που θα το τεκμηρίωνε (προφανώς έτσι του ήρθε ως αλληλέγγυος), ή σαν τον (κατά κοινή παραδοχή εξαίρετο) επιστήμονα Γρηγόρη Γεροτζιάφα, που με αφορμή τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης, εν μέσω πανδημίας, καλούσε τα αριστερά κόμματα «να βγουν από τον λήθαργο και τον φόβο της πανδημίας και να προκαλέσουν λαϊκές κινητοποιήσεις τώρα»!
Η όταν κάποιοι διαφώνησαν (ή διαστρέβλωσαν) κάποια δήλωσή του διαστρέβλωσαν κάτι που έγραψε στο twitter, με σεβάσμια καθηγητική αριστερή αριστεία, άρχισε να τους βρίζει ως «γερμανοτσολιάδες»!