Τα επόμενα 24ωρα λαμβάνουν τη μορφή ενός μπρα ντε φερ, η έκβαση του οποίου εκτιμάται ότι θα αφήσει και πολιτικό αποτύπωμα.
Σε λίγες ώρες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης συναντάται στο Μέγαρο Μαξίμου με τους εκπροσώπους των αγροτών -για την ακρίβεια με δύο διαφορετικές αντιπροσωπείες, των μπλόκων αρχικά και των συνεταιρισμών στη συνέχεια- επιχειρώντας να κάνει σαφές ότι η κυβέρνηση έχει τη βούληση να βρει λύσεις σε αιτήματα, που χαρακτηρίζει δίκαια, όπως οι ελληνοποιήσεις προϊόντων και η επιστροφή του ΕΦΚ στο αγροτικό πετρέλαιο νωρίτερα από το τέλος του χρόνου, χωρίς ωστόσο να επηρεαστεί με κανένα τρόπο ο κρατικός προϋπολογισμός. Αυτό είναι ένα από τα ζητήματα, που η κυβέρνηση έχει μπροστά της και ενδεχομένως δεν είναι το μείζον.
Στον πέμπτο χρόνο της, καλείται πλέον να διαχειριστεί ένα ιδιότυπο «πλέγμα» πολιτικών με μεταρρυθμιστικό πρόσημο, αντιδράσεων, που αυτές προκαλούν και προβλημάτων, που χρονίζουν και διογκώνονται.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ξεκίνησε την δεύτερη τετραετία της, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να προτάσσει τον «πολυδιάστατο εκσυγχρονισμό» και την αντιμετώπιση των «διαχρονικών παθογενειών του κράτους», ως το μεγάλο διακύβευμα του κυβερνητικού έργου.
Στην αιχμή του δόρατος τέθηκαν μεταρρυθμίσεις σε όλους τους κεντρικούς τομείς, υγεία, παιδεία, εργασία, οικονομία, δικαιοσύνη. Η αλήθεια είναι ότι σε κάθε έναν από τους τομείς αυτούς, αρχίζουν να γίνονται νομοθετικά βήματα, με στόχο να αλλάξουν και να διορθωθούν επί μέρους παθογένειες. Το ερώτημα είναι πόσο επαρκή είναι αυτά τα βήματα και πότε ο πολίτης θα διαπιστώσει στην πράξη την αλλαγή.
Στην υγεία, για παράδειγμα, η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε κάποια αύξηση των αποδοχών του ιατρικού προσωπικού, επιχειρείται η αναδιάρθρωση των χειρουργείων, η κάλυψη αναγκών σε γιατρούς και νοσηλευτές, η ανακαίνιση νοσοκομείων ή η ενίσχυση του ΕΚΑΒ.
Πριν από λίγες ημέρες, ωστόσο, η είδηση ότι ελλείψει αναισθησιολόγων το νοσοκομείο Παίδων οδηγείται στην αναστολή λειτουργίας των τακτικών χειρουργείων, επανέφερε στο προσκήνιο το μέγεθος του προβλήματος, των γιατρών, που λείπουν από το ΕΣΥ, των χαμηλών αμοιβών, που δεν ανταποκρίνονται σε όσα προσφέρουν, την επιλογή πολλών να εργαστούν τελικά στον ιδιωτικό τομέα, όπου οι συνθήκες είναι σαφώς καλύτερες και όχι στα δημόσια νοσοκομεία.
Αντίστοιχα, στον χώρο της παιδείας, το νομοσχέδιο για τη λειτουργία μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, που αναμένεται να ψηφιστεί την 1η Μαρτίου, μπορεί να αλλάζει πλήρως το τοπίο και να αποτελεί πράγματι μια μεγάλη μεταρρύθμιση, δεν αλλάζει, όμως, την κατάσταση για τα προηγούμενα 12 χρόνια της εκπαίδευσης, που άπαντες συνομολογούν ότι χρειάζεται βαθιές τομές από το δημοτικό έως το λύκειο, στην ουσία της παιδείας και μόρφωσης, που προσφέρει στα παιδιά.
Σαρωτικές αλλαγές προχωρούν και στη δικαιοσύνη, οι νέοι ποινικοί κώδικες, που έρχονται στη Βουλή την ερχόμενη εβδομάδα και ο νέος χάρτης της δικαιοσύνης, είναι συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, που και πάλι, όμως, δεν αλλάζουν αυτό, που σήμερα βιώνουν όσοι τύχει να αναμένουν την εκδίκαση μιας υπόθεσης τους. Στον ίδιο «κατάλογο» με άμεσο αντίκτυπο στην καθημερινότητα, οι συγκοινωνίες. Μεγάλοι οδικοί άξονες παραδίδονται στην κυκλοφορία, ηλεκτρικά λεωφορεία έχουν παραγγελθεί, η ταλαιπωρία, όμως, όσων μετακινούνται με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, δεν έχει περιοριστεί.
Παράλληλα με τις «διαχρονικές παθογένειες», η κυβέρνηση καλείται να αντιμετωπίσει και προβλήματα, που δοκιμάζουν τους πολίτες, με πιο χαρακτηριστικό την ακρίβεια. Μια σειρά μέτρων έχουν ληφθεί με στόχο να μπει «φρένο» στην αισχροκέρδεια, χωρίς έως τώρα αποτελέσματα, τουλάχιστον ορατά για τους καταναλωτές.
Η κυβέρνηση διανύει το μεσοδιάστημα μεταξύ «θεωρίας και πράξης». Πολλά από όσα σχεδιάζει προχωρούν, τα αποτελέσματα, όμως, που προσδοκά να επιφέρουν αυτές οι πολιτικές, δεν γίνονται αντιληπτά. Και αυτό είναι το κρίσιμο σημείο, τουλάχιστον έως τις ευρωεκλογές, που θα αποτελέσουν την πρώτη «δοκιμασία» στις κάλπες.