Πολύ εύκολα παίρνει… ανάποδες ο Αντώνης Σαμαράς. Το έδειξε προχθές, το έδειξε στην υπόθεση του γάμου για όλες και όλους, πριν λίγο καιρό, το είχε δείξει και το 1993.
Βεβαίως, αν δεν του έκανε πλάτες ο Κώστας Καραμανλής, μόνος του, θα ήταν προσεκτικότερος.
Γιατί, για να είμαστε ειλικρινείς, περιθώριο για κριτική προς τον Μητσοτάκη υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρξει.
Κανείς λόγος δεν υπήρχε όμως να επιδείξουν τέτοια αδιαφορία για τη μάχη των εκλογών, τις προάλλες. Γεγονός που ενίσχυσε την άπνοια της αποχής, που επικράτησε μεταξύ πολλών προ έτους ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι το ποσοστό της αποχής ανήκει σε εκείνους που δεν στήριξαν το κόμμα τους σε μια ακόμη εκλογική μάχη. Δεν είναι όλοι οπαδοί των Καραμανλή-Σαμαρά εκείνοι που θύμωσαν με τον «γάμο». Αλλιώς η Λατινοπούλου και ο Βελόπουλος θα είχαν πάρει πολύ πιο εντυπωσιακά ποσοστά.
Είναι επίσης λάθος είναι ότι η προ μηνός πτώση του ποσοστού των πολιτών από το 41% στο 28%, είναι τερατώδης. Κάποτε πρέπει να μιλούν και οι πολίτες.
Ειδικά όταν το κάνουν εκ του ασφαλούς, όπως το έπραξαν στο περιβάλλον των ευρωεκλογών.
Ειδικά όταν τους κατατρώγει ο πληθωρισμός, οι ελλείψεις του συστήματος υγείας και το περιβάλλον ανασφάλειας.
Σιγά μην καίγονται, όλοι αυτοί, για την ευτυχία των αντισυμβατικών συνανθρώπων μας.
Αυτό που ξεπερνά κάθε φαντασία είναι η αναφορά Σαμαρά στον αριθμό των ψήφων που έλαβε η ΝΔ στις πρόσφατες εκλογές. Σημειώστε ότι η συμμετοχή των πολιτών ήταν 41% τώρα αλλά 65% στις εκλογές του 2012 όταν η ΝΔ είχε λάβει το τραγικό ποσοστό 19% (15 μονάδες κάτω από εκείνο του 2009). Ακόμη και η διαφορά μεταξύ αριθμού των ψήφων που πήρε η παράταξη της ΝΔ τώρα και εκείνων που πήρε στις εκλογές του 2012 είναι κοντά στις 70 χιλιάδες.
Αλλού πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια της προγραμματισμένης έκρηξης των δύο ανδρών.
Το πιθανότερο «λάθος» του Μητσοτάκη είναι ότι δεν καλλιέργησε τις σχέσεις του με τους πρώην πρωθυπουργούς της παράταξής του, κατά το πρωτόκολλο του απαιτούμενου «σεβασμού».
Δεν τους συμβουλεύτηκε επαρκώς προτού αποφασίσει για κρίσιμα θέματα, όπως τα εθνικά. Δεν «άκουσε» τις επιφυλάξεις τους στο θέμα της υποστήριξης της Ουκρανίας. Δεν αντέδρασε με αντιευρωπαϊκό στυλ στις προκλήσεις των Σκοπίων και των Τιράνων. Δεν ακύρωσε την τελευταία επίσκεψή του στην Άγκυρα.
Ακολούθησε δηλαδή τη δική του πολιτική και όχι εκείνη που θα ήθελαν εκείνοι προκειμένου να μείνει η εντύπωση ότι παραμένουν στα πράγματα. Πλην όμως αυτή την πολιτική ενέκριναν οι ψηφοφόροι και του 40% και του 41%.
Το βαθύτερο, ιδιοσυγκρασιακό, πρόβλημα του ντουέτου των πρώην είναι αλλού: δεν τους «φρόντισε».
Σίγουρα η θέση του προέδρου στα «Πετρέλαια», την οποία ανέλαβε πρωθυπουργικός φίλος, είναι καλύτερη από την προεδρία των «Καπνοπαραγωγών».
Πιο σοβαρό είναι όμως ότι θα μπορούσε, ο άλλος πρώην, να έχει αναλάβει καίρια θέση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως τόσο συχνά συμβαίνει με πρώην πρωθυπουργούς άλλων κρατών. Προσωπικά πιστεύω μάλιστα ότι θα ήταν πολύ καλύτερος επίτροπος από τον κ. Σχοινά.
Αν όμως είναι τόσο απρόβλεπτος όσο αναδεικνύεται, πώς να τον εμπιστευτεί ο Κυριάκος;
Αλλά και ο κ. Καραμανλής έπρεπε να έχει βολιδοσκοπηθεί για την Προεδρία της Δημοκρατίας, έστω για… τα μάτια των οπαδών.
Πώς όμως να τον εμπιστευτεί ο Κυριάκος όταν απειλεί να ξεσηκώσει εθνικό μέτωπο εναντίον ενός εικαζόμενου συνυποσχετικού με την Τουρκία; Αλλού αποσκοπεί η σύμπηξη δυνάμεων προς αυτή την ανοίκεια συμπεριφορά (κατά την φροϋδική προσέγγιση στο «Das Unheimliche»).
Οι δύο άνδρες οραματίζονται στροφή της δεξιάς προς τα δεξιά. Βλέπουν τι συμβαίνει στην Ευρώπη, λέει. Μόνον που λένε τα ίδια μερικά χρόνια τώρα. Στην πραγματικότητα επιδιώκουν να θέσουν τους όρους του νέου προσανατολισμού μιας συρρικνωμένης ίσως και διχασμένης Νέας Δημοκρατίας.
Θέλουν να είναι αυτοί -και όχι νυν πρόεδρος Μητσοτάκης- που θα ορίσουν τον νέο αρχηγό της παράταξης. Με κάποιο αντάλλαγμα προφανώς. Ίσως μόνον «ηθικό». Θα το δουν όταν θα έρθει εκείνη η ώρα. Όλο αυτό όμως είναι τόσο déjà vu.
Επιβεβαιώνεται, στο πεδίο της μικροπολιτικής, ότι οι πρώην είναι, κατά κανόνα, ακάματοι!