Προσδίδοντας και εθνική διάσταση, παράλληλα με την ευρωπαϊκή, στην κάλπη των ευρωεκλογών και δηλώνοντας ότι το όνομά του βρίσκεται σε κάθε ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναβάθμισε ουσιαστικά την εκλογική αναμέτρηση της 9ης Ιουνίου, δύο μήνες πριν την διεξαγωγή της.
Με τον ίδιο τρόπο, ο πρωθυπουργός αναβάθμισε και το δίλημμα της κάλπης, «ξορκίζοντας» την χαλαρή ψήφο και την ψήφο διαμαρτυρίας, μιλώντας για τον κίνδυνο η χώρα να περάσει σε νέους πειραματισμούς και να θέσει σε κίνδυνο όσα έχουν επιτευχθεί. Γι’ αυτό και ζήτησε επί της ουσίας από τους πολίτες να ανανεώσουν, να επαναβεβαιώσουν την στήριξή τους στην κυβέρνηση και να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης για την τριετία, που υπολείπεται έως την λήξη της θητείας της.
Η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει πολλαπλή στόχευση. Μπορεί στις ευρωεκλογές να μην κρίνεται η κυβέρνηση μιας χώρας ή να μην κινδυνεύει η θητεία της, ωστόσο το πολιτικό κλίμα, που θα προκύψει το βράδυ των αποτελεσμάτων, είναι κομβικό για την συνέχεια.
Με έναν τρόπο, άλλωστε, όταν στην επικαιρότητα βρίσκονται όλα τα ζητήματα, που έχουν πυροδοτήσει την κριτική της αντιπολίτευσης -από το θέμα των παρακολουθήσεων, έως την τραγωδία των Τεμπών- είναι σαφές ότι η κυβέρνηση θα ήθελε να δοθεί μία απάντηση από τις κάλπες. Κεντρικός στόχος είναι η συσπείρωση όλων των δυνάμεων, που μπορεί να κινητοποιήσει η Νέα Δημοκρατία, όσων την στήριξαν στις διπλές εκλογές του Ιουνίου, αλλά και όσων καταγράφονται το τελευταίο διάστημα, στις διαρροές της, κυρίως προς τα «δεξιά».
Γι’ αυτό και ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε και στις δύο ομιλίες του στο συνέδριο της ΝΔ να αναφερθεί σε «ψευτοπατριώτες», αναδεικνύοντας θέματα, όπως η ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων. Η «δεξαμενή», άλλωστε, στην οποία απευθύνεται ο πρωθυπουργός, όταν επιχειρεί να συσπειρώσει δυνάμεις, είναι μεγάλη, αν ανατρέξει κάποιος στα ποσοστά του Ιουνίου.
Και σε αυτή την «δεξαμενή» περιλαμβάνονται και οι ψηφοφόροι του κέντρου, του μεσαίου χώρου, οι οποίοι «ακούν» το δίλημμα, που επαναφέρει μετ’ επιτάσεως ο πρωθυπουργός, αυτό της πολιτικής σταθερότητας. Η ανάδειξη του κινδύνου, η χώρα να περάσει από την επόμενη ημέρα σε μία περίοδο, κατά την οποία η αντιπολίτευση θα επικαλείται απώλεια της κοινωνικής στήριξης για την κυβέρνηση, ζητώντας εκλογές - όπως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη κάνει - είναι σαφές ότι θα έχει αντίκτυπο σε όλους του τομείς, με κυριότερο την οικονομία της χώρας, επισημαίνουν από το κυβερνητικό επιτελείο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε, όμως, και μια ακόμη διάσταση στην εκλογική αναμέτρηση, βάζοντας την δική του παρουσία σε πρώτο πλάνο, την διάσταση της ευθείας σύγκρισης των πολιτικών αρχηγών. Το δίλημμα είχε τεθεί και πριν τις εθνικές εκλογές από τον ίδιο, όταν έλεγε ότι οι πολίτες καλούνται να επιλέξουν «Μητσοτάκης ή Τσίπρας».
Με τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων να αποτυπώνουν χάσμα στα ποσοστά της καταλληλότητας για την πρωθυπουργία, μεταξύ Κυριάκου Μητσοτάκη και των πολιτικών του αντιπάλων, Στέφανου Κασσελάκη και Νίκου Ανδρουλάκη, ο κ. Μητσοτάκης επαναφέρει στο προσκήνιο το τελικό διακύβευμα, αυτό της εμπιστοσύνης προς το πρόσωπο του αρχηγού.
Σε αυτό το πλαίσιο, επιλέγει να ταυτίσει τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ με στελέχη του, όπως ο Παύλος Πολάκης και ο Νίκος Παππάς και να κατηγορεί τον Νίκο Ανδρουλάκη ως κάποιον, ο οποίος ακολουθεί τα «χνάρια» της Κουμουνδούρου.
Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι το δίλημμα, που θα κληθούν να απαντήσουν οι πολίτες στις κάλπες, είναι «κλειδί» για το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Το «στοίχημα» της συνέχισης των μεταρρυθμίσεων και της αντιμετώπισης χρόνιων προβλημάτων σε τομείς, όπως η ασφάλεια, η υγεία και η παιδεία, δεν μπορεί να κερδηθεί αν τεθεί εν αμφιβόλω η εμπιστοσύνη των πολιτών.
Η αντιπολίτευση περιμένει ένα στραβοπάτημα, είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την Ρόδο, αναγνωρίζοντας ότι θέματα, όπως η ακρίβεια, παραμένουν «ανοιχτά» και επιμένοντας στην θετική ατζέντα του κυβερνητικού έργου, που το Μέγαρο Μαξίμου θέλει να προτάξει το επόμενο δίμηνο, αντικρούοντας την εικόνα καταστροφής, που παρουσιάζει η αντιπολίτευση, χωρίς, όπως λένε, να διαθέτει κανένα κυβερνητικό πρόγραμμα να αντιπαρατάξει στην κυβέρνηση.