Του Γιάννη Σιδέρη
Τα ράκη της αριστερής του περηφάνιας και της πάλαι ποτέ ηγεμονίας του στο εσωτερικό πολιτικό στερέωμα, τα οποία είχε περικλείσει στην επιστολή του προς τους ευρωπαίους ηγέτες, μαζεύει ο πρωθυπουργός.
Το αίτημα του ήταν να ενταχθεί στο κείμενο της νέας ευρωπαϊκής συνθήκης, η αναφορά στο ευρωπαϊκό κεκτημένο σχετικά με τα εργασιακά, προκειμένου να επανέλθουν δια της πλαγίας οι συλλογικές συμβάσεις και να λυθεί ο γόρδιος δεσμός εμπλοκής με το ΔΝΤ. Ο Γιούνκερ όμως του απάντησε ότι, το κοινοτικό κεκτημένο της ΕΕ εφαρμόζεται στην Ελλάδα. Απλώς «δεν υπάρχει ένα μέγεθος που να ταιριάζει σε όλους».
Ο κ. Τσίπρας υπέστη στρατηγική ήττα, καθώς η επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, είχε καταστεί ένας από τους ελάχιστους εναπομείναντες ακρογωνιαίους λίθους αντίστασής του. Όπως υψιπετώς είχε αναφέρει το βράδυ της Πέμπτης στη Ρώμη, στην εκδήλωση του δικτύου transform! Europe: «Είμαστε αποφασισμένοι να είμαστε η κυβέρνηση που θα επαναφέρει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις».
Ούτως ή άλλως, ήταν ένα όνειρο απατηλό, γιατί ακόμη και να γινόταν κάποια αναφορά στο κείμενο, δεν προείκαζε κάποια δέσμευση εκ μέρους των δανειστών ως προς το θέμα. Όπως θα έλεγε και κάποιος αριστερός – όχι συριζαίος αριστερός – οι εργασιακές σχέσεις είναι απόρροια των αντίστοιχων παραγωγικών, και αυτές στη χώρα μας είναι αμφότερες κατεστραμμένες, με τη θηριώδη ανεργία, που επισήμως ξεπερνά το 23% και κατά τη ΓΣΕΕ αγγίζει το 29%. Στην ουσία ο κ. Τσίπρας αναζητούσε ένα θεσμικό κέλυφος για άγραν εντυπώσεων, χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο.
Ωστόσο πέραν της απόρριψης του αιτήματος, το οποίο αποτελούσε ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα, περισσότερο πρόσβαρη και αξιοπρόσεκτη, ήταν η ομιλία του κ. Τσίπρα την Πέμπτη στη Ρώμη. Εκεί μεταξύ άλλων, έκανε τη διαπίστωση ότι η Ευρώπη έχει παραδοθεί στο ΔΝΤ, και αυτό – κατ΄ αυτόν – εξηγεί γιατί αντιμετωπίζει υπαρξιακή κρίση. Αφελής προσπάθεια γενίκευσης ενός ειδικού προβλήματος.
Απ' όσο ξέρουμε τον μόνο που έχει παραδώσει η Ευρώπη στο ΔΝΤ, είναι η Ελλάδα (και κάναμε ό,τι μπορούμε για να παρατείνουμε την παραμονή του). Τα υπόλοιπα υπαρξιακά της Ευρώπης είναι προβλήματα των ανοιχτών συνόρων, μαζικής εισόδου μεταναστών, (το αντίθετο δηλαδή απ΄ ό,τι πιστεύει ο κ. Τσίπρας) και περιορισμού του κοινωνικού κράτους, λόγω υστέρησης κρατικών πόρων, αφού η παγκοσμιοποίηση επέτρεψε σε επιχειρήσεις να μετοικίσουν σε πλέον προσοδοφόρα μέρη. Αλλά δεν είναι ευκόλως κατανοητά στην αριστερά του κ. Τσίπρα, η οποία προσπαθεί μια ατυχή σύζευξη των θεωρητικών δοξασιών της, με την άβολη ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Αν κάτι αξιολογείται πάντως από την μέχρι τώρα παρουσία του πρωθυπουργού στη Ρώμη, πέραν της αποτυχίας στην συγγραφή της διακήρυξης, είναι δύο διαβεβαιώσεις στην ομιλία της Πέμπτης :
Α) «Είμαστε αποφασισμένοι να είμαστε η κυβέρνηση που θα οδηγήσει την Ελλάδα έξω από τα Μνημόνια». Αυτό αποτελεί και απάντηση σε όσους νομίζουν ότι θα εγκαταλείψει την προσπάθεια μακροημέρευσης και θα προσφύγει σε εκλογές. Οι εκλογές μπορεί να γίνουν από ατύχημα, αλλά δεδομένου ότι η κυβερνητική πλειοψηφία είναι οριακή, είναι ενδιαφέρον αν θα βρεθούν εκείνοι οι λίγοι που θα τολμήσουν να ρίξουν την κυβέρνηση της «Πρώτης Φοράς Αριστεράς». Θα τους περιμένει ο στιγματισμός, και το ξέρουν.
Β) Μπορεί κανείς να μειδιάσει ευφροσύνως, διαβάζοντας στην ομιλία του πρωθυπουργού ότι «τερματίσαμε την ύφεση, η οικονομία υπεραπέδωσε πέρυσι και τώρα κάνει στροφή στην ανάκαμψη και την ανάπτυξη», ωστόσο χρήζει προβληματισμού ο κάτωθι κλαυσίγελως: «Δεν θα παραδώσουμε τον λαό στους yes-men των δυνάμεων που θέλουν την Ελλάδα στον ζουρλομανδύα της λιτότητας».
Έχουν υπογράψει σχεδόν τα πάντα, συμφώνησαν με περικοπές συντάξεων και μειώσεις αφορολόγητου, έχουν αποτύχει σε όλα, αλλά εξακολουθούν χωρίς αυτογνωσία, να χαρακτηρίζουν τους αντιπάλους τους «yes-men»! Και αυτό δεν είναι επικοινωνιακή καταφυγή. Είναι ζυμωμένο με την κουλτούρα τους και το πιστεύουν. Άλλωστε χθες ο βουλευτής Γ. Κυρίτσης, δήλωσε «αν υπήρχε αξιωματική αντιπολίτευση που να ήθελε να προστατεύσει τα λαϊκά στρώματα, ας φεύγαμε». (Ορίζουν εαυτούς μοναδικούς προστάτες των λαϊκών στρωμάτων, και ας επιτείνουν τη φτώχεια τους).
Τα ανωτέρω, αφενός αποκαλύπτουν τον κραυγαλέο μεσσιανισμό που τους διακατέχει, αφετέρου την πρόθεσή τους να παραμείνουν, να κλείσουν με κάποιο τρόπο και σε όποιο χρόνο, την αξιολόγηση, (κάτι για το οποίο επιμένει η στήλη από αρχές Ιανουαρίου). Απλώς με τη διαπραγμάτευση απωθούν τα δύσκολα, διαιωνίζουν τον χρόνο παραμονής στην εξουσία, και – κάτι στο οποίο δεν έχει δοθεί σημασία – εκπέμπουν την εικόνα αναγκαιότητας της εξουσίας τους.
Εάν εκλείψει η αξιολόγηση, τελειώνει και το… θαρραλέο αντιστασιακό αφήγημά τους και θα πρέπει να ξεδιπλώσουν το κυβερνητικό τους πρόγραμμα – και το μόνο που έχουν στα μπαγκάζια τους, με ενιαία και «συγκροτημένη» έκφραση, είναι μόνο εκείνο… της Θεσσαλονίκης!