Εξωφρενικό χαρακτηρίζει η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων σε ανακοίνωσή της το γεγονός ότι ζητείται από αστυνομικούς ο πειθαρχικός έλεγχος σε βάρος των εισαγγελέων που άσκησαν τις διώξεις στους 20 συλληφθέντες για τα επεισόδια στο Κουκάκι και καλεί τους εισαγγελείς να συνεχίσουν το έργο τους «κλείνοντας τα αυτιά σε προτροπές και εκφοβισμούς».
Υπενθυμίζεται η Ένωση Αστυνομικών Υπαλλήλων κατέθεσε υπόμνημα στον Άρειο Πάγο, με το οποίο ζητάει τη μετατροπή των κατηγοριών σε βάρος των συλληφθέντων, από πλημμέλημα σε κακούργημα και να ελεγχθούν πειθαρχικά από τον Άρειο Πάγο οι εισαγγελείς που άσκησαν τις διώξεις
Όπως τονίζει στην ανακοίνωσή της πως δικαστές και εισαγγελείς ενεργούν σύμφωνα με το προσκομιζόμενο αποδεικτικό υλικό και τα στοιχεία που υπάρχουν στην δικογραφία και επισημαίνουν πως τηρούν απαρέγκλιτα τη νομιμότητα και δεν αυθαιρετούν ούτε ενεργούν με βάση την πολιτική συγκυρία και τα κελεύσματα της επικαιρότητας.
Επίσης, διευκρινίζει ότι η κρίση τους βασίζεται στα πορίσματα της νομικής θεωρίας και της νομολογίας και δεν μπορεί να γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης, ιδιαίτερα από συναισθηματικής πλευράς και καλεί τους εκπροσώπους της δικαιοσύνης «να επιτελούν το καθήκον τους κλείνοντας τα αυτιά σε προτροπές και εκφοβισμούς».
Αναλυτικότερα, ολόκληρη η ανακοίνωση έχει ως εξής:
«Επιχειρήθηκε τις τελευταίες ημέρες συντονισμένα τόσο από Υπουργούς της Κυβέρνησης όσο και από εκπροσώπους των αστυνομικών υπαλλήλων μία έμμεση πίεση στους Εισαγγελικούς Λειτουργούς για τροποποίηση των ποινικών διώξεων που έχουν ήδη ασκηθεί σε βαθμό πλημμελήματος, προκειμένου να χαρακτηριστούν ως κακουργήματα συγκεκριμένες κατηγορίες υποθέσεων, που αφορούν επιθέσεις σε βάρος αστυνομικών.
Έφθασε μάλιστα Ένωση αστυνομικών υπαλλήλων στο εξωφρενικό σημείο να ζητά τον πειθαρχικό έλεγχο Εισαγγελέα, γιατί δεν άσκησε δίωξη έτσι όπως οι ίδιοι θα επιθυμούσαν. Δεν έχει γίνει ακόμα κατανοητό ότι οι Δικαστικοί και Εισαγγελικοί Λειτουργοί ενεργούν σύμφωνα με το προσκομιζόμενο αποδεικτικό υλικό και τα στοιχεία που υπάρχουν στην δικογραφία. Τηρούν απαρέγκλιτα τη νομιμότητα και δεν αυθαιρετούν ούτε ενεργούν με βάση την πολιτική συγκυρία και τα κελεύσματα της επικαιρότητας.
Η κρίση τους για την υπαγωγή μιας πράξης σε συγκεκριμένη νομοτυπική μορφή αδικήματος είναι κρίση επιστημονική βασισμένη σε πορίσματα της νομικής θεωρίας και της νομολογίας και δεν μπορεί να γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης πολύ περισσότερο με όρους συναισθηματικούς και άρα αντιεπιστημονικούς. Καλούνται άλλη μια φορά να συνεχίσουν να επιτελούν το καθήκον τους κλείνοντας τα αυτιά σε προτροπές και εκφοβισμούς».