Υπέρ της εφαρμογής του δικαιώματος ψήφου για τους Έλληνες του εξωτερικού τοποθετήθηκε για άλλη μια φορά ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Μιλώντας στην εκδήλωση που οργάνωσε στις Βρυξέλλες η ομάδα «Μεταρρυθμίσεις για Ανάπτυξη στην Ελλάδα» και τον Ευρωπαϊκό Δήμο, ο κ. Βενιζέλος χαρακτήρισε "πολύ εύκολη" την πρακτική εφαρμογή της σχετικής συνταγματικής διάταξης.
Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ ανέλυσε την άποψή του ως εξής:
«Προφανώς, είμαι απολύτως υπέρ της ενεργοποίησης της σχετικής συνταγματικής διάταξης, του άρθρου 51 παρ. 4, και της άσκησης στην πράξη του εκλογικού δικαιώματος από τους εκτός επικρατείας Έλληνες πολίτες. Άλλωστε, αυτό το νόημα είχε η πρωτοβουλία που πήραμε και που πήρα προσωπικά, στην Αναθεώρηση του Συντάγματος του 2001, να συμπληρωθεί η αρχική διατύπωση του άρθρου 51 παρ. 4 ώστε να υπάρχει ένα πληρέστερο συνταγματικό πλαίσιο, το οποίο βεβαίως πρέπει να ενεργοποιήσει ο κοινός νομοθέτης.
Η βασική συμπλήρωση της αρχικής διάταξης του 1975 που έγινε το 2001 συνίσταται στο ότι επιτρέπονται ρητά αποκλίσεις από την αρχή της ταυτόχρονης διεξαγωγής της ψηφοφορίας, έτσι ώστε να μπορεί ο απόδημος Έλληνας να ψηφίσει πριν την ημέρα των βουλευτικών εκλογών ή του δημοψηφίσματος ή να ψηφίσει με επιστολική ψήφο. Η ταυτόχρονη διεξαγωγή των εκλογών διασφαλίζεται μέσω της ταυτόχρονης καταμέτρησης και ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων. Αυτό ήταν κάτι καθοριστικό, διότι η αρχική διάταξη εμπεριείχε μια εσωτερική αντίφαση σε σχέση με μια από τις θεμελιώδεις αρχές που διέπουν την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος που είναι η αρχή της ταυτόχρονης διεξαγωγής της ψηφοφορίας.
Βεβαίως, προστέθηκε η ρήτρα της αυξημένης πλειοψηφίας των 2/3 με την οποία πρέπει να ψηφιστεί ο νόμος που ενεργοποιεί αυτή τη συνταγματική διάταξη. Αυτή όμως η μεταπλειοψηφική εγγύηση προβλέφθηκε με την αναθεώρηση του 2001 και για άλλα πολύ σοβαρά ζητήματα, κυρίως για την άμεση τροποποίηση του εκλογικού συστήματος.
Γιατί, το εκλογικό σύστημα και οι κανόνες που διέπουν την ίδια την σύνθεση του εκλογικού σώματος βρίσκονται στην καρδιά της δημοκρατίας. Συνεπώς η συγκέντρωση ευρείας συναίνεσης στη νομοθετική ρύθμιση των σχετικών θεμάτων είναι θεμελιώδης εγγύηση διαφάνειας και πολυφωνίας, εγγύηση της εκλογικής ελευθερίας και ισότητας, εγγύηση της σταθερότητας των όρων του παιχνιδιού, δηλαδή θεμελιώδης εγγύηση φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Πρέπει όταν αλλάζει η σύνθεση του εκλογικού σώματος και άρα μπορούν να μεταβληθούν οι συσχετισμοί των δυνάμεων, να υπάρχει ευρύτατη συναίνεση, άρα πρέπει να υπάρχει αυξημένη πλειοψηφία. Το ίδιο ισχύει και για την επιλογή των Ανεξάρτητων Αρχών κ.ο.κ. Πρόκειται για θεσμικές εγγυήσεις που συγκροτούν αυτό που από το 2008 προσπαθώ να ορίσω μετα-αντιπροσωπευτική δημοκρατία.
