Τρία χρόνια μετά την κρίση των Ιμίων, το 1999, και λίγο μετά την υπόθεση Οτσαλάν που δυναμίτισε περεταίρω τις τεταμένες σχέσεις των δύο χωρών, ισχυρός σεισμός 7,6 ρίχτερ έπληξε την περιοχή του Ιζμίτ στη βορειοδυτική Τουρκία. Φρικώδης καταστροφή με 18 χιλιάδες νεκρούς, 50 χιλιάδες τραυματίες και 100 χιλιάδες άστεγους.
Η κοινή γνώμη ήταν καθηλωμένη από την τραγωδία. Η ελληνική διοίκηση έστειλε άνδρες της ΕΜΑΚ να βοηθήσουν στην ανεύρεση επιζώντων. Οι πολιτικοί της γείτονος, τα Μέσα Ενημέρωσης, και δι’ αυτών οι απλοί πολίτες, εξέφρασαν την ευγνωμοσύνη τους προς την Ελλάδα.
Σε 20 ημέρες, ο εγκέλαδος χτύπησε την Ελλάδα. Στον σεισμό της Πάρνηθας έχασαν τη ζωή τους 143 συμπολίτες μας. Με την ίδια προθυμία η Τουρκία έστειλε άνδρες της AKUT, της τουρκικής EMAK, να ψάχνουν μέσα στα χαλάσματα για απεγκλωβισμό Ελλήνων.
Από τα συντρίμμια αναδύθηκε ένα πνεύμα συμπόνιας ανάμεσα στους δύο λαούς και μια προσέγγιση μεταξύ των δύο κυβερνήσεων, που δεν είχε υπάρξει ούτε το 1941 όταν με το λιμό η Τουρκία είχε στείλει βοήθεια στην Ελλάδα. Τους υπόλοιπους καιρούς οι σχέσεις των δύο λαών ήταν φορτισμένες αρνητικά.
Ο τότε υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Παπανδρέου, μακράν αυτών που θεωρούσε ως εθνικιστικές νοοτροπίες, δήλωνε ότι θα ήθελε η Ελλάδα να αποτελέσει κινητήριο δύναμη που θα οδηγούσε την Τουρκία στην Ευρώπη (ψευδαίσθησή του βέβαια γιατί ένα τέτοιο μείζονος σημασίας γεγονός ξεπερνούσε τις δυνατότητες της μικρής Ελλάδας).
Από την άλλη ο Τούρκος ομόλογός του Ισμαήλ Τζεμ αναφερόταν σε έκρηξη αγάπης και προσδοκιών από τις δυο πλευρές του Αιγαίου. Κι όταν ο Παπανδρέου επισκέφθηκε την Τουρκία και κατέθεσε στεφάνι στο Μαυσωλείο του Κεμάλ Ατατούρκ στην Άγκυρα, ο Ισμαήλ Τζεμ δήλωνε ότι «κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών είχαν γίνει περισσότερα βήματα για την προώθηση των καλών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες, απ΄ ότι τα τελευταία χρόνια».
Φυσικά στην συνέχεια οι σχέσεις ψυχράθηκαν εκ νέου, αποδεικνύοντας ότι οι στρατηγικές στοχεύσεις των κρατών, τα συμφέροντά τους, ή ακόμη και οι εθνικοί τους μύθοι, δεν επηρεάζονται από μια τυχαία και εφήμερη έκρηξη συναισθημάτων που τροφοδοτεί μια φυσική καταστροφή. Έτσι έμειναν απογοητευμένοι -ή μάλλον επανήλθαν στην πραγματικότητα- όσοι ξαφνικά ένιωσαν να αναπτερώνονται οι ελπίδες για μόνιμη επίλυση των διαφορών ανάμεσα στις δύο χώρες!
Μα αν αρκούσε η συναισθηματική προσέγγιση, οι δύο χώρες δεν θα περίμεναν τους σεισμούς. Τους πάγους θα τους είχαν λιώσει οι διάφορες επιτροπές καλοπροαίρετων φιλειρηνιστών, που ονόμαζαν εαυτούς «φιλειρηνικά κινήματα», και οι οποίοι είχαν στόχο την μείωση της έντασης. Κυρίαρχη παρουσία είχε τότε η επιτροπή Ελληνοτουρκικής φιλίας η οποία είχε αντιπροσώπευση και στις δύο χώρες - στην Ελλάδα είχε Πρόεδρο τον Μίκη Θεοδωράκη. Μάλιστα διάφοροι δήμαρχοι, και στην από εκεί πλευρά του Αιγαίου, οργάνωναν φεστιβάλ ελληνοτουρκικής φιλίας.
Η πρόταση των φιλειρηνιστών ήταν απλή: Οι δύο λαοί δεν προώρισται να είναι «προαιώνιοι εχθροί», όπως τους θέλει «η ακροδεξιά ατζέντα». Δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν, και μπορούν να πείσουν τις κυβερνήσεις τους να αρχίσουν ένα καλόπιστο διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου.
Η πρότασή τους ήταν απλή μεν, αλλά απέβαινε απλοϊκή δε. Γιατί αν η Άγκυρα ήθελε διάλογο «στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου», αυτός θα είχε γίνει προ πολλού και δεν θα χρειαζόταν καν η δημιουργία των «κινημάτων» ειρήνης, οι επιτροπές φιλίας, τα βραβεία Ιπεκτσί, οι συναυλίες των καλλιτεχνιών, οι επαφές των σωματείων και των επιστημονικών συλλόγων, για να φιλιώσουν οι λαοί.
Οι λαοί φιλιωμένοι ήταν, «εγώ Χριστό και συ Αλλάχ, όμως κι οι δυο μας αχ και βαχ» όπως τραγουδούσε ένας από τους ιεροφάντες της ελληνοτουρκικής φιλίας, ο Γιώργος Νταλάρας. Οι εφημερίδες τότε, στο κλίμα της της εποχής έψαχναν κάθε ρομάντζο και γάμο μεταξύ Έλληνα και Τουρκάλας, και το αντίθετο, για να αποδείξουν τη δυναμική των σχέσεων των δύο λαών.
Κάθε άλλο προς απόρριψη είναι όλα αυτά. Αλλά είναι ευσεβείς πόθοι που «ομορφαίνουν» πρόσκαιρα τη ζωή των ανθρώπων και την ανθρωποκεντρική μυθολογία των ειρηνιστών. Η συνέχεια έδειξε ότι ναι μεν είναι καλή η «διπλωματία των πολιτών», αλλά ως εκεί. Οι ίδιοι οι λαοί ψηφίζουν κυβερνήσεις και τους αναθέτουν να διαχειριστούν προς τον όφελός τους τα εθνικά τους συμφέροντα.
Τα θυμηθήκαμε αυτά επειδή λόγω του χθεσινού σεισμού, του διαλόγου μεταξύ Μητσοτάκη – Ερντογάν, και της προσφοράς βοήθειας, άρχισε πάλι το ίδιο τροπάρι: Μήπως ο σεισμός και φέρει άμβλυνση της διαμάχης.
Σίγουρα για λίγο καιρό μπορεί. Αλλά ο Ερντογάν δεν θα αφήσει ένα σεισμό να του χαλάσει τα όνειρά του.