Η απόφαση της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ να επιτρέψει στα παλιά μέλη του κόμματος που δεν έλαβαν μέρος στον πρώτο γύρο των εσωκομματικών εκλογών, να ψηφίσουν στον δεύτερο, ακόμη κι αν δεν έχουν επικαιροποιήσει τα στοιχεία τους (πράγμα που μπορούν να κάνουν την ώρα της ψηφοφορίας στις εφορευτικές επιτροπές), θυμίζει την ανάκληση των εφέδρων, σε στράτευμα που είδε το ανθρώπινο δυναμικό του να αποδεκατίζεται όχι σε μεγάλες εκ του συστάδην μάχες, αλλά σε μιντιακές αψιμαχίες και σε αλληλοσπαραγμό στα social media.
Η περίπτωση των 6.500, περίπου, παλαιών μελών, αλλάζει τα δεδομένα της αδυσώπητης και χωρίς αρχές και πολιτική, μάχη για την ηγεσία του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ωστόσο το αποτέλεσμα από εκεί που θεωρούνταν βέβαιη η εκλογή Κασσελάκη, δείχνει να μετατρέπεται σε ντέρμπι.
Ανεξάρτητα από την έκβαση αυτού του πολέμου, μεταξύ των δύο στρατοπέδων, τα οποία, ωστόσο, εκφράζουν δύο διαφορετικές μα και τόσο ίδιες πλευρές της σύγχρονης ελληνικής αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα, κυβερνητική πρόταση και μοντέλο σκέψης και ζωής, φαίνεται πως πνέει τα λοίσθια. Τίποτα δε θα είναι το ίδιο την Κυριακή το βράδυ, ενώ τη Δευτέρα το πρωί, θα αναζητεί με υπαρξιακή αγωνία μια νέα συγκολλητική ουσία, προκειμένου να κρατήσει μαντρωμένους όλους εκείνους που το τελευταίο διάστημα έκαναν εκείνο που έμαθαν να κάνουν τις τελευταίες δύο δεκαετίες: να στοχοποιούν τον αντίπαλο, να τον μετατρέπουν σε μισητό εχθρό και να προσπαθούν να τον εξοντώσουν.
Ευτυχώς, η εποχή δεν ευνοεί τις παλαιές μεθόδους της αριστεράς για την εξόντωση των εσωκομματικών αντιπάλων και έτσι περιορίστηκαν σε δολοφονίες χαρακτήρων και στο να βγάζουν ο ένας τα άπλυτα του άλλου σε κοινή θέα. Υπό μία έννοια, η προεκλογική περίοδος του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να θεωρηθεί ως ένα ακόμη αναγκαίο πολιτικό φροντιστήριο για την ελληνική κοινωνία, η οποία σε απευθείας μετάδοση παρακολουθεί διασκεδάζοντας την απομάγευση των «αγωνιστών» και του «ηθικού πλεονεκτήματος».
Η Κλειώ, η μούσα της ιστορίας έχει μεγάλα κέφια στις μέρες μας. Το «ή αυτοί ή εμείς» και το «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» του 2015, μπορεί να ατύχησε με τη γνωστή και μεγαλειώδη kolotoumpa ύστερα από 17 ώρες σκληρής διαπραγμάτευσης, έμελλε, όμως, να υλοποιηθεί στην προεκλογική εκστρατεία για την αρχηγεία του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με αυτή την προεκλογική εκστρατεία, αποκάλυψε στο ευρύ κοινό, εκείνο που γνώριζαν καλά όσοι παρακολουθούν την πορεία του εδώ και δύο σχεδόν δεκαετίες, αλλά και γνωρίζουν καλά την ιστορία της ελληνικής αριστεράς.
Βαθιά ανήθικα άτομα, λούμπεν πολιτικά στοιχεία, καιροσκόποι και τυχοδιώκτες, συναποτελούν μέσα από μία συνομοσπονδία τάσεων, συνιστωσών, φραξιών, έναν πολιτικό οργανισμό, μοναδικός στόχος του οποίου είναι η νομή της εξουσίας, είτε πρόκειται για το κόμμα, είτε για την κυβέρνηση.
Αφού γεύτηκαν με βουλιμία την κυβερνητική εξουσία, χάρη στον ανήθικο συνεταιρισμό τους με τους εκπροσώπους της περιθωριακής και αλλοπρόσαλλης Δεξιάς επί μία πενταετία σχεδόν, θεωρούν πως εφόσον «δεν υπάρχει ηθικός κώδικας στην πολιτική, όλα επιτρέπονται», για να παραφράσουμε τη γνωστή φράση του Ιβάν Καραμάζοφ από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι.
Το μοιραίο τους λάθος δεν ήταν κάποιο από τα αναρίθμητα που έκαναν από το 2015 μέχρι το 2019, ούτε και κάποιο από εκείνα της περιόδου 2019 - 2023. Το μοιραίο τους λάθος ήταν πως αντί να λύσουν το πρόβλημα της ηγεσίας σε κάποια κλειστή και μακριά από το βλέμματα της κοινής γνώμης, συνεδρίαση του κομματικού ιερατείου με το αναγκαίο αλισβερίσι και συμβιβασμούς, προτίμησαν την «κάθοδο στην κοινωνία» ή τη «γείωση στην κοινωνία», όπως τους αρέσει να λένε.
Έτσι, αποδείχτηκε πως όχι μόνο ο βασιλιάς είναι γυμνός, αλλά συμπεριφέρεται σαν ο τελευταίος ληστής, μοναδικός σκοπός του οποίου είναι ο σφετερισμός της εξουσίας. Γιατί, σε τελική ανάλυση και οι δύο πλευρές την κομματική εξουσία θέλουν να σφετεριστούν, απλά μετέρχονται διαφορετικών επιχειρημάτων.
Το κομματικό κοινό - στράτευμα, κουρασμένο, με πεσμένο το ηθικό από τον ανελέητο εμφύλιο πόλεμο, αργά ή γρήγορα θα μετατραπεί σε μία άβουλη μάζα παρατηρητών. Έτσι, αναγκαστικά, καλούν τους παροπλισμένους έφεδρους ως μία ένεση κουράγιου, μία παρακέντηση ενθουσιασμού και ψευδεπίγραφου κομματικού πατριωτισμού. Μόνο που και αυτοί θα θυσιαστούν σε έναν αδελφοκτόνο πόλεμο χωρίς νικητές, παρά μόνο ηττημένους.