Βεβαίως, η πολυπλοκότητα του όρου «απόδημος Έλληνας» ή «εκτός επικρατείας ευρισκόμενος πολίτης» και οι επιφυλάξεις που υπάρχουν στα πολιτικά κόμματα, η φοβία, η αμοιβαία καχυποψία, δεν επέτρεψε επί 18 χρόνια να ενεργοποιηθεί η διάταξη αυτή, παρά κάποιες προσπάθειες που έγιναν ιδίως το 2009.
Υπάρχουν λοιπόν εδώ δύο μεγάλα ζητήματα. Το πρώτο είναι, πώς μπορεί να ψηφίζει ένας Έλληνας που βρίσκεται εκτός επικρατείας. Μπορεί βεβαίως να ψηφίζει σε προξενικά εκλογικά τμήματα, εφόσον το επιτρέπουν οι χώρες φιλοξενίας και υποδοχής, μπορεί να ψηφίζει με επιστολική ψήφο, και, εφόσον προχωρήσουμε στο δικό μας νομοθετικό σύστημα και προβλέψουμε την ηλεκτρονική ψηφοφορία, βεβαίως μπορεί να ψηφίζει και ηλεκτρονικά. Άρα, δεν θα έχουμε και κανένα πρόβλημα σε σχέση με την ταυτόχρονη διεξαγωγή, την ταυτόχρονη καταμέτρηση και ανακοίνωση των αποτελεσμάτων.
Πρέπει, όμως, να ψηφίζει με βάση τις προβλέψεις του άρθρου 54 του Συντάγματος στην εκλογική περιφέρεια στην οποία είναι εγγεγραμμένος, δηλαδή με βάση την εγγραφή του στα δημοτολόγια τα οποία τώρα υπερκαλύπτουν και την έννοια των εκλογικών καταλόγων. Αυτό έχει καθοριστική σημασία γιατί οι έδρες στην Ελλάδα κατανέμονται σύμφωνα με το Σύνταγμα σε εκλογικές περιφέρειες με βάση τον νόμιμο πληθυσμό, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή.
Ο νόμιμος πληθυσμός προκύπτει από τα δημοτολόγια και άρα εξαρτάται από την εγγραφή στα δημοτολόγια. Δεν μπορεί συνεπώς να ψηφίζει ο εκτός επικράτειας πολίτης απλώς το κόμμα της προτίμησής του ή το αντίστοιχο ψηφοδέλτιο επικρατείας. Αυτές οι ιδέες μπορεί να είναι απλές, αλλά δεν συμφωνούν με το ισχύον συνταγματικό πλαίσιο, όχι του άρθρου 51, αλλά του άρθρου 54 του Συντάγματος που επίσης ισχύει στην προκειμένη περίπτωση.
Άρα πρέπει να βρούμε λύσεις όπου ο κάθε απόδημος Έλληνας ψηφίζει το ψηφοδέλτιο του κόμματος που επιλέγει στην περιφέρεια στην οποία ανήκει, δηλαδή εκεί που είναι γραμμένος στα δημοτολόγια. Αυτό έχει ορισμένες πρακτικές δυσκολίες ιδίως σε συνδυασμό με τη μικρή διάρκεια της προεκλογικής περιόδου στην Ελλάδα η οποία κατά το Σύνταγμα είναι μόλις 30 ημέρες. Πρέπει να υπάρχει επαρκής χρόνος ώστε όλα αυτά να οργανώνονται, έτσι ώστε να φθάνει το ψηφοδέλτιο στο προξενικό τμήμα ή να μπορεί να το ψηφίσει με επιστολική ψήφο ο απόδημος πολίτης.
Το σημαντικότερο όμως ζήτημα είναι σε ποιους Έλληνες εκτός επικρατείας αναφερόμαστε, γιατί είναι διαφορετικό να μιλάμε για τους Έλληνες των Βρυξελλών ή του Στρασβούργου, για τους Έλληνες της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακόμη και των χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης και διαφορετικό να μιλάμε για τον απόδημο Ελληνισμό των ΗΠΑ, του Καναδά, της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας.
Επίσης είναι διαφορετικό να μιλάμε για ανθρώπους που έχουν φύγει πριν από λίγο καιρό από την Ελλάδα και έχουν την επιθυμία ή το σχέδιο επιστροφής και πάντως είναι απολύτως συνδεδεμένοι με το ελληνικό γίγνεσθαι και διαφορετικό να μιλάμε για Ελληνοαμερικανούς δεύτερης ή τρίτης γενιάς. Διαφορετικό να μιλάμε για ανθρώπους που έχουν μόνο μια ιθαγένεια, την ελληνική ιθαγένεια ή για ανθρώπους που έχουν δεύτερη ευρωπαϊκή ιθαγένεια αλλά πάντως εντός ΕΕ ή για ανθρώπους που έχουν αμερικανική ή καναδική ιθαγένεια ή ιθαγένεια χώρας που απαγορεύει τη δεύτερη ιθαγένεια.
Υπάρχουν επίσης χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και περίπου άλλες επτά - οκτώ χώρες μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, που θέτουν ένα χρονικό όριο για να μπορεί ένας απόδημος να μετέχει στην εκλογική διαδικασία. Στο Ηνωμένο Βασίλειο αυτό το όριο είναι 15 χρόνια και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι αυτό είναι ένα όριο θεμιτό σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Schindler v. The United Kingdom).
Η νομολογία του ΕΔΔΑ αναγνωρίζει άλλωστε μεγάλο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στα κράτη - μέλη. Ακόμη και η γνωστή προσφυγή που έγινε από στελέχη του Συμβουλίου της Ευρώπης που τα ίδια ενδιαφερόντουσαν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα ( υπόθεση Σιταρόπουλος και Γιακουμόπουλος κατά Ελλάδος) η Ολομέλεια, το Μεγάλο Τμήμα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι η μη ενεργοποίηση του άρθρου 51 παρ. 4 δεν παραβιάζει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, πιο συγκεκριμένα το άρθρο 3 του (Πρώτου) Προσθέτου Πρωτοκόλλου.
Άρα, δεν έχω καμία επιφύλαξη ότι για τους Έλληνες που βρίσκονται εντός ΕΕ, ακόμη και εντός των χωρών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης μπορεί πάρα πολύ εύκολα να αντιμετωπιστεί και πρακτικά το ζήτημα αυτό. Για τους υπερατλαντικούς απόδημους χρειάζεται μια πιο προσεκτική τυπολογία, μια κατηγοριοποίηση σε σχέση με την εγγραφή τους στα δημοτολόγια και σε σχέση με την πραγματική επαφή που έχουν με την ελληνική πραγματικότητα. Με κριτήριο το πόσο ζωτική είναι η επαφή αυτή στη συνείδησή τους αλλά και στην οικονομική και κοινωνική τους δραστηριότητα, με βάση βεβαίως γενικά και αφηρημένα κριτήρια που εφαρμόζονται με απλό και αδιάβλητο τρόπο σύμφωνα με αντικειμενικά - τυπικά στοιχεία.
Είναι θέματα τα οποία δεν μπορούμε να τα συζητήσουμε σε ένα τέτοιο πλαίσιο ψηφιακό, κατά ανάγκη περιορισμένου χρόνου, αλλά αντιλαμβάνεστε ότι τουλάχιστον εκ μέρους μου υπάρχει και η πολιτική βούληση αλλά και η διάθεση να συνεισφέρω μαζί με άλλους, ειδικότερους ίσως από εμένα, στην επεξεργασία αυτών των θεμάτων, λέγοντας πράγματα τα οποία είναι εφικτά, πρακτικά, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».