Κάποια θέματα έντονης κοινωνικής ευαισθησίας, με το που διαχέονται στην κοινωνία, αποκτούν τη δική τους δυναμική, ανεξαρτήτως προθέσεως των εμπνευστών τους.
Έτσι το θέμα του γάμου των ομοφύλων που ξεκίνησε πρόσκαιρα η κυβέρνηση με στόχο να ωριμάσει στην κοινή γνώμη, έγινε κυρίαρχο κουτσομπολιό στα πρωϊνάδικα, στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, στα σόσιαλ μίντια, το πολιτικό ρεπορτάζ και την πολιτική διαμάχη (ποιος θα ψηφίσει ή όχι).
Το θέμα, ούτως ή άλλως αρκετά «γαργαλιστικό» αφ’ εαυτού, συνεθλίβη και στις μυλόπετρες ανάμεσα στον κραυγαλέο δικαιωματισμό και την παραδοσιακή αντίληψη περί της οικογένειας ως πυρήνος της κοινωνικής διάρθρωσης και συνοχής.
Από τη μια οι ακτιβιστές του δικαιωματισμού, που ποσώς ενδιαφέρονται για την περιρρέουσα κοινωνική συνείδηση και το σοκ που επιφέρει ο γάμος ομοφύλων στα παραδοσιακά κοινωνικά στρώματα, ώστε να είναι πιο διαλλακτικοί: Να απευθυνθούν με μετριοπάθεια και σεβασμό στην κοινωνία, να της παρουσιάσουν την οπτική τους, αυτή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία ουδείς δικαιούται να περιχαρακώνει στα δικά του περιορισμένα και περιοριστικά μέτρα.
Από την άλλη τα ίδια τα παραδοσιακά στρώματα, εντοιχισμένα σε μια εποχή που έχει παρέλθει, χωρίς να τα αγγίξει η αύρα των νέων ρευμάτων, που έχουν διευρύνει και εμπλουτίσει τη θεματολογία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παραμένουν εγκιβωτισμένα σε δοξασίες όπου η ομόφυλη οικογένεια αποτελεί ατομική και κοινωνική παρέκκλιση, και η Δύση που τη θεσπίζει τελεί εν εκφυλισμώ και παρακμή - κατά που λένε ο Πούτιν, ο Ορμπαν και οι Αγιατολάδες του μουσουλμάνων.
Τα στρώματα αυτά, σε πολιτικό επίπεδο δεν εντοπίζονται μόνο στον δεξιό χώρο, αν και σαφώς εκεί υπερτερούν. Πέραν αυτών υπάρχει και η Εκκλησία. Πάντοτε απούσα από την ενεργό ζωή, η ηγεσία της, ανέραστη εξ επιλογής και καθήκοντος (επισήμως τουλάχιστον), απαιτεί ως μη όφειλε, να έχει άποψη επί των ερωτικών επιλογών, να παρεμβαίνει και να καθορίζει τις σχέσεις της Πολιτείας με τους πολίτες.
Ο λόγος της θα έπρεπε να είναι επιβοηθητικός και παρηγορητικός σε όσους προστρέχουν προς αυτή, αλλά καθόλου επεμβατικός. Δεν βλέπουν την ευελιξία του Βατικανού και την ικανότητά του να προσαρμόζεται στους καιρούς. Γι’ αυτό και ο Πάπας Φραγκίσκος δήλωσε: «Τα γκέι ζευγάρια θα μπορούσαν να ευλογηθούν». Γι’ αυτό και διατηρεί την κοινωνική ισχύ του.
Δικαιούται η Εκκλησία να μην ευλογεί τους γάμους των ομοφύλων εφόσον είναι εκτός του δικού της αξιακού σύμπαντος, αλλά δεν δικαιούται να παρεμβαίνει στη νομική σχέση της κοσμικής ανεξίθρησκης Πολιτείας με τους πολίτες.
Ούτε δικαιούνται οι βουλευτές του ελληνικού κοινοβουλίου να αντιδρούν σε ένα νόμο που προασπίζει και κατοχυρώνει τα ανθρώπινα δικαιώματα, υποτασσόμενοι για ψηφοθηρικούς λόγους στους παπάδες. Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορούν να συνθλίβονται σε συμπληγάδες κοινωνικής και κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Διαφορετικά - για παράδειγμα - ακόμη οι αρχές θα προσήγαγαν τους μοιχούς στο αστυνομικό τμήμα με τα σεντόνια, επειδή τότε που αποποινικοποιήθηκε η μοιχεία, η μεγάλη πλειοψηφία της κοινής γνώμης ήταν εναντίον, φοβούμενη ότι ο νέος νόμος θα κατέστρεφε την αγία ελληνική οικογένεια. Και τότε στην αιχμή της αντίδρασης ήταν οι παππάδες!
Όμως… υπάρχει και το όμως: Μπορεί η σύναψη γάμου των ομόφυλων ατόμων να εντάσσεται στη χορεία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ωστόσο η απόκτηση παιδιών είναι διαφορετικής υφής πρόβλημα. Υπεισέρχονται και τα δικαιώματα του παιδιού, που δεν είναι κατ΄ ανάγκην ομοούσια με τα δικαιώματα των ομοφύλων γονέων.
Πέραν της οικογενειακής αγάπης στη θαλπωρή της οποίας μπορεί να τύχουν και να μεγαλώσουν απροβλημάτιστα, υπάρχει και η κοινωνία στην οποία θα μεγαλώσουν. Δεν υπάρχει εμπειρία κατά πόσο αυτή θα τα αντιμετωπίσει όπως τα παιδιά ετερόφυλων οικογενειών, ή θα υποστούν διακρίσεις που θα τα στιγματίσουν ολοζωής.
Για το τελευταίο ελπίζουμε η κυβέρνηση, όποια απόφαση να πάρει, να την έχει επεξεργαστεί με βάση τη διεθνή εμπειρία. Χρόνο είχε και ειδικούς επιστήμονες διαθέτει. Ηδη 15 χώρες της ΕΕ έχουν καθιερώσει τον γάμο ομοφύλων. Διεθνής εμπειρία υπάρχει. Προφανώς και αντίστοιχες κοινωνιολογικές έρευνες. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε την Αμερική.
Άλλωστε τίθεται και το βαθιά ηθικό ζήτημα της παρένθετης μητέρας, όπου η γυναίκα μετατρέπεται σε τεκνοποιητική και επωαστική μηχανή - και είναι δεδομένο ότι θα μετατρέπεται έτσι επί χρήμασι. Αλλά το φεμινιστικό «κίνημα» δεν καταθέτει προβληματισμούς επί αυτού. Ασχολείται με το δικαίωμα των γυναικών στο χιτζάμπ.
Το χειρότερο είναι ότι στην Ελλάδα που ζούμε, το θέμα θα εκφυλιστεί σε πολιτική κοκορομαχία.