Σε 105 ημέρες, οι Έλληνες πολίτες προσέρχονται στις ευρωκάλπες, έναν χρόνο μετά τις διπλές εθνικές εκλογές.
Η κυβέρνηση, παρότι επιχειρεί να προσδώσει καθαρά «ευρωπαϊκά» χαρακτηριστικά στην εκλογική αναμέτρηση του Ιουνίου, δεν παύει να μιλά για «εθνική κάλπη», σε μια προσπάθεια να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους της, να περιορίσει τη χαλαρή ψήφο ή την ψήφο διαμαρτυρίας, όσων θέλουν να στείλουν ένα μήνυμα δυσαρέσκειας.
Σε κάθε περίπτωση στις 9 Ιουνίου το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών θα καταγράψει δυνάμεις, διαρροές και κυρίως, τάσεις της κοινωνίας για το επόμενο διάστημα.
Σε μια πρώτη ανάγνωση, το περιβάλλον για μια κυβέρνηση, που διανύει τη δεύτερη τετραετία της και συμπληρώνει, τότε, τον 5ο χρόνο στη διακυβέρνηση της χώρας, θα μπορούσε να θεωρηθεί το πλέον ευνοϊκό, σε πολιτικό επίπεδο. Απέναντί της ο ΣΥΡΙΖΑ σε κατάσταση τρικυμίας και το ΠΑΣΟΚ σε πλήρη στασιμότητα. Αυτή, όμως, είναι η μία όψη του νομίσματος.
Από το βράδυ της 25ης Ιουνίου 2023, το ελληνικό πολιτικό σκηνικό μοιάζει «κουτσό». Από τη μία πλευρά, μια ισχυρή κυβέρνηση, με ποσοστό εκλογής 40,56% και 158 κοινοβουλευτικές έδρες. Από την άλλη, μια αξιωματική αντιπολίτευση, που ξεκίνησε με ένα ποσοστό 17,83% και 48 έδρες - έχοντας ήδη χάσει 14 ποσοστιαίες μονάδες από τη δύναμή της τέσσερα χρόνια νωρίτερα - κι έφθασε, 8 μήνες μετά τις εκλογές, να έχει αλλάξει αρχηγό, να έχει διασπαστεί δύο φορές, να έχει απολέσει 11 βουλευτές και να περνά εκ νέου μια εσωκομματική «θύελλα», με έναν υπό αμφισβήτηση πρόεδρο και με τις δημοσκοπήσεις να καταγράφουν τα ποσοστά της σε ελεύθερη πτώση και να την κατατάσσουν πλέον στην τρίτη θέση.
Αυτή είναι η «μεγάλη αναταραχή» στον ΣΥΡΙΖΑ, που