Είδα στην τηλεόραση τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, να ανεβαίνει τα σκαλιά του πατρικού σπιτιού του σμηναγού Στάθη Τσιτλακίδη, προκειμένου να συναντηθεί με τους γονείς του και να τους μεταφέρει το σκληρό μαντάτο.
Οι ώμοι του αρχηγού, που μας έχει συνηθίσει, κατά τις δημόσιες εμφανίσεις του, στην ευθυτενή, προσήκουσα σε στρατιωτικό, στάση, ήταν γυρτοί από το βάρος της ευθύνης και του πένθους. Όταν σκοτώνεται ένας πολεμιστής, το πένθος δεν αφορά μόνο τους οικείους και τους συμπολεμιστές του, αλλά είναι πάνδημο. Ο αρχηγός το γνωρίζει. Κι εκείνη τη στιγμή, ο στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος, είχε πλήρη συνείδηση πως εκπροσωπεί και διερμηνεύει τα αισθήματα όχι μόνο των ενόπλων δυνάμεων αλλά και σύσσωμης της ελληνικής κοινωνίας, πλην των γνωστών «Λακεδαιμονίων».
Χάρη στις θυσίες και την αυταπάρνηση αυτών των νεαρών αγοριών και κοριτσιών που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις, η χώρα παραμένει ασφαλής, κάτω από ουρανό ειρηνικό και οι πολίτες απερίσπαστοι παλεύουν για την προκοπή.
Η συμβολή αυτή, διαχρονικά, αναγνωρίζεται από τους πολίτες, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων ή αναγκών της συγκυρίας. Γιατί, όλοι γνωρίζουν πως αυτοί πρώτοι θα τρέξουν στα σύνορα ή όπου χρειαστεί για να υπερασπιστούν την εδαφική ακεραιότητα και ανεξαρτησία της χώρας, όταν άλλοι, από την ασφάλεια του γραφείου ή του καναπέ και με το θράσος της ανωνυμίας του διαδικτύου, θα βυσσοδομούν εναντίων τους, υπερασπιζόμενοι, τάχα, το αντιμιλιταριστικό τους πνεύμα.
Τα τελευταία πενήντα χρόνια, έννοιες όπως πατρίδα, έθνος, στρατός, υπέστησαν έναν διαρκή βιασμό, διαστρεβλώνοντας την ουσία και το περιεχόμενό τους. Αρκούσε η επίκληση της πατρίδας ή του έθνους, για να χαρακτηριστεί κάποιος εθνικιστής (εθνίκι ήταν ο υποτιμητικός και προσβλητικός όρος) και να παραδοθεί στη δημόσια χλεύη.
Πρωτοστάτησαν σε αυτόν τον βιασμό, άνθρωποι οι οποίοι ομνύουν σε έναν νεφελώδη, αλλά επικερδέστατο, διεθνισμό, ο οποίος περιλαμβάνει «ανοιχτά σύνορα», μειωμένη αποτρεπτική, στρατιωτική ικανότητα της χώρας και ευνουχισμένο φρόνημα εκείνων που έταξαν τη ζωή τους για να φυλούν τις Θερμοπύλες της εποχής μας.
Έτσι και τώρα, με αφορμή τον τραγικό θάνατο των δύο πιλότων της Πολεμικής Αεροπορίας, ο διαδικτυακός υπόκοσμος, δεν έχασε την ευκαιρία να λοιδορήσει και να σκυλέψει το μνήμη των παλικαριών, προβάλλοντας «συνθήματα» που παραπέμπουν στις πιο σκοτεινές σελίδες της πρόσφατης ιστορίας, όταν κάποιοι εκχωρούσαν εθνικό έδαφος σε αλλογενείς, προκειμένου δια της βίας να υφαρπάξουν την εξουσία.
Ιδιαίτερα αλγεινή εντύπωση προκαλεί το «επιχείρημα» που αφού τα δύο παλικάρια έχασαν τη ζωή τους σε αποστολή άσκησης, δεν πρόκειται για ήρωες που έπεσαν την ώρα του καθήκοντος. Πολλοί, με αισθήματα μίσους, εκδήλωσαν τη μοχθηρία και την απανθρωπιά τους, πανηγυρίζοντας. Άνθρωποι που υποστήριξαν με φανατισμό έναν κατά συρροή δολοφόνο αθώων ανθρώπων, στο αίτημα του να εκτίσει την ποινή φυλάκισής του, έτσι όπως αυτός θέλει, σήμερα βεβηλώνουν τη μνήμη δύο νέων παλικαριών που έδωσαν τη ζωή τους, για να μπορούν αυτοί να διαδηλώνουν ελεύθερα υπέρ ενός απάνθρωπου φονιά.
Η διαίρεση αυτή, δεν είναι καινοφανής στην ελληνική κοινωνία. Υπάρχει εδώ και πολλές δεκαετίες, υποδαυλιζόμενη από δημοκόπους και λαοπλάνους πολιτικούς προς άγραν ψήφων από το περιθώριο της κοινωνίας.
Ευτυχώς, οι πρόσφατες αρνητικές εμπειρίες της ελληνικής κοινωνίας, ο κίνδυνος ανατροπής του γεωπολιτικού της προσανατολισμού το μοιραίο καλοκαίρι του 2015, αλλά και η μετέπειτα τυχοδιωκτική πολιτική ορισμένων που αναζητούσαν στήριγμα πότε τους Αγιατολάδες του Ιράν, πότε στους μαφιόζους της Λατινικής Αμερικής και πότε στους αυταρχικούς ηγέτες τύπου Πούτιν με τις γνωστές υποκλίσεις στους βογιάρους του, αφύπνισε τα πατριωτικά αντανακλαστικά της πλειονότητας των πολιτών, οι οποίοι συνειδητοποιούν πως χωρίς ελεύθερη και ανεξάρτητη πατρίδα, δεν μπορεί να γίνει κανένας, απολύτως, λόγος για δημοκρατία και προκοπή.
Σήμερα, όταν η χώρα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα λόγω της αναθεωρητικής τάσης της πολιτικής ηγεσίας της Τουρκίας, η οποία γοητευμένη από την επιθετική πολιτική της Ρωσίας στην Ουκρανία, προβάλει ολοένα και πιο αυθαίρετες απαιτήσεις, παραμένει επίκαιρη η φράση «Η πατρίς ευγνωμονούσα» όχι μόνο για τους δύο πιλότους που έχασαν τη ζωή τους, μα και για όλους τους άντρες και τις γυναίκες των ενόπλων δυνάμεων που εκπληρώνουν στο ακέραιο το καθήκον τους.