Μπορεί το Ηνωμένο Βασίλειο να έχει αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως το... φάντασμά του παραμένει πανταχού παρόν και ειδικά στις Συνόδους Κορυφής. Και σαν να μην έφτανε αυτό, έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους οι επίδοξοι διάδοχοι των Βρετανών, που φέρνουν διαρκώς τους υπόλοιπους στα όριά τους και απειλούν να τινάξουν ανά πάσα στιγμή τα πάντα στον αέρα – ενώ παράλληλα, αναδιατάσσουν τις συμμαχίες και τα στρατόπεδα εντός της ΕΕ.
Είναι κάτι, άλλωστε, που παραδέχθηκε ευθέως και η Ανγκελα Μέρκελ. Αποκαμωμένη από τις επίπονες συζητήσεις που διεξάγονταν νυχθημερόν και επί ένα τετραήμερο, η καγκελάριος της Γερμανίας και προεδρεύουσα της Ένωσης για το τρέχον εξάμηνο, δήλωσε: «Στη διάρκεια των προηγούμενων διαπραγματεύσεων, ήταν ο Ντέιβιντ Κάμερον αυτός που έκανε αισθητή την παρουσία του. Τώρα που δεν βρίσκεται πλέον ανάμεσά μας, έχουν έρθει άλλοι στο προσκήνιο».
Ακόμη πιο καυστικά ήταν ορισμένα από τα σχόλια που δημοσιεύτηκαν σε μεγάλα ευρωπαϊκά ΜΜΕ. «Αυτή η αδιαμφισβήτητη νίκη για το Παρίσι και το Βερολίνο αφήνει μια πικρή γεύση στο στόμα. Παρά το γεγονός ότι προχωρούσαν χέρι-χέρι και δεν είχαν να αντιμετωπίσουν τα οδοφράγματα των Βρετανών, αυτό το ζευγάρι δεν είναι πια παντοδύναμο στην Ευρώπη», έγραψε χαρακτηριστικά η γαλλική εφημερίδα Les Echos.
«Επί πολλά χρόνια, χώρες όπως η Ολλανδία, η Αυστρία ή ακόμη και η Γερμανία μπορούσαν να κρύβονται πίσω από το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο αποτελούσε το αντίβαρο απέναντι στη Γαλλία και τις χώρες του Νότου, όπως η Ιταλία, στις διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό της ΕΕ και σε άλλα θέματα. Πλέον, ο Ρούτε, ο Κουρτς και οι ηγέτες των σκανδιναβικών χωρών αισθάνονται αναγκασμένοι να μετατραπούν σε Κάμερον», σημείωσε από την πλευρά της η γερμανική Frankfurter Allgemeine Zeitung.
«Frugals», «Ομάδα του Βίζεγκραντ» και Νότος
Μετά και τα παραπάνω, δεν χωρά πλέον αμφιβολία ότι ο μεγάλος νικητής είναι η ομάδα των λεγόμενων «frugals», η οποία αποτελείται πλέον από πέντε μέλη. Ολλανδία, Αυστρία, Δανία, Σουηδία και Φινλανδία, με τον Μαρκ Ρούτε σε ρόλο πρώτου βιολιού, κατάφεραν να επιβάλουν πολλούς από τους όρους τους και να περάσουν αρκετές βασικές θέσεις τους στην τελική συμφωνία, ενώ κατήγαγαν και σηαντικές επιτυχίες «στα σημεία».
Πλέον, είναι φανερό ότι ουδεμία σημαντική απόφαση που αφορά το μέλλον της ΕΕ δεν θα μπορεί να λαμβάνεται χωρίς τη συναίνεση των συγκεκριμένων «5», οι οποίοι ενώνοντας τις δυνάμεις και τη φωνή τους κατάφεραν να βάλουν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους στον απόφαση για το Ταμείο Ανάκαμψης.
Κάτι ανάλογο, αν και σε μικρότερο βαθμό, επεδίωξε και κατάφερε η αποκαλούμενη «Ομάδα του Βίζεγκραντ». Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία και Σλοβακία. Με πρωταγωνιστικό ρόλο εκείνο του πρωθυπουργού της πρώτης (και μεγαλύτερης όλων), Ταντέους Μοραβιέτσκι, απαίτησαν να μην υπάρξει άμεση σύνδεση ανάμεσα στα κονδύλια που θα λάβουν τα κράτη-μέλη από τα κοινοτικά Ταμεία (τακτικά και έκτακτα) με την αξιολόγηση της συμπεριφοράς τους στον τομέα των δημοκρατικών δικαιωμάτων, της ελευθερίας έκφρασης και των αρχών της ΕΕ.
Το σημείο αυτό έχει μεγάλη σημασία, καθώς ήδη η Κομισιόν έχει ξεκινήσει τις διαδικασίες επιβολής κυρώσεων σε βάρος Πολωνίας και Ουγγαρίας για το μη σεβασμό του κράτους-δικαίου. Απέδειξε δε ότι η ισχύς και επιρροή της συγκεκριμένης ομάδας δεν περιορίζεται στα θέματα του προσφυγικού-μεταναστευτικού, αλλά είναι πολύ ευρύτερη.
Ουδείς, βεβαίως, δικαιούται να παραγνωρίσει το γεγονός ότι και οι χώρες του Νότου κατάφεραν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους, πριν και κατά τη διάρκεια της συνόδου. Εξάλλου, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, αλλά και Ελλάδα – τρεις από τις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο οικονομικά από την πανδημία – υποστήριξαν ενθέρμως και από την πρώτη στιγμή τη λήψη έκτακτων μέτρων, τη συγκρότηση ενός Ταμείου Ανάκαμψης και την ενίσχυσή τους με σημαντικά κεφάλαια που θα έχουν τη μορφή επιχορηγήσεων και όχι δανείων. Μαζί με άλλους μικρότερους εταίρους, όπως η Κύπρος, η Μάλτα, η Βουλγαρία και η Κροατία, μπορούν να αξιοποιήσουν τη συμμαχία που συνέστησαν για να αποκτήσουν πιο ισχυρή και υπολογίσιμη φωνή εντός ΕΕ και σε άλλα ζητήματα.
Γερμανία-Γαλλία σε νέο ρόλο
Η ανάδυση των τριών παραπάνω στρατοπέδων απέδειξε στις δύο υπερδυνάμεις της ΕΕ, στον «άξονα» Γερμανίας και Γαλλίας, ότι δεν μπορούν να καθορίζουν πλέον μόνες και κατά βούληση το αποτέλεσμα των αναμετρήσεων. Διατυπώνοντάς το με μαθηματικούς όρους, θα μπορούσαμε να πούμε πως η δική τους θέση αποτελεί μεν αναγκαία, αλλά όχι και ικανή συνθήκη για να επιτευχθούν συμφωνίες στα πιο επίμαχα θέματα.
Αυτός, άλλωστε, είναι και ο λόγος που η Γερμανία επέλεξε να πάρει αποστάσεις από τους «σκληρούς», με την πλευρά των οποίων είχε ταχθεί στην αρχή αυτής της κρίσης, καθώς συνειδητοποίησε πως εάν επέμενε, τότε η ΕΕ θα κινδύνευε να διαλυθεί οριστικά. Πρακτικά, λοιπόν, από εδώ και στο εξής, Βερολίνο και Παρίσι θα παίζουν ολοένα περισσότερο τον ρόλο των γεφυροποιών παρά των ηγεμόνων. Μέχρις ότου, τουλάχιστον, διαμορφωθεί ο νέος συσχετισμός εντός της ΕΕ, όπου θα υπάρχουν περισσότερες της μίας «ταχύτητες» – με την Ευρωβουλή να εξακολουθεί να ανήκει, δυστυχώς, στην πιο αργή...