Λαϊκισμός και ευρωεκλογές: Ο εχθρός προ των πυλών
Shutterstock
Shutterstock

Λαϊκισμός και ευρωεκλογές: Ο εχθρός προ των πυλών

Το EPICENTER είναι ένα έγκυρο ανεξάρτητο δίκτυο δέκα ευρωπαϊκών «δεξαμενών σκέψης». Σε συνεργασία με το σουηδικό κέντρο μελετών και ανάλυσης TIMBRO, δημοσίευσαν πριν λίγες εβδομάδες την ετήσια μελέτη για τον λαϊκισμό στην Ευρώπη (Δείκτης Λαϊκισμού 2024) με στόχο τη διερεύνηση και εξέλιξη του φαινομένου αυτού.

Η κατάταξη σε λαϊκιστικά και μη φιλελεύθερα κόμματα στηρίζεται στην ανάλυση των πολιτικών τους θέσεων και στη ρητορική τους, καθώς, προφανώς, κανένας πολιτικός φορέας δεν αυτοπροσδιορίζεται με τους όρους αυτούς.

Τα κόμματα κατηγοριοποιούνται ως λαϊκιστικά εάν η ρητορική τους επικεντρώνεται ή έχει έντονες αναφορές στη σύγκρουση μεταξύ του «λαού» και μιας διεφθαρμένης ελίτ, ενώ στον οικονομικό τομέα αντιτίθενται σε οποιαδήποτε μορφή ανοιχτής οικονομίας.

Τα κόμματα κατηγοριοποιούνται ως μη φιλελεύθερα και αυταρχικά είτε εάν υποστηρίζουν ανοιχτά μη δημοκρατικές ιδεολογίες, όπως ο μαρξισμός-λενινισμός, ο φασισμός ή ο ναζισμός, είτε εάν έχουν επιδείξει προθυμία να παραβιάσουν δημοκρατικές αρχές κατά τη διάρκεια της κυβέρνησής τους, όπως συνέβη με το Fidesz στην Ουγγαρία, το PiS στην Πολωνία και το Movement for a Democratic Slovakia (HZDS), στη Σλοβακία.

Η δύναμη των κομμάτων αυτών στην Ευρώπη σήμερα είναι αξιοσημείωτη καθώς συγκεντρώνουν περίπου το 27% των ψήφων. Αυτό το ποσοστό παραμένει σταθερό τα τελευταία χρόνια. Παρατηρούμε μια εντυπωσιακή αύξηση της επιρροής τους μετά το 2000, όπου η δύναμή τους διπλασιάστηκε στο εκλογικό σώμα.

Ειδικότερα, τα κόμματα με τα χαρακτηριστικά αυτά που προέρχονται από τον χώρο της Δεξιάς είχαν ποσοστό περίπου 5% στο τέλος της δεκαετίας του '90 ενώ τώρα το ποσοστό αυτό έχει σχεδόν τριπλασιαστεί και ανέρχεται σε περίπου 15% συνολικά. Από την άλλη μεριά, η επιρροή πολιτικών φορέων από το χώρο της Αριστεράς με αντίστοιχα χαρακτηριστικά παραμένει εν πολλοίς σταθερή.

Οι συνέπειες αυτής της αύξησης επιρροής των δυνάμεων αυτών είναι πολλαπλές:

      • Πρώτον, παρατηρείται μια αλλαγή στην πολιτική ατζέντα, καθώς τα θέματα που θίγουν οι πολιτικές αυτές δυνάμεις, επηρεάζουν τις πολιτικές προτεραιότητες και υποχρεώνουν και τα υπόλοιπα κόμματα να προσαρμοστούν και ενίοτε να υιοθετήσουν την ίδια ρητορική για να περιορίσουν εκλογικές διαρροές και απώλειες δύναμης.
      • Δεύτερον, παρατηρείται μια πολιτική πόλωση, καθώς η ρητορική των λαϊκιστικών κομμάτων είναι συχνά κοινωνικά τοξική και διχαστική, οδηγώντας σε πολιτικές εντάσεις και οξύνοντας τις αντιπαραθέσεις αντί να γίνουν προσπάθειες πολιτικής σύγκλισης επί των μεγάλων προβλημάτων που ταλανίζουν την κοινωνία.
      • Τρίτον, παρατηρείται η κυριαρχία του μη ορθολογικού λόγου στην πολιτική αντιπαράθεση οδηγώντας σε παράλογες και παραπλανητικές συζητήσεις και αδιέξοδες διαδράσεις.

Εν όψει Ευρωεκλογών, σχεδόν όλα τα λαϊκιστικά κόμματα στην Ευρώπη που εντοπίζονται και συμπεριλαμβάνονται στη μελέτη του TIMBRO εκφράζουν ευρωσκεπτικιστικές απόψεις. Αυτό οφείλεται στην έμφαση που δίνουν στην αδιαμεσολάβητη σχέση του ηγέτη του κόμματος με τον λαό και την πεποίθηση ότι οποιοσδήποτε πολιτικός θεσμός παρεμβάλλεται μεταξύ λαού και εξουσίας είναι ευάλωτος στη διαφθορά και την επιρροή από τα «μεγάλα συμφέροντα».

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ειδικά, λόγω γεωγραφικής απόστασης και αδυναμίας κατανόησης της πολυπλοκότητας της πολυεπίπεδης διαδικασίας παραγωγής πολιτικής εντός της, αποτελεί ένα κατ’ εξοχήν απορριπτέο πολιτικό εγχείρημα που θεωρείται από τις δυνάμεις αυτές πλήρως ελεγχόμενο από ξένους που απεργάζονται δεινά για την εκάστοτε χώρα και τους πολίτες. Η κουλτούρα της συναίνεσης και του συμβιβασμού στη βάση αρχών, αξιών και αμοιβαίων συμφερόντων που χαρακτηρίζει την ΕΕ έρχεται σε σύγκρουση με τη μοναδική, αναμφισβήτητη και αδιαπραγμάτευτη «ορθή αλήθεια» που κατέχει ο ηγέτης.

Η άνοδος των δυνάμεων αυτών και η -αναμενόμενη μεν, απευκταία δε- ενισχυμένη πολιτική τους εκπροσώπηση στο επόμενο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα αποτελέσει σημαντική πρόκληση για την εργασιακή και οργανωσιακή κουλτούρα του θεσμού αυτού καθώς επίσης και για την εν γένει αποτελεσματικότητά του. Δεν είναι μόνο θέμα κατεύθυνσης και στοχοθεσίας των επιμέρους πολιτικών και των σχετικών αποφάσεων που θα κληθεί να πάρει το ΕΚ την επόμενη πενταετία.

Είναι, ίσως περισσότερο, θέμα ανοιχτών πολιτικών ζυμώσεων στη βάση δημοκρατικών και φιλελεύθερων αρχών. Ως εκ τούτου, οι δυνάμεις αυτές δύνανται να υποσκάψουν τα αξιακά θεμέλια της ενωσιακής διαδικασίας. Και αυτό είναι κάτι πολύ ανησυχητικό!


* Ο Αντώνης Παπακώστας είναι πρώην στέλεχος ΕΕ και ο Σπύρος Μπλαβούκος είναι Καθηγητής, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Επικεφαλής Ευρωπαϊκού Προγράμματος «Αριάν Κοντέλλη», ΕΛΙΑΜΕΠ)