Πλήγμα στην ανεξαρτησία της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου επιφέρει η κυβερνητική πρωτοβουλία να αλλάξει τη σύνθεση της χωρίς να έχει προηγηθεί ευρύτερος δημόσιος διάλογος ή, έστω, συνεργασία με την ίδια την Επιτροπή, υπογραμμίζει η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, στηλιτεύοντας επίσης την αναφορά του υπουργού Επικρατείας και κυβερνητικού εκπροσώπου Δημήτρη Τζανακόπουλου, στη Βουλή, περί υπακοής της Επιτροπής «στις ιδεολογικές και πολιτικές επιλογές της συγκυρίας».
Συγκεκριμένα, η ΕΕΔΑ με ανακοίνωσή της τονίζει ότι η ανεξαρτησία της Επιτροπής είναι απαραίτητη για να γνωμοδοτεί σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, διευκρινίζοντας πως η σύνθεση της Εθνικής Επιτροπής «δεν είχε κατά την ίδρυσή της πριν δύο δεκαετίες τη λογική της "εκπροσώπησης" και της συμμετοχής σε αυτήν των εξειδικευμένων φορέων που ασχολούνται με όλων των ειδών τα δικαιώματα».
Ωστόσο, «σήμερα η διεύρυνση της Επιτροπής σε οργανώσεις Ρομά και ΛΟΑΤΚΙ θα ήταν ένα θετικό βήμα, εφόσον συνδυάζονταν με την προσθήκη και άλλων ομάδων/ θυμάτων διακρίσεων, όπως ιδίως μεταναστών, προσφύγων, προστασίας ανηλίκων, φυλακισμένων, ενδεχομένως οργανώσεις περιβάλλοντος κ.λπ.» αναφέρει η Ένωση.
Αυτή η διεύρυνση θα μπορούσε με διαφάνεια και σοβαρότητα να επιτευχθεί με πρόταση της ίδιας της Επιτροπής ή με μια δημόσια διαβούλευση υπό την ευθύνη της Βουλής, προσθέτει η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
«Αυτό που δεν συνάδει με τη θεσμική αποστολή της Επιτροπής» αναφέρει η ΕΕΔΑ, «είναι να αντιμετωπίζεται ως ένα απλό κυβερνητικό όργανο η σύνθεση του οποίου, ακόμα δε και το επιστημονικό προσωπικό του, οφείλει, κατά τα λεγόμενα του υπουργού Δ. Τζανακόπουλου ενώπιον της Βουλής, να υπακούει στις "ιδεολογικές και πολιτικές επιλογές της συγκυρίας"».
Και αυτό, καταλήγει η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, «όχι μόνο επειδή θα συνιστούσε ένα πολύ κακό προηγούμενο, καθώς με την ίδια λογική μια μελλοντική Κυβέρνηση θα νομιμοποιούνταν να τροποποιήσει εκ νέου τη σύνθεση της Επιτροπής σύμφωνα με τις δικές της "πολιτικές" προτιμήσεις. Αλλά και γιατί δεν είναι συμβατή με το κράτος δικαίου μια αντίληψη για τα ανθρώπινα δικαιώματα που επιλέγει τους μεν και αποκλείει τους υπολοίπους κατά το δοκούν, χωρίς κριτήρια και χωρίς διάλογο».