Αν για κάτι μπορεί κανείς να κατηγορήσει την κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι ασφαλώς η κακή επικοινωνιακή πολιτική και τα απελπιστικά αργά αντανακλαστικά.
Για παράδειγμα, οι κακόβουλες και ψεκασμένες θεωρίες συνωμοσίας για μπάζωμα των Τεμπών, αφέθηκαν επί μήνες να διασπείρονται από πολλούς και διάφορους κύκλους, χωρίς να αντικρούονται. Η αντίδραση ήρθε πολύ αργά, όταν πια αυτές οι θεωρίες είχαν γίνει κτήμα μεγάλης μερίδας του πληθυσμού. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση, οι 7 στους 10 πολίτες απάντησαν ότι ήταν σίγουροι ή σχεδόν σίγουροι, ότι στα Τέμπη υπήρξε συγκάλυψη. Ανάμεσά τους και πολλοί ψηφοφόροι της ΝΔ.
Λίγο η «μάνα των Τεμπών», λίγο ο Βελόπουλος και από κοντά και ο Σύριζα με το ΠΑΣΟΚ, το επικοινωνιακό παιχνίδι χάθηκε και αυτός κατά τη γνώμη μου ήταν και ένας από τους λόγους της κακής εκλογικής επίδοσης της ΝΔ στις πρόσφατες ευρωεκλογές.
Έτερο παράδειγμα η θεωρία ότι αφήσαμε τα νησιά γυμνά και απροστάτευτα, στέλνοντας όπλα στην Ουκρανία.
Στην πραγματικότητα στην Ουκρανία στείλαμε μερικά παμπάλαια ρωσικά τεθωρακισμένα BPM-1 και πυρομαχικά που ήταν κοντά στη λήξη τους ενώ Έβρος και νησιά εξοπλίστηκαν με υπερσύγχρονα γερμανικά Marder.
Έτερο παράδειγμα η θεωρία ότι ο Μητσοτάκης ετοιμάζεται να δώσει το μισό Αιγαίο στους Τούρκους, απλώς και μόνο επειδή συνομιλεί με τον Ερντογάν.
Προκαλεί εντύπωση που κανείς κυβερνητικός δεν μπήκε στον κόπο να εξηγήσει στον κόσμο ότι βασική πρόνοια του Διεθνούς Δικαίου το οποίο συχνά επικαλούμαστε, είναι ότι οι θαλάσσιες ζώνες σε περιοχές στενότητας όπως το Αιγαίο, δεν οριοθετούνται μονομερώς αλλά μόνο έπειτα από διαπραγματεύσεις με τα παρακείμενα ή αντικείμενα κράτη. Και η Τουρκία συμβαίνει να είναι και τα δύο, με 1000 μάλιστα χιλιόμετρα ακτογραμμής και δύο νησιά στο Αιγαίο.
Το ίδιο άλλωστε κάναμε και με την Ιταλία, και με την Αίγυπτο και με την Αλβανία. Κανείς όμως τότε δεν εξέφρασε την παραμικρή αντίρρηση. Για να μην πούμε ότι ο μεγάλος Καραμανλής προσέφυγε κάποτε μονομερώς στη Χάγη για όλα τα θέματα με τους γείτονες, περιλαμβανομένων των χωρικών υδάτων.
Έτερο παράδειγμα το θέμα της εξαήμερης εργασίας.
Ψηφίστηκε μεν στη Βουλή προκειμένου να αντιμετωπίσει υπαρκτές ανάγκες σε συγκεκριμένους κλάδους, ουδέποτε όμως εξηγήθηκε ότι αφορά σε λίγες μόνο επιχειρήσεις που δουλεύουν αδιάλειπτα 24 ώρες το 24ωρο και 7 μέρες τη βδομάδα και εφαρμόζεται σε προαιρετική βάση και μόνο έπειτα από συναίνεση του εργαζόμενου που αμείβεται μάλιστα και με 40% παραπάνω ή και 115% αν η επιπλέον μέρα που εργάζεται είναι Κυριακή.
Τι πέρασε σε μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης;
Ότι η κυβέρνηση καταργεί το 5νθήμερο και το 40ωρο για όλους και επιβάλλει εργασιακές συνθήκες μεσαίωνα.
Στον αντίποδα, πολλά θετικά μέτρα και μεταρρυθμίσεις, όπως η ψηφιακή κάρτα εργασίας που διασφαλίζει πλήρως τα δικαιώματα των εργαζομένων στην υπερωριακή απασχόληση, η αύξηση στο επίδομα ανεργίας, η τέταρτη συνεχής αύξηση του κατώτατου μισθού και η μείωση της ανεργίας σε μονοψήφιο, πέρασαν μάλλον στα ψιλά, έχοντας χαθεί μέσα στην πνιγηρή ατμόσφαιρα της εποχής ως αποτέλεσμα μιας τοξικότητας μεγάλου μέρους της αντιπολίτευσης αλλά και μιας αδιανόητης κυβερνητικής επικοινωνιακής ολιγωρίας.
Και εάν η κυβέρνηση δεν βελτιωθεί άμεσα στον τομέα της επικοινωνίας, θα άγεται και θα φέρεται απολογούμενη πάνω σε μια ατζέντα που θα καθορίζουν άλλοι, ερήμην της και κατά το δοκούν.
Και κυβερνήσεις υπό τέτοιες συνθήκες είναι δύσκολο να περάσουν μεταρρυθμίσεις πολλώ δε μάλλον να μακροημερεύσουν.
* Ο Κυριάκος Μπερμπερίδης είναι μέλος της Γραμματείας Προγράμματος και των Τομέων Υγείας & Πολιτικής Υποστήριξης της Νέας Δημοκρατίας.