Συνηθίζεται κατά την προεκλογική περίοδο να αναλύουμε τα λεγόμενα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων, άσχετα αν επιλέγουμε πιο πιασάρικους τίτλους για την παρουσίασή τους. Προσπαθούμε, δηλαδή, να διακριβώσουμε με ποια κριτήρια και ποιες ταυτίσεις θα ψηφίσει ο πολίτης, ούτε ώστε να έχουμε μια κάπως σχετική εικόνα των αποτελεσμάτων, σε γενικές γραμμές.
Μία από τις πλέον συνηθισμένες φράσεις που χρησιμοποιούμε, είναι πως ο μέσος - αν υπάρχει τέτοιος - ψηφοφόρος ψηφίζει με βάση «την τσέπη» του, δηλαδή με οικονομικά κριτήρια, είτε αυτά αποτελούν το άμεσο εισόδημά του, είτε αυτό που ο ίδιος θεωρεί ως προοπτικές του οικονομικού κλίματος. Είναι εν μέρει σωστό. Η κατάσταση και οι προοπτικές της οικονομίας, απασχολούν όλους, ακόμη και αν δεν έχουν στοιχειώδη γνώση της μακροοικονομίας ή του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος και συμβάλλουν καθοριστικά στη διαμόρφωση της τελικής του απόφασης πριν από τις κάλπες. Και μπορεί να μην τους απασχολούν τα μεγέθη και οι δείκτες της οικονομίας - για να τους μελετήσει κανείς απαιτούνται ειδικές γνώσεις - προβληματίζονται, όμως, για τους μισθούς και την ανεργία, για τα επιδόματα και τις φοροαπαλλαγές ή για την κατάργηση εισφορών που μείωναν σημαντικά το εισόδημα τους (πχ. Εισφορά αλληλεγγύης).
Αν, όμως, αρχίσουμε να σκάβουμε λίγο πιο βαθιά στις δημοσκοπήσεις και τις έρευνες της κοινής γνώμης, θα δούμε πως υπάρχουν και άλλα προβλήματα - κριτήρια που απασχολούν τον ψηφοφόρο και συνδιαμορφώνουν την ταύτισή του με το ένα ή το άλλο κόμμα.
Για παράδειγμα, τα λεγόμενα εθνικά ζητήματα (προσωπικά δεν μου αρέσει ο όρος, προτιμώ τον όρο ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας), από τον χειρισμό των οποίων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η εσωτερική ηρεμία και η διαμόρφωση ευνοϊκών συνθηκών για την οικονομική ανάπτυξη, απασχολούν τους πολίτες.
Εξίσου προβληματισμένοι είναι για ζητήματα της καθημερινότητας, όπως φερ’ ειπείν, το ζήτημα του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας, η απεξάρτηση από τη δυσβάσταχτη, δουλοκτητικού τύπου, γραφειοκρατία του δημοσίου. Αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός εκείνων που θεωρούν πως η ψηφιοποίηση του κράτους, συμβάλει στη βελτίωση τόσο της καθημερινής τους ζωής, όσο και της οικονομικής τους δραστηριότητας.
Για τους κατοίκους του κέντρου της πρωτεύουσας, η ανεξέλεγκτη μετανάστευση και τα προβλήματα που αυτή δημιουργεί, αλλά και των περιοχών που δοκιμάστηκαν σκληρά τα τελευταία δέκα χρόνια από τις μεταναστευτικές ροές, είτε βρίσκονται σε κάποιο νησί του αρχιπελάγους, είτε στις παραμεθόριες περιοχές της χώρας, αποτελεί αντικείμενο προβληματισμού.
Ταυτόχρονα, πολλοί θεωρούν ότι τα ζητήματα δημόσιας ασφάλειας και καταστολής της εγκληματικότητας, θα πρέπει να είναι προτεραιότητα για την κυβέρνηση της χώρας, ανεξάρτητα από πολιτικές προτιμήσεις και ιδεολογικές εμμονές, περασμένων εποχών. Ζώντας στην εποχή των ασύμμετρων απειλών, αλλά και των κινδύνων των τεχνολογικών καταστροφών (όπως το δυστύχημα στα Τέμπη), το αίτημα για δημόσια ασφάλεια ως κοινωνικό αγαθό στα πλαίσια του νόμου, αποκτά άλλο νόημα και προκαλεί ταυτίσεις, οι οποίες μέχρι πρόσφατα ήταν σχεδόν αδιόρατες ή αξιολογούνταν πολύ χαμηλά στις προτιμήσεις των πολιτών.
Η διαφθορά στο δημόσιο βίο, η οποία δεν περιορίζεται μόνο στον πολιτικό τομέα, αλλά αγκαλιάζει θανάσιμα πολλές εκφάνσεις της κοινωνικής και οικονομικής ζωής, τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα, απασχολεί ολοένα και περισσότερους πολίτες, οι οποίοι τη θεωρούν τροχοπέδη για την προσωπική τους εξέλιξη και προκοπή, αλλά και για την κοινωνική πρόοδο.
Το μεγάλο αίτημα του εκσυγχρονισμού, υπό την έννοια πως μέσα στην ίδια κοινωνία, συνυπάρχουν δομές, θύλακες και μορφές προνεοτερικών σχέσεων, μαζί με προωθημένες δυνάμεις, ένας αγώνας του παρελθόντος με το παρόν που θα καθορίσει το μέλλον, είναι αντικείμενο σκέψης, προβληματισμού αλλά και ταυτίσεων, σε τμήματα του πληθυσμού που έχουν μία πιο κοσμοπολίτικη αντίληψη της πραγματικότητας.
Απεναντίας, η πίστη στην παντοδυναμία των δικτύων συμφερόντων, σε τοπικό, κυρίως, επίπεδο, καθορίζει τη ψήφο πολλών συμπολιτών μας, οι οποίοι νιώθοντας πως απειλούνται με περιθωριοποίηση από τις οικονομικές, κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις.
Η ψυχολογική διεργασία και η εκλογίκευση για τον καθορισμό των κριτηρίων, οδηγεί σε ταυτίσεις και αποφάσεις, σχετικά με τον ποιον θα εξουσιοδοτήσουν οι πολίτες να διαχειριστούν τις υποθέσεις τους κατά την επόμενη κυβερνητική θητεία. Είναι μια διαδικασία περίπλοκη, ιδιαίτερα σύνθετη και με πολλούς άγνωστους Χ, τους οποίους ελάχιστα μπορούν να ιχνηλατίσουν οι δημοσκοπήσεις, οι οποίες, άλλωστε, είναι μία φωτογραφική απεικόνιση της εκάστοτε συγκυρίας.