Γιατί ο Μητσοτάκης να πάει Βρυξέλλες;

Γιατί ο Μητσοτάκης να πάει Βρυξέλλες;

Ποτέ δεν κατανοήσαμε τα σενάρια που ήθελαν τον Μητσοτάκη να αφήνει την πρωθυπουργία και να καταφεύγει δια της «προαγωγής», σε ευρωπαϊκά αξιώματα.

Για ένα υψηλό κομματικό στέλεχος η θητεία στα ευρωπαϊκά αξιώματα θα μπορούσε να του προσδώσει κύρος, αξιοπιστία, αναγνωρισιμότητα και τεχνοκρατική αύρα. Αυτά θα λειτουργούσαν και ως ισχυρή αφετηρία για να αποκτήσει προβάδισμα έναντι πιθανών ανταγωνιστών στην περίπτωση κάποιας εσωκομματικής αναμέτρησης για την αρχηγία.  

Για έναν Πρωθυπουργό συνήθως μια τέτοια βελούδινη απόδραση στα πολυτελή σαλόνια, θα είχε νόημα εάν άρχιζε η κατηφορική αποδρομή.

Εάν άρχιζε να χάνει την αίγλη και την παρεμβατική του δύναμη. Εάν τα διαλυτικά φαινόμενα στην κυβέρνηση και το κόμμα καθιστούσαν προβληματική τη δημιουργία έργου. Εάν οι δημοσκοπήσεις προανήγγειλαν ότι επίκειται αποχαιρετισμός στην εξουσία (παρεμπιπτόντως, τοιουτοτρόπως λειτούργησε η Προεδρία της Δημοκρατίας για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή).

Ο Μητσοτάκης από τη «μακρινή» Άνοιξη του 2016 παραμένει κυρίαρχος. Έχει κερδίσει δύο εθνικές εκλογές, οι δημοσκοπήσεις προαναγγέλλουν και τρίτη, με σίγουρη ενδιάμεση επιβεβαίωση τις ευρωεκλογές. Παράλληλα, παρά τα κάποια «ψαλιδίσματα» στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές, παραμένει κυρίαρχος και στον αυτοδιοικητικό τομέα.

Οι αντίπαλοί του είναι σχεδόν ανύπαρκτοι επί μακρόν, γι’ αυτό και αρχίζουν οι σποραδικές αναγνωριστικές φωτοβολίδες περί ενιαίου αντιπολιτευτικού μετώπου απέναντι στη ΝΔ. Το θέτει η «πλατφόρμα» Τεμπονέρα για ένα «ισχυρό προοδευτικό μέτωπο», αλλά και η πρόθεση Ανδρουλάκη να αναλάβει λέει, πρωτοβουλία  για «συνεργασίες τύπου Δούκα», εφόσον ο λαός τον ενισχύσει στις ευρωεκλογές και τον αναδείξει δεύτερο κόμμα.

Η ατομική φιλοδοξία είναι σύμφυτη με την πολιτική. Συχνά και η ακόρεστη φιλοδοξία κατανοητή. Κανείς δεν γίνεται αρχηγός για να «στέκει στην ουρά».

Ωστόσο, όταν ένας Πρωθυπουργός μπορεί να γράψει ιστορία επιτυγχάνοντας τρεις διαδοχικές εκλογικές νίκες, όταν θέλει να καταχωρηθεί ιστορικά στους αναμορφωτές του ελληνικού κράτους (εάν μπορεί βέβαια, πάντως δείχνει να το παλεύει), ποια θα είναι η δοξαστική υστεροφημία του;

Να είναι ένας ακριβοπληρωμένος ανώτατος αξιωματούχος - υπάλληλος της Ε.Ε.;  (γιατί και πρόεδρος της Κομισιόν  να γίνει, κατ’ ουσίαν υπάλληλος θα είναι, που θα αναλώνεται σε διαχειριστικές διευθετήσεις). Ή να παραμείνει στην ιστορία της χώρας, με την έστω μικρότερη διάκριση ως Πρωθυπουργός τριών θητειών;

Θέτουμε την ορθολογική, και εν μέρει κυνική, διάσταση του θέματος. Ο ίδιος χθες στην ΕΡΤ έθεσε και την ηθική, ως υποχρέωση απέναντι στον λαό που τον ψήφισε: «Ο ελληνικός λαός με εμπιστεύτηκε για να κυβερνήσω, να κυβερνήσουμε τη χώρα για την επόμενη τετραετία. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμή για εμένα από το να είμαι πρωθυπουργός της χώρας».

Και διαβεβαίωσε ότι «Δεν είναι η πρωθυπουργία ένα σκαλοπάτι για κάποιο ευρωπαϊκό αξίωμα. Είναι η πιο σημαντική δουλειά την οποία δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα μπορούσα να κάνω. Δουλειά μου είναι να εκπροσωπώ την Ελλάδα στην Ευρώπη και όχι την Ευρώπη στην Ελλάδα».

Την ίδια στιγμή ο Μητσοτάκης επιχειρεί ρηξικέλευθες διευθετήσεις όπως με τον γάμο των ομοφύλων - ρηξικέλευθες για την Ελλάδα, καθώς 36 χώρες, στη συντριπτική πλειοψηφία τους δυτικές, έχουν νομιμοποιήσει το γάμο. Και στις μη δυτικές εντοπίζουμε το… Νεπάλ και την Κολομβία!

Και επειδή έρχεται σε ρήξη με τη συντηρητική αντίληψη του βαθέως κόμματός για τον γάμο, και επειδή η συγκεκριμένη ψήφος των βουλευτών αγγίζει υπαρξιακά θέματα (εντάξει, και ψηφοθηρικά που πηγάζουν από τους παππάδες στην επαρχία), τους αφήνει να ψηφίσουν κατά συνείδηση.

Και από την άλλη ο Ανδρουλάκης σε ένα θέμα συνείδησης δεν δρα κατά συνείδηση!  Ετεροπροσδιορίζεται δηλώνοντας «Εμείς δεν θα δέσουμε τα κορδόνια της Νέας Δημοκρατίας».

Δηλαδή αν δεν ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ (για να μη δέσει τα κορδόνια του Μητσοτάκη) και ΣΥΡΙΖΑ (επειδή δεν περιλαμβάνει την τεκνοθεσία με παρένθετη μητέρα και τον γονέα 1 και γονέα 2), και δεν περάσει το νομοσχέδιο, ποιος θα χάσει; Ο Μητσοτάκης που το βαθύ κόμμα του θα χαρεί, ή το περίφημο «προοδευτικό κίνημα»;  

Και με τέτοια κοντόθωρη κομματική λογική πως θα αντιμετωπίσουν τον Μητσοτάκη όταν ο τελευταίος θα τους θυμίζει ότι παρόλο που η πλειοψηφία της ΝΔ ήταν αντίθετη, ο ίδιος λειτουργώντας κατά συνείδηση, ψήφισε το Σύμφωνο Συμβίωσης του ΣΥΡΙΖΑ;