«Αντιμετωπίζουμε μια πολύ δύσκολη κατάσταση στην Κορινθία. Δεν είναι η πρώτη φορά που δοκιμαζόμαστε στην Πελοπόννησο. Αντιμετωπίσαμε τις πυρκαγιές στην Στιμάγκα και τις πυρκαγιές στην Νεμέα, οι οποίες παρουσίαζαν πολύ μεγάλες δυσκολίες. Αυτή η πυρκαγιά παρουσιάζει ακόμα μεγαλύτερες», επισήμανε, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Βασίλης Κικίλιας σε συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε σήμερα.
Ο κ. Κικίλιας έδωσε έμφαση στο ανάγλυφο των περιοχών αυτών που χαρακτηρίζονται, όπως είπε, από πολύ μεγάλες χαράδρες, ρέματα, χούνες, γκρεμούς και πολύ ψηλές βουνοκορφές γεγονός που δημιουργεί δυσκολίες στην προσέγγισή τους.
Όπως είπε ο υπουργός τα προβλήματά αυτή τη στιγμή εντοπίζονται στην περιοχή μεταξύ Σοφιανά και Σπαρταναίικα νοτιοδυτικά της πυρκαγιάς, όπου εκεί επιχειρούν επίγειες δυνάμεις, δασοκομάντος, πολλά οχήματα της Πυροσβεστικής, εναέρια ελικόπτερα, ενώ παρών είναι ο αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος με στρατηγούς του ΠΣ.
Το δεύτερο κομμάτι που απασχολεί τις πυροσβεστικές δυνάμεις, όπως ανέφερε ο κ. Κικίλιας είναι στα Σοφιανά προς Ξανθοχώρι και Πελλήνη, νοτιοανατολικά δηλαδή της πυρκαγιάς και το τρίτο κομμάτι είναι στο οροπέδιο, που από την μια πλευρά είναι Ευρωστίνα και από την άλλη πλευρά το Μαύρο Όρος.
Επιπλέον ο κ. Κικίλιας σημείωσε ότι επιχειρησιακά αποφάσισε η ηγεσία της πυροσβεστικής μαζί με τους δασάρχες και τους λοιπούς εμπλεκόμενους, ότι οι προαναφερθείσες περιοχές είναι αυτές που έχουν πρόβλημα και εκεί θα αντιμετωπίσουν την πυρκαγιά.
«Όμως, για όποια συνέχειά της ευμενέστερη ή δυσμενέστερη, είμαστε υποχρεωμένοι να συνεχίζουμε να παλεύουμε, να προσπαθούμε, να οργανωνόμαστε και να αντιμετωπίζουμε αυτό το οποίο μόνιμα θα έρχεται δυστυχώς στην καθημερινότητα μας και στην Ελλάδα εδώ και στην ευρύτερη περιοχή και στον πλανήτη.
Δυσκολεύουν οι συνθήκες όπως βλέπετε. Είναι πιο πιεστικά τα δεδομένα. Αυτό αυξάνει και την επικινδυνότητα των ίδιων των πυροσβεστών μας, για τη δουλειά την οποία κάνουνε και τις ίδιες τις υπηρεσίες και τις ανάγκες τις οποίες έχει η κοινωνία.
Μια κοινωνία που πρέπει να γίνει πιο ανθεκτική και να βοηθήσουν προς αυτήν την κατεύθυνση με τα εργαλεία τα οποία έχουμε ήδη προαναφέρει και φέραμε φέτος στην πρόληψη και στον εξοπλισμό προκειμένου να μπορέσουμε να τα χρησιμοποιήσουμε στα επόμενα χρόνια», υπογράμμισε.
Ο κ. Κικίλιας χαρακτήρισε την κατάσταση «σοβαρή» και προσέθεσε ότι όταν υπάρχει υγρασία το βράδυ που κάποια στιγμή φτάνει το 67% η φωτιά παρουσιάζει μία ύφεση και μετά καθ΄όλη την διάρκεια της ημέρας παρουσιάζει αναζωπυρώσεις και προβλήματα.
«Λέω ότι η κατάσταση είναι σοβαρή καθότι θα πρέπει να δει κανείς αν σε όλο αυτό το κομμάτι των 50.000 στρεμμάτων μπορεί να ελεγχθεί μέτρο-μέτρο αυτή η πυρκαγιά αυτή τη στιγμή», σημείωσε.
Ο υπουργός έδωσε έμφαση στην έναρξη της πυρκαγιάς τονίζοντας ότι προβληματίζει τους αξιωματικούς της πυροσβεστικής η έναρξή της σε αυτό το σημείο που περιέγραψε.
«Ένα αχαρτογράφητο χωράφι μέσα σε δασική περιοχή που δεν όφειλε να υπάρχει εκεί και στο οποίο δεν μπορέσαμε να περάσουμε και γίνονται οι ανάλογες ενέργειες οι οποίες απαιτούνται από το νόμο, από τη ΔΑΕΕ και από την ελληνική αστυνομία, προκειμένου να ολοκληρωθεί το πόρισμα ως προς την έναρξη της πυρκαγιάς», υπογράμμισε και συμπλήρωσε ότι δυστυχώς φαίνεται για μία ακόμη φορά ότι η πλειονότητα των ενάρξεων των πυρκαγιών και σε δύσκολες περιοχές, αλλά και σε δύσκολο χρωματισμό του χάρτη, εμπεριέχει ανθρώπινο παράγοντα.
Παράλληλα τόνισε ότι ενώ το πρώτο περιπολικό της πυροσβεστικής έφτασε αμέσως και αμέσως μετά μια υδροφόρα, δεν μπορούσαν να περάσουν από το χωμάτινο δρόμο.
«Το χωράφι αυτό, αν μπορεί κανείς να το πει χωράφι, το οποίο περικλείεται από δασική περιοχή και στο οποίο προσπαθήσαμε να φτάσουμε, δεν κατέστη δυνατό και χρησιμοποιήσαμε σε δεύτερο χρόνο ένα D7 ενός δήμου, για να διανοίξουμε το δρόμο και να φτάσουν τα 29-30 πυροσβεστικά τα οποία είχαν φτάσει ήδη στο πεδίο.
Παράλληλα όμως, επιχείρησαν και τα Bell και ο πρώτος τράκτορας, ο δεύτερος τράκτορας δεν μπόρεσε να πάρει νερό και στη συνέχεια κλιμάκωσε ο κύριος αρχηγός επιχειρησιακά με όλες τις δυνάμεις τις οποίες είχαμε στην περιοχή, αλλά και όλα τα εναέρια τα οποία έστειλε όχι μόνο από την Πελοπόννησο αλλά και από την Αθήνα», υπογράμμισε ο κ. Κικίλιας.
Στη συνέχεια ο κ. Κικίλιας επισήμανε ότι την πρώτη μέρα στην περιοχή υπήρχε πολύ υψηλός κίνδυνος πυρκαγιάς (πορτοκαλί συναγερμός) ενώ προσέθεσε ότι η φωτιά έχει δημιουργήσει το δικό της μικροκλίμα γεγονός που δυσκολεύει τις επίγειες δυνάμεις και τους δασοκομάντος να φτάσουν στα βάθη αυτών των ρεμάτων και να μπορέσουν να αντιμετωπίσουμε την πυρκαγιά στο σύνολό της. «Χρειάζεται ψυχραιμία, χρειάζεται υπομονή και χρειάζεται σωστή δουλειά, καθημερινή, δεν έχουμε σταματήσει», σημείωσε.
Ισχυρές πυροσβεστικές δυνάμεις
Στο σημείο επιχειρούν 478 πυροσβέστες με 16 ομάδες δασοκομάντος και 154 οχήματα, εθελοντές και εθελοντικές ομάδες Πολιτικής Προστασίας αλλά και υδροφόρες και μηχανήματα έργου της Περιφέρειας Πελοποννήσου και του Γενικού Επιτελείου Εθνικής 'Αμυνας, αλλά και δυνάμεις της δασικής Υπηρεσίας και της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από αέρος μέχρι στιγμής έχουν απογειωθεί 22 εναέρια. Συγκεκριμένα, 14 ελικόπτερα (εκ των οποίων τα 2 για συντονισμό) και 8 αεροσκάφη. Όπως είπε ο κ. Κικίλιας αυτή τη στιγμή κατευθύνονται στο πεδίο το 50% των υπολοίπων μονάδων δασοκομάντος των ηπειρωτικών περιοχών ενώ θα προστεθούν κι άλλα οχήματα και συμπλήρωσε ότι θα υπάρξει συνδρομή από την Ιταλία και την Κροατία με δύο και ένα καναντέρ αντίστοιχα.
« Έχουμε λοιπόν μια πάρα πολύ μεγάλη δύναμη στην περιοχή αυτή, στην οποία είναι και ο αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος. Δεν συνηθίζεται και αυτό αποδεικνύει την δυσκολία και την πολυπλοκότητα του χειρισμού αυτής της πυρκαγιάς. Και ο υπαρχηγός του ΠΣ, φυσικά όλοι οι στρατηγοί της Πελοποννήσου και οι δυνάμεις τις οποίες προανέφερα», υπογράμμισε.
Αναφορικά με την εξέλιξη της πυρκαγιάς ο κ. Κικίλιας σημείωσε ότι την πρώτη ημέρα η φωτιά έφευγε με μεγάλη ταχύτητα και έντονα προς τα ανατολικά ωστόσο τελικά ανεκόπη με τις πυροσβεστικές δυνάμεις να την διαχειρίζονται πλέον εντός της περιμέτρου αυτής. «Γίνεται η προσπάθεια να την κρατήσουμε εκεί. Επιχειρησιακά επαναλαμβάνω αντιμετωπίζουμε πολύ μεγάλες δυσκολίες.
Ο σχεδιασμός των ζωνών που γίνονται είτε από τα μηχανήματα του στρατού είτε από τα μηχανήματα της περιφέρειας και των δήμων. Όλοι αυτοί συνδράμουν και βοηθούν», σημείωσε και προσέθεσε ότι επιπλέον ο σχεδιασμός γίνεται πάνω σε ζώνες στα 1.000-1.500 μέτρα στους ορεινούς όγκους από τα πυροσβεστικά ή από δασοκομάντος και αυτές ορίζουν αυτή την στιγμή την περίμετρο την οποία προσπαθούμε να προστατεύσουμε.
Παράλληλα ο υπουργός εξέφρασε τη λύπη του και τα συλλυπητήριά του προς τις οικογένειες των δύο νέων ανδρών που έχασαν τη ζωή τους στην πυρκαγιά.
«Μας λυπεί πάρα πολύ αυτό και μας στεναχωρεί. Η κουλτούρα που έχουμε εγκαθίσταται τα τελευταία χρόνια στην χώρα ως προς το 112, άρα τις εκκενώσεις των περιοχών, και η μόνιμη συνεχόμενη προσπάθεια επικοινωνιακά, επιχειρησιακά, με σεμινάρια που κάνουμε προς όλους του να υπακούουν τις εντολές της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος είναι κομβική και δεν γίνεται τύποις.
Και δυστυχώς, σε αυτή την περίπτωση οι επιχειρησιακοί παράγοντες στο πεδίο δεν εισακούστηκαν. Από την μια χαιρόμαστε που βλέποντας την δυσκολία της περικύκλωσης της πυρκαγιάς δυο από αυτούς, με τα δυο παπάκια που ήταν δικάβαλο, μπήκαν στο πυροσβεστικό και μπόρεσαν να αποχωρήσουν μαζί μας. Οι άλλοι δυο χάθηκαν και στην συνέχεια έχασαν και την ζωή τους. Μας λυπεί, μας στεναχωρεί. Τα βαθύτατα συλλυπητήρια όλου του Σώματος στις οικογένειες και στους οικείους αυτών των συνανθρώπων μας», ανέφερε και προσέθεσε ότι είναι σημαντικό να ακούμε την καθοδήγηση και τις εισηγήσεις των ειδικών.
«Έχουμε 9.000 εθελοντές, πιστοποιημένοι και εκπαιδευμένοι, οι μεν 5.000 στην Πολιτική Προστασία, οι 4.000 στο Πυροσβεστικό Σώμα.
Κάνουν εξαιρετικά την δουλειά τους, μαζί με τους εποχικούς πυροσβέστες μας, τους μόνιμους πυροσβέστες μας, τους δασοκομάντος, μαζί με τις άλλες δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας και τις Ένοπλες Δυνάμεις.
Θα θέλαμε να παρακαλέσουμε θερμά, ξέρω ότι η ψυχή και η καρδιά των συμπολιτών μας είναι στον τόπο τους, στο σπίτι τους, στο βιός τους, αλλά θα πρέπει να ακολουθούν τις οδηγίες των ειδικών», υπογράμμισε.
Τέλος, σημείωσε ότι φέτος είχαν 4.500 πυρκαγιές, μακράν τις πιο πολλές ενάρξεις πυρκαγιών και προσέθεσε ότι δεν περίμεναν ότι στο τέλος Σεπτεμβρίου, αρχές Οκτωβρίου θα είχαν να αντιμετωπίσουν δύσκολες πυρκαγιές και τόσες πολλές ενάρξεις. «Η υποχρέωση που έχουμε είναι να αντιμετωπίζουμε το κάθε περιστατικό με ψυχραιμία», κατέληξε.