Συγκρατημένα αισιόδοξος εμφανίστηκε ο πρωθυπουργός χθες στη ΔΕΘ. Απέφυγε το κλασσικό σενάριο της παροχολογίας και των υποσχέσεων και εστίασε περισσότερο στον απολογισμό, αλλά και στον προγραμματισμό υλοποίησης όσων είχε εξαγγείλει κατά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησής του στη Βουλή, μετά τις εκλογές.
Ακούγοντας τον, ήταν εύκολο να αντιληφθεί κανείς πως ανάμεσα στις γραμμές της ομιλίας του, διακρινόταν η ανάγκη να διαβεβαιώσει την κοινωνία πως έχει γνώση των δυσλειτουργιών που παρουσίασε η κυβέρνησή του τους πρώτους δύο μήνες της θητείας του. Τώρα, αν θα κάνει αλλαγές σε θέσεις και πρόσωπα, είναι κάτι που θα μάθουμε μάλλον σύντομα.
Όπως ήταν φυσικό, σημαντικό μέρος της ομιλίας του ήταν αφιερωμένο στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, η οποία, όπως είπε: είπε θα έρθω και ήρθε για να μείνει.
Τα ενδιαφέροντα σημεία, πάντως, ήταν πως χρειάζεται συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, με το κάθε μέρος να αναλαμβάνει το μέρος και το βάρος της ευθύνης που του αναλογεί, ενώ σημαντικό ρόλο θα κληθούν να διαδραματίσουν οι ίδιοι οι πολίτες.
Ουσιαστικά, ο Μητσοτάκης χθες, έδωσε το σύνθημα για τη δημιουργία μίας «παλλαϊκής άμυνας» απέναντι στην κλιματική κρίση και τις επιπτώσεις της. Πέραν της υποχρεωτικής ασφάλισης σπιτιών, επιχειρήσεων και περιουσιών, θα πρέπει να γίνει αντιληπτό πως πρακτικές και νοοτροπίες του παρελθόντος όχι μόνο δεν θα γίνονται ανεκτές, αλλά θα κολάζονται ως αντικοινωνικές. Αυτό θα πρέπει να αφορά τους οργανισμούς του δημοσίου, της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και του κάθε πολίτη χωριστά.
Στο πλαίσιο αυτό, η εξαγγελία αξιοποίησης των Ενόπλων Δυνάμεων στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και των καταστροφών, δείχνει πως η κυβέρνηση έλαβε το μήνυμα πως η κοινωνία αντιμετωπίζει θετικά την εμπλοκή των στρατευμένων σε τέτοια ζητήματα, τόσο γιατί έχουν κατάλληλη εκπαίδευση και σθένος, όσο και γιατί διαθέτουν τεχνογνωσία και εξοπλισμό με τον οποίο μπορούν άμεσα και αποτελεσματικά να συνδράμουν προς ανακούφιση των πληγέντων και στην αποκατάσταση υποδομών.
Αν και απέφυγε να αναφερθεί ονομαστικά στην αντιπολίτευση, ο κ. Μητσοτάκης έθεσε ένα θέμα που θα μας απασχολήσει έντονα και σοβαρά στο άμεσο μέλλον. Το θέμα αυτό δεν είναι άλλο από τη συμβολή, τις προτάσεις, την κριτική των κομμάτων της αντιπολίτευσης στην κατάρτιση ενός μακροπρόθεσμου, εθνικού σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Για να πάει μια κοινωνία μπροστά, δεν χρειάζεται μόνο μία αποφασιστική και δυναμική κυβέρνηση, αλλά και η αντιπολίτευση. Αυτή η κοινότυπη αλήθεια, φαίνεται πως δεν γίνεται αντιληπτή από τα άλλα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης. (Η ακροδεξιά πτέρυγα της Βουλής, αλλά και το ΚΚΕ, ζουν στον δικό τους κόσμο, απευθυνόμενοι στα περιορισμένα κοινά τους, μακράν και έξω της πραγματικότητας που μας περιβάλλει και ως εκ τούτου δεν έχουμε να περιμένουμε απολύτως τίποτα από αυτά).
Δυστυχώς, τόσο κατά την περίοδο των μεγάλων πυρκαγιών, όσο και στις πλημμύρες, τα δύο αυτά κόμματα, επέδειξαν μία συμπεριφορά που βρίσκει ανάλογή της σε περασμένες δεκαετίες. Κοινότυπες δηλώσεις, απόδοση ευθυνών αποκλειστικά στο πρόσωπο του πρωθυπουργού, απουσία προτάσεων.
Οι προβλέψεις για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι γνωστές, δεν πρόκειται να αλλάξει. Η αμηχανία του ΠΑΣΟΚ ερμηνεύσιμη, αλλά κατώτερη των περιστάσεων. Τι απομένει;
Ο Μητσοτάκης, θα αναγκαστεί να τραβήξει το κάρο μόνος του και ό,τι καταφέρει. Αυτή είναι η πραγματικότητα και κανένα ψιμύθιο, κανένας επαναστατικός παιάνας ή σοσιαλδημοκρατική ομοβροντία, δεν μπορεί να αλλάξει την κατάσταση. Θα μπορούσε να αλλάξει, αν τα δύο αυτά κόμματα, αντιλαμβάνονταν πως η κλιματική κρίση δεν είναι ζήτημα κομματικό, ιδεολογικό, μα εθνικό και αποφάσιζαν να αφήσουν την αντιπαράθεση για άλλα πεδία και να συμβάλλον σε αυτό με τις γνώσεις, τις προτάσεις, τους επιστήμονες που διαθέτουν.
Λίγο δύσκολο να συμβεί αυτό, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα στο πολιτικό σκηνικό. Η ζωή προχωρά χωρίς να κοιτάζει τέτοιες λεπτομέρειες. Ο κίνδυνος των ακραίων καιρικών φαινομένων και των άλλων επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης είναι τόσο μεγάλος που ως κοινωνία δεν έχουμε την πολυτέλεια να ξοδεύουμε το χρόνο μας σε ατέρμονους κομματικούς διαπληκτισμούς.
Αν η κυβέρνηση έχει συνειδητοποιήσει την κρισιμότητα της κατάστασης και προτείνει ένα εθνικό σχέδιο αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, ας το θέσει σε εφαρμογή, ας υιοθετήσει βελτιώσεις που θα προταθούν από άλλους. Εκείνο που δεν έχει δικαίωμα να κάνει είναι να καθυστερήσει στη λήψη των αναγκαίων και εξαιρετικά κοστοβόρων μέτρων. Για αυτό θα κριθεί στο τέλος της θητείας της και όχι για το αν συζητούσε ατέρμονα με την αντιπολίτευση.