Η πρωθυπουργική ρελάνς με την ψήφο των αποδήμων αποτελεί την παρέμβαση του ορθολογισμού για να μπει σίγαση στη δημοκρατική παραφωνία της προηγούμενης κοινοβουλευτικής περιόδου. Με την απάλειψη των εναπομεινάντων εμποδίων, «σπέρματα» της κομματικής ατολμίας της στείρας αντιπολίτευσης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δε δίνει απλώς διαπιστευτήρια της κυβερνητικής συνέπειας στις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί προεκλογικά.
Εισάγοντας εμπροσθοβαρώς στην κυβερνητική νομοθέτηση ρυθμίσεις τέτοιου πολιτικού βάρους, ο πρωθυπουργός αφενός προβάλλει με ευκρίνεια προς τις πτέρυγες της μείζονος αλλά και της ελάσσονος αντιπολίτευσης την αποφασιστικότητα του να προχωρήσει με ταχύτητα τις αλλαγές του πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού. Αφετέρου όμως, καθιστά ξεκάθαρο προς όλες τις δυνάμεις ότι το πολιτικό παιχνίδι δε θα παιχτεί στο τερέν της αοριστολογίας και της ασυνέπειας με τις διακηρύξεις.
Αυτή η φυγή προς τα εμπρός, λαμβάνοντας υπόψιν τους σημερινούς κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη από αυτήν που εξασφαλίστηκε στην προηγούμενη περίοδο με τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ και της Ελληνικής Λύσης.
Η επανάληψη της συγκεκριμένης στάσης θα έδινε σε αυτές τις αλλαγές πλειοψηφία μεγαλύτερη των δυο τρίτων της Βουλής, που θα μεταφραζόταν σε 202 βουλευτές. Με βάση τις αναφορές που διέτρεξαν τις ομιλίες των επικεφαλής και των άλλων κομμάτων η ουσιαστική μεταβολή στο καθεστώς συμμετοχής των Ελλήνων του εξωτερικού στις εθνικές εκλογικές διαδικασίες, θα μπορούσε να εξασφαλίσει ακόμη και 224 θετικές ψήφους.
Η απάλειψη των απαγορεύσεων που διατηρήθηκαν ή ενσωματώθηκαν στο πρώτο βήμα για να καθιερωθεί το δικαίωμα των Ελλήνων του εξωτερικού να συμμετέχουν στην πολιτική ζωή της πατρίδας τους, θα είναι το ελάχιστο τεκμήριο της προοδευτικής υπευθυνότητας των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Θα είναι ο καθρέφτης για όλους τους πολιτικούς αρχηγούς στην εφαρμοσμένη πολιτική που η λαϊκή ετυμηγορία υπέδειξε ως τη μοναδικά αποδεκτή πρόταση διακυβέρνησης αλλά ταυτόχρονα και ως απαίτηση για τον τρόπο που συνεργεί η αντιπολίτευση.
Με έναν νόμο και ένα άρθρο από τις επόμενες ώρες θα δρομολογηθούν οι τίτλοι τέλους σε μια πολιτική ανορθογραφία που αποκλείει έως και σήμερα τη μεγαλύτερη συμμετοχή των Ελλήνων της διασποράς στην πολιτική ζωή της πατρίδας τους. Όπως αποδείχτηκε η διατήρηση των εμποδίων στην εκλογική νομοθεσία επηρέασε και το ενδιαφέρον των Ελλήνων της διασποράς, το σύνολο των οποίων ενεγράφη στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους και ψήφισε στις προηγούμενες κάλπες μετά βίας ξεπέρασε τους 25.000.
Το σχετικό νομοσχέδιο αναρτάται σε δημόσια διαβούλευση εντός της ημέρας και πρόκειται ουσιαστικά για την επανακατάθεση της ρύθμισης που είχε προετοιμάσει η κυβέρνηση το 2021, η οποία προσέκρουσε στην προοδευτική ανετοιμότητα και την κολοβή δημοκρατική ενσυναίσθηση κάποιων κομμάτων της τότε αντιπολίτευσης. Η ισχύς της μάλιστα, μπορεί με βάση αυτά τα αριθμητικά δεδομένα σε επίπεδο ολομέλειας να είναι άμεση, και συγκεκριμένα από τις κάλπες για την ευρωβουλή που θα στηθούν για το 2024.
Σε αυτό το πεδίο άλλωστε αναμένονται και επιπλέον αλλαγές με την επαναφορά του συστήματος της λίστας έναντι της σταυροδοσίας. Με τη ρύθμιση που είχε σχεδιαστεί από τον τότε υπουργό Εσωτερικών, Μάκη Βορίδη, καταργούνται τα αναχρονιστικά κριτήρια βάσει των οποίων για την εγγραφή στους ειδικούς καταλόγους που μεταξύ άλλων καθιστούσαν υποχρεωτική τη διαμονή συνολικά δύο ετών εντός της Ελληνικής Επικράτειας, κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριαντακονταπενταετίας από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης.
Επιπλέον, δε θα είναι προαπαιτούμενο η υποβολή φορολογικής δήλωσης κατά το τρέχον ή το προηγούμενο φορολογικό έτος. Παρελθόν θα αποτελέσει η τωρινή πρόβλεψη για συγκρότηση διακομματικής επιτροπής η οποία εξετάζει ενστάσεις κατά απορριπτικών αποφάσεων εγγραφής στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους και διενεργούσε δειγματοληπτικούς ελέγχους σε αιτήσεις που γίνονταν αποδεκτές.
Μήνυμα σε Ανδρουλάκη
Σε κάθε περίπτωση η αντιπολίτευση των «7», μετά τις κάλπες, πήρε μέσω και της διαδικασίας των προγραμματικών μια ικανή δόση της τακτικής Μητσοτάκη αλλά και συνολικά της κυβέρνησης. Το μοντέλο των πυροτεχνημάτων και των άναρθρων κραυγών δεν κόβει πια εισιτήρια. Οι πρώτες ώρες στα έδρανα φαίνεται πως ήταν εξόχως διδακτικές για τον φιλόδοξο Νίκο Ανδρουλάκη. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κατανόησε ότι τα παλαιοκομματικά τερτίπια δεν επαρκούν για να αποδυναμώσουν μια ολοκληρωμένη σχεδιαστικά και πρωτίστως κοστολογημένη πρόταση.
Ο κ. Ανδρουλάκης επέμεινε στην πλειοδοτική εκδοχή για το θέμα της κοινωνικής στέγης, επαναλαμβάνοντας την…εύηχη αλλά ανυπόστατη υπόσχεση περί 150.000 κατοικιών, που συμπεριέλαβε στην προεκλογική του καμπάνια: «Εμείς δεν θέλουμε να φτιάξουμε νέα ιδιοκτησία. Εμείς θέλουμε το κράτος να έχει ιδιοκτησία συν σπίτια κλειστά. Στη Θεσσαλονίκη είναι περί τις 15.000 που θα ανοίξουν με μηδενικό ΕΝΦΙΑ και κίνητρα ανακατασκευής από το ταμείο ανάκαμψης. Τι σημαίνει αυτό; Άθροισμα 150.000 κατοικιών σε όλη την Ελλάδα, στα αστικά κέντρα, με κοινωνικά κριτήρια. Φοιτητές - νέα ζευγάρια. Όταν μπορείς να σταθείς στα πόδια σου φεύγεις και μπαίνει άλλος. Με αποτέλεσμα αυτό να βοηθήσει όχι μόνο 150.000 νέα ζευγάρια, αλλά εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες που βρίσκονται σε απόγνωση λόγω του κόστους ζωής», υποσχόταν πέντε ημέρες πριν από τον πρώτο γύρο των εκλογών ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.
Στο κοινοβουλευτικό τερέν όμως ο Νίκος Ανδρουλάκης ήρθε αντιμέτωπος με την αλήθεια των αριθμών, στην οποία ενδεχομένως βάσει επιτηδεύματος να υπάκουε, αλλά ως αρχηγός παράκαμψε. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον επανάφερε στην πραγματικότητα, με την υπόμνηση μιας απλής μαθηματικής πράξης με βάση την οποία το μεγαλεπήβολο σχέδιο του, τινάζει την μπάνκα στον αέρα καθώς για την εφαρμογή του θα απαιτηθούν από 15 δισεκατομμύρια έως 22,5 δισεκατομμύρια.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ καλείται να αποδείξει ότι αντιλαμβάνεται την διαφορά ανάμεσα στην Ευρωβουλή και στην Εθνική Αντιπροσωπεία στην οποία οι φωτοβολίδες δεν επαρκούν εάν δεν περνούν μέσα από το κόσκινο των επιχειρημάτων. Περαιτέρω ο κ. Ανδρουλάκης είναι υποχρεωμένος να προσχωρήσει στο άρμα της πολιτικής λογικής της συγκυρίας, που επιβάλλουν τεκμηριωμένες και κοστολογημένες προτάσεις. Επιπλέον, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ να σπάσει τα δεσμά της αντιδεξιάς εμμονής από την οποία απέδειξε ότι διακατέχεται από την πρώτη στιγμή της ανάδειξης του στην πράσινη ηγεσία.
Άλλωστε με μια απλή αναδρομή στα πρόσφατα ορόσημα του κοινοβουλευτικού παρελθόντος ο κ. Ανδρουλάκης μπορεί να αποκτήσει μια σαφή εικόνα για την κυβερνητική διάθεση να ενσωματώνει σε εκτεταμένο βαθμό, στα νομοθετήματά της, παρατηρήσεις αλλά και προτάσεις που είναι ορθολογικά επεξεργασμένες και στέρεα καταρτισμένες.