Με ποιο ανθρώπινο δυναμικό θα πορευτεί η Ελλάδα στο μέλλον;
Shutterstock
Shutterstock

Με ποιο ανθρώπινο δυναμικό θα πορευτεί η Ελλάδα στο μέλλον;

Διάβασα το άρθρο του καθηγητή Ηλία Μόσιαλου που δημοσιεύτηκε στο cardiologynews και το οποίο αναφερόταν στο σύστημα υγείας της χώρας μας. Σε αυτό το άρθρο του, ανέλυε τις διαφορές που εμφανίζονται στην Ελλάδα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον αριθμό των ιατρών που διαθέτουμε, στον αριθμό των γενικών ιατρών, στον αριθμό των ιατρών που εργάζονται στα νοσοκομεία, τον αριθμό των νοσηλευτών, καθώς και στον αριθμό των φαρμακείων σε αναλογία με τον πληθυσμό της χώρας.

Στην αρχή του άρθρου του, ο καθηγητής, έθετε ένα πολύ ενδιαφέρον ερώτημα. «Σύστημα Υγείας: με ποιο ανθρώπινο δυναμικό;». Στο μέσο του άρθρου αναφερόταν στο γεγονός ότι «ο στρατηγικός σχεδιασμός του ανθρώπινου δυναμικού δεν είναι μια απλή πρωτοβάθμια εξίσωση». Και κατέληγε λέγοντας ότι «χρειάζεται να σκεφτούμε πως να σχεδιάσουμε το ανθρώπινο δυναμικό του μέλλοντος».

Δυστυχώς, οι διαπιστώσεις και τα ερωτήματα που θέτει στο άρθρο του ο καθηγητής του London School of Economics, δεν αφορούν μόνο τον ευαίσθητο τομέα της υγείας στη χώρα μας. Δυστυχώς, απουσιάζει από παντού ο στρατηγικός προγραμματισμός που θα έπρεπε να ξεκινάει από τον χώρο της εκπαίδευσης και να καταλήγει στον χώρο της απασχόλησης. Με γνώμονα τις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας και τις ραγδαίες εξελίξεις που φέρνει η ψηφιακή τεχνολογία και η είσοδος των εφαρμογών Τεχνητής Νοημοσύνης στην εκπαίδευση και στις επιχειρήσεις. 

Με ποιο ανθρώπινο δυναμικό, θα περάσει η Ελλάδα στην επόμενη ημέρα για να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που ολοένα μεγεθύνονται; Με ποιον τρόπο θα ανασχεδιαστεί το ανθρώπινο δυναμικό του μέλλοντος;

Τα νέα παιδιά που φοιτούν σήμερα στα Λύκεια της χώρας, θα ενταχθούν στην αγορά εργασίας μετά από πέντε με επτά χρόνια. Οι σημερινοί φοιτητές σχεδόν αύριο θα ξεκινήσουν στην επαγγελματική τους πορεία. Ποιος είναι ο επαγγελματικός χάρτης σήμερα; Ποιος θα είναι ο επαγγελματικός χάρτης σε πέντε ή δέκα χρόνια; Ποιες σχολές και ποιες σπουδές ετοιμάζονται; Δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια, το τι θα συμβεί. Ωστόσο, σύμφωνα με τις απόψεις των ειδικότερων, σε βάθος χρόνου θα δημιουργηθούν επαγγέλματα που σήμερα δεν υπάρχουν. Θα υπάρξει μια πρωτοφανής εργασιακή κινητικότητα που θα απαιτεί όχι μόνο ισχυρές γνώσεις, αλλά κυρίως ανεπτυγμένες δεξιότητες. Είναι προετοιμασμένα τα δημόσια Πανεπιστήμια γι’ αυτές τις κοσμογονικές αλλαγές;

Είναι θετικό ότι τα Ελληνικά Πανεπιστήμια υποδέχονται σε ετήσια βάση περισσότερους από 4.500 φοιτητές στον χώρο της ψηφιακής τεχνολογίας, της πληροφορικής, των τηλεπικοινωνιών, του λογισμικού και της τηλεματικής. Είναι θετικό ότι οι πανεπιστημιακές σχολές στον χώρο της βιολογίας της βιοϊατρικής, της βιοτεχνολογίας και της βιοχημείας φιλοξενούν κάθε χρόνο σχεδόν 1.500 φοιτητές. Είναι θετική η ύπαρξη αρκετών σχολών που προσφέρουν σπουδές σχετικές με τη ζωική και φυτική παραγωγή, με την τεχνολογία τροφίμων και με γεωπονική επιστήμη. Εξακολουθούν ωστόσο να υπάρχουν αρκετές σχολές που το μόνο που υπόσχονται στους πτυχιούχους τους είναι ανεργία ή στην καλύτερη των περιπτώσεων ετεροαπασχόληση, όπως για παράδειγμα οι σχολές πολιτικών επιστημόνων, ή άλλες σχολές με εύηχες αλλά αδιέξοδες κατευθύνσεις

Βλέπουμε όμως ότι την ίδια στιγμή που ο πολιτικός κόσμος της χώρας θα έπρεπε να έχει συστρατευθεί με την κυβέρνηση στην προσπάθεια επανασχεδιασμού της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της προσαρμογής της στα νέα δεδομένα, η πλειονότητα των πολιτικών δυνάμεων επιτίθεται όπως ο Δον Κιχώτης στους μύλους. Αναλύει το αύριο, με εργαλεία και μυαλά του χθες. Στηρίζει και υπερασπίζεται με πάθος τα παγιωμένα στερεότυπα και τις βολεμένες συντεχνίες. Και το χειρότερο είναι ότι δεν ανησυχεί για το μέλλον που δεν είναι τόσο μακρινό και ομιχλώδες. Το μέλλον είναι εδώ, ενώ η αντιπολίτευση παλεύει στον ιδεοληπτικό της βάλτο.

Με αποτέλεσμα η Ελλάδα να κινδυνεύει όχι μόνο να μην καταφέρει να καλύψει την απόσταση που την χωρίζει από την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά αντιθέτως να δει αυτήν την απόσταση να μεγαλώνει. Και να γίνεται χαοτική. Η ίδρυση των μη κρατικών πανεπιστημίων θα προσφέρει επιπλέον ευκαιρίες στους νέους της χώρας μας. Οι κατ’ έτος εισακτέοι φοιτητές στα δημόσια Πανεπιστήμια ανέρχονται στους 68.500. Από το 2025 θα υπάρξουν και κάποιοι φοιτητές, που θα επιλέξουν να σπουδάσουν στα μη κρατικά Πανεπιστήμια της Ελλάδας αντί να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό. Σήμερα σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat του 2021 οι φοιτητές στα δημόσια ΑΕΙ είναι 790.000, ενώ στα Πανεπιστήμια του εξωτερικού σπουδάζουν συνολικά περίπου 40.000 Έλληνες φοιτητές. Οπότε μέσα σε αυτά τα μεγέθη δια διαμορφωθεί μια νέα δυναμική. 

Δεν γνωρίζουμε ακριβώς το πόσο θα μεταβληθεί το εκπαιδευτικό τοπίο μετά από την ίδρυση των μη κρατικών Πανεπιστημίων. Εκείνο που γνωρίζουμε και υποστηρίζουμε είναι ότι οι νέοι φοιτητές χρειάζονται και αξίζουν περισσότερες και καλύτερες ευκαιρίες σπουδών. Σπουδές που θα είναι εστιασμένες στο σήμερα και στο αύριο και όχι στο χθες. Έτσι ώστε οι νέοι πτυχιούχοι να συνθέσουν το υπερπολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό, που απαιτείται για να περάσει η Ελλάδα στην επόμενη ημέρα. Για τη δε «αξία των πτυχίων» για την οποία ανησυχεί η αντιπολίτευση, είναι η ίδια η αγορά εργασίας που δίνει την απάντηση της εδώ και χρόνια, επιβραβεύοντας τους καλούς πτυχιούχους των καλύτερων πανεπιστημίων.