(Φωτ.: Τα γραφεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη Φρανκφούρτη)
Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Έκκληση στην κυβέρνηση να κλείσει γρήγορα τα ανοιχτά θέματα που αφορούν στην αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, γιατί ο τραπεζικός κλάδος δέχεται... επίθεση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και τα πάντα βρίσκονται στον αέρα, απευθύνουν τραπεζικά στελέχη και αναλυτές.
Μετά την κατάρρευση των τραπεζικών μετοχών σε ολόκληρη την Ευρώπη και τις συνεχιζόμενες ανησυχίες για την παγκόσμια οικονομία λόγω των τιμών του πετρελαίου, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Wolfgang Schauble, έσπευσε να δηλώσει στην τηλεόραση του Bloomberg ότι δεν ανησυχεί καθόλου για την Deutsche Bank. Μπορούν να πουν το ίδιο για τις ελληνικές τράπεζες Έλληνες κυβερνητικοί αξιωματούχοι;
Η πραγματικότητα για τις ελληνικές τράπεζες είναι σκληρή. Κάθε φορά που σημειώνονται αναταράξεις σε πολιτικό επίπεδο, οι τράπεζες είναι οι πρώτες που νιώθουν τον αντίκτυπο της αβεβαιότητας, κάτι που έχει αποδειχθεί με τον πλέον εμφατικό τρόπο την τελευταία εξαετία.
Εγκαταλείπουν την Ελλάδα οι επενδυτές, λόγω του πολιτικού ρίσκου
Επενδυτές που στήριξαν τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών ρευστοποιούν τις θέσεις τους, επηρεασμένοι από το γενικότερο κλίμα. Στην ουσία εγκαταλείπουν τη χώρα, καθώς το πολιτικό ρίσκο εν τω μέσω μίας ακόμα διαπραγμάτευσης με τους δανειστές και ο φόβος των πρόωρων εκλογών καθιστούν την Ελλάδα πολλαπλάσια ευάλωτη απέναντι στην ακραία αρνητική διεθνή συγκυρία.
Και μόνο το γεγονός ότι οι τραπεζικές μετοχές υποχωρούν σε ποσοστό άνω του 50% από την αρχή του έτους είναι αρκετό για να περιγράψει με ζοφερά χρώματα τις συνθήκες που επικρατούν. Σύμφωνα με αναλυτές, αν δεν υπήρχε το διεθνές sell-off στις τράπεζες, ο τραπεζικός δείκτης θα προεξοφλούσε... καταστροφή.
Όμως σήμερα οι εγχώριες τράπεζες βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα πρωτοφανές κύμα αποεπένδυσης από τις ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές και παράλληλα επιβαρύνονται από την πολιτική αβεβαιότητα. «Γιατί να επενδύσει κάποιος σε μία χώρα που έχει πολλαπλά ανοιχτά μέτωπα, την ώρα που οι παγκόσμιες αγορές βρίσκονται σε πανικό;», εξηγεί στο liberal.gr στέλεχος επενδυτικού οίκου, για να προσθέσει: «Όσο συνεχίζεται η αβεβαιότητα σχετικά με την αξιολόγηση του προγράμματος και το μέλλον της κυβέρνησης, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος με αποτέλεσμα να δημιουργείται μία φυγόκεντρος δύναμη που απωθεί τους επενδυτές».
Οι τράπεζες προειδοποιούν πως... κάθε λεπτό που περνάει χωρίς να σημειώνεται πρόοδος στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές «βυθίζει» την ελληνική οικονομία και καθυστερεί την υλοποίηση ενεργειών που είναι απαραίτητες για την ομαλοποίηση των συνθηκών.
Όλα στον αέρα
«Το διεθνές περιβάλλον είναι νεφελώδες και αυξάνονται οι προβλέψεις για το ξέσπασμα μίας νέας κρίσης. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για όλα τα ενδεχόμενα, την ώρα που πρέπει να διαχειριστούμε και τα δικά μας πολύ σημαντικά θέματα, όπως τα “κόκκινα” δάνεια», σημειώνει στο Liberal υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος.
Τα πλάνα των τραπεζών για την επόμενη ημέρα περιλαμβάνουν τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, την πώληση θυγατρικών, τον εξορθολογισμό του λειτουργικού κόστους και την υιοθέτηση πρωτοβουλιών για την επιστροφή των καταθέσεων. Όλα αυτά τα ζητήματα είναι στον αέρα, αφού υπό τις παρούσες συνθήκες τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει βάσει σχεδίου.
- «Κόκκινα δάνεια»: Σε ο,τι αφορά το «καυτό» ζήτημα των NPLs, θεωρείται δεδομένο ότι όσο συντηρείται η πολιτική αβεβαιότητα, τόσο θα αυξάνονται τα «κόκκινα» δάνεια, κάτι που έγινε ιδιαίτερα αισθητό μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2015. Γιατί μπορεί το νομικό πλαίσιο να ασκεί πιέσεις σε όσους αποδεικνύεται ότι μπορούν να πληρώσουν, όμως σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης έχει αποδειχθεί ότι οι πολίτες προχωρούν σε στάση πληρωμών. Ταυτόχρονα, αν δεν ομαλοποιηθούν οι συνθήκες στην οικονομία, η διαχείριση των δανείων δεν μπορεί να γίνει με όρους που θα επιτρέπουν τη βιώσιμη συνέχεια του συστήματος. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι ενδεχόμενη αύξηση των «κόκκινων» δανείων δεν αποκλείεται να καταστήσει επιτακτική την ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης. Μόνο που πλέον βρίσκεται σε εφαρμογή η Οδηγία για το bail-in, μία πιθανότητα που κανείς δεν θέλει να σκέφτεται…
- Καταθέσεις: Ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα σε ο,τι αφορά στην επιστροφή των καταθέσεων. Οι τραπεζικές διοικήσεις έχουν προγραμματίσει μία σειρά ενεργειών με στόχο να ανακτήσουν μεγάλο μέρος των χαμένων καταθέσεων σε ορίζοντα τριετίας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τραπεζικών στελεχών, θα μπορούσαν να ανακτηθούν έως και άνω των 20 δισ. ευρώ. Τα σχέδια των τραπεζών αναμένεται να τεθούν σε εφαρμογή μόλις υπάρξουν οι πρώτες ενδείξεις βελτίωσης του κλίματος και ενίσχυσης της εμπιστοσύνης των καταθετών. Οι προβλέψεις τοποθετούσαν την έναρξη της διαδικασίας στο πρώτο τρίμηνο του 2016. Αν συνεχιστεί η αβεβαιότητα, όχι μόνο δεν θα μπορέσουν να προχωρήσουν τα συγκεκριμένα πλάνα, αλλά οι τράπεζες θα μείνουν για πολύ καιρό ακόμη εγκλωβισμένες στη δίνη των capital controls.
- Κόστος χρηματοδότησης: Όσο δεν ολοκληρώνεται η αξιολόγηση, οι τράπεζες συνεχίζουν να εξαρτώνται σε επίπεδο χρηματοδότησης από τον έκτακτο μηχανισμό παροχής ρευστότητας της Τράπεζας της Ελλάδος (ELA) και δεν θα μπορούν να αξιοποιήσουν τις πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μέσω των οποίων μπορούν να δανειστούν με πολύ χαμηλότερο επιτόκιο. Και αν δεν γίνει αυτό, οι πιστωτικοί όμιλοι δεν μπορούν να επιστρέψουν στην ομαλότητα και στην κερδοφορία. Επιπλέον οι τράπεζες θα ήθελαν να ανακτήσουν την πρόσβαση στη διατραπεζική αγορά των repos, κάτι που δεν μπορεί να γίνει σε περιβάλλον ακραίας αβεβαιότητας.
- Πιστωτική επέκταση: Στην Ελλάδα των capital controls και των άνω των 100 δισ. ευρώ «κόκκινων» δανείων, η πιστωτική επέκταση μόνο σαν αστείο μπορεί να ακούγεται. Όμως οι τράπεζες προβλέπουν να αυξήσουν τα δάνεια προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις κατά 10% σε ετήσια βάση έως το 2018, σε μια προσπάθεια να τροφοδοτήσουν την ανάκαμψη. Για να συμβεί όμως αυτό, θα πρέπει να έχει ομαλοποιηθεί η κατάσταση σε όλα τα υπόλοιπα μέτωπα.