Το μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα οι πιο σημαντικές χώρες της Ευρώπης (ΜΒ, Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία -αυτή το μέρος του 20ου έζησε υπό δημοκρατικό καθεστώς) έβλεπαν την πολιτική τους ζωή και την κομματική αντιπαράθεση να κυριαρχούνται από τη σύγκρουση ενός κεντροδεξιού πολιτικού πόλου, με συντηρητικά ή χριστιανοδημοκρατικά χαρακτηριστικά, με έναν κεντροαριστερό στον οποίο κυριαρχούσε - αν δεν τον μονοπωλούσε - η σοσιλαλδημοκρατία ή η πλησιέστερη προς αυτήν κομματική έκφραση (για την έννοια της σοσιαλδημοκρατίας οι πληρέστερες αναλύσεις υπάρχουν στα γαλλόγλωσσα και αγγλόγλωσσα βιβλία του Γ. Μοσχονά).
Κάτι ανάλογο, μάλιστα, εν πολλοίς συνέβαινε και στις σκανδιναβικές χώρες - όπου το κομματικό σύστημα δεν ήταν απολύτως διπολικό -, κατεξοχήν δε στην υπό σοσιαλδημοκρατική κυριαρχία Σουηδία: Εκεί, κατά την εβδομηντάχρονη περίοδο 1930-2000, οι σοσιαλιστές μπορούσαν να απομακρυνθούν από την εξουσία, για βραχέα διαστήματα, μόνο από τον συνασπισμό εναντίον τους των τριών «αστικών», κεντροδεξιών, κομμάτων.
Ήδη, ωστόσο, η κατάσταση αυτή τείνει σε πανευρωπαϊκή κλίμακα να ανατραπεί, αντικαθιστάμενη - ως αποτέλεσμα της προς τα δεξιά μετακίνησης κατά τα τελευταία χρόνια του κέντρου βάρους της πολιτικής ζωής σε πολλές χώρες- από ένα νέο κομματικό δίπολο, κυριαρχούμενο από την αντιπαράθεση πλέον της παραδοσιακής συντηρητικής δεξιάς με το κόμμα ή τα κόμματα που κινούνται πιο δεξιά από αυτήν. Πρόκειται για μια κατάσταση ανεπαρκώς ακόμη συνειδητοποιημένη από τον μέσο -τον μη ειδικό- ευρωπαίο πολίτη μιας και, όπως έλεγε ο Αχιλλέας Γρηγορογιάννης, «η ιστορική συνείδηση καθυστερεί πάντα έναντι της ιστορικής ενέργειας».
Χαρακτηριστική εν προκειμένω δεν είναι μόνο -παρά κάποια πρόσφατη αποδυνάμωση του ισπανικού VOX- η εκλογική ή η δημοσκοπική εκτίναξη των κομμάτων αυτού του χώρου: Της Λεπέν -δεν βλέπω τι θα μπορούσε να ανακόψει τον καλπασμό της προς το προεδρικό αξίωμα- και του δεξιότερα αυτής κινούμενου Ζεμούρ στη Γαλλία, της Εναλλακτικής για τη Γερμανία και άλλων ακόμη δεξιότερων κομμάτων στην ανατολική πλευρά του Ρήνου, πολλών επίσης σκανδιναβικών κομμάτων κινούμενων σε αυτόν τον χώρο, όπως και κομμάτων στην Ολλανδία, το Βέλγιο κοκ… Ακόμη πιο χαρακτηριστική της αποκτώμενης από τον ακροδεξιό χώρο ιδεολογικής ηγεμονίας στην Ευρώπη είναι πως κόμματα τοποθετούμενα πολύ αριστερά με βάση την παραδοσιακή τους πορεία (άρα και τη «συμβατική πολιτική σοφία») ή την έως τώρα διαδρομή της ηγεσίας τους, υιοθετούν θέσεις σχεδόν ταυτόσημες προς αυτές των ακροδεξιών κομμάτων σε κοινωνικοπολιτικά κρίσιμα ζητήματα! Όλως ενδεικτική η «ξενοδιωκτική» στάση του κόμματος «Λογική και Δικαιοσύνη» της πρώην ηγέτιδος του Die Linke και πρώην λενινίστριας Σάρας Βάγκενκνεχτ, αλλά και η τοποθέτηση απέναντι στους γάμους ομοφύλων του ΚΚΕ…
Πρόκειται για μια δυναμική και ένα πνεύμα εποχής (Zeitgeist) που δε νομίζω πως υπάρχει τρόπος να ανακοπεί βραχυπρόθεσμα ή ακόμη και μεσοπρόθεσμα, όπως δεν υπήρχε τρόπος να ανατραπεί και η αριστερή ηγεμονία κατά τις δεκαετίες του 1970 και του μεγαλύτερου μέρους του 1980. Και των οποίων εκλογική αποτύπωση είναι σχεδόν βέβαιο πως θα υπάρξει στις επερχόμενες ευρωεκλογές. Κάτι που πλέον θα «επισημοποιήσει» την περιστροφή της πολιτικοκομματικής ευρωπαϊκής ζωής περί ένα άλλο δίπολο…
Τώρα ειδικά στην Ελλάδα, μπορεί μεν η χώρα μας να μη συνιστά εξαίρεση στο δεξιόστροφο ρεύμα, ωστόσο αυτό παρ’ ημίν, αντί να δημιουργεί ένα νέο πολιτικό δίπολο, μάλλον ενισχύει και εμπεδώνει την κυριαρχία της ΝΔ. Αυτό, δε, για δύο λόγους: Πρώτον, το ισχυρό ψυχολογικό αποτύπωμα στο συλλογικό/ιστορικό ασυνείδητο των Ελλήνων των ακροτήτων του μετεμφυλιακού κράτους και της (εν τούτοις …ήπιας για εγκαθιδρυμένη απολυταρχία - πλην των πρώτων χρόνων και της περιόδου Ιωαννίδη) στρατιωτικής δικτατορίας… Δεύτερον, η φύση των ακροδεξιών κομμάτων, τα οποία συγκροτούν παρ’ ημίν τον πολυδιασπασμένο ακροδεξιό χώρο, δηλαδή ενός κόμματος νοσηρά θρησκοπλήκτων, ενός πλήρως ελεγχόμενου από καθαρά ναζιστικές δυνάμεις και ενός προσωποπαγούς - αυτό διαθέτει τη μεγαλύτερη δυναμική - ενός ευφυούς μεν ατόμου, αλλά με αστείες λαϊκιστικές υπερβολές…
ΑΣΧΕΤΟ ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Θα ήθελα εδώ να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στους τρεις κορυφαίους Έλληνες ιστορικούς της νεότερης γενιάς -της μεταβερέμη, μεταμαυρογορδάτο, μετακαλύβα, μετακωστή, μεταλιάκο κ.λπ. γενεάς-, δηλαδή τους Ευάνθη Χατζηβασιλείου, Αντώνη Κλάψη και Γιάννη Δασκαρόλη, οι οποίοι, κρίνοντας το πρόσφατο έργο μου «Χωρίς Στέμμα, Η Αβασίλευτη του Μεσοπολέμου», εκ συμπτώσεως κατέληξαν ακριβώς στον ίδιο χαρακτηρισμό/συμπέρασμα: «Έργο αναφοράς»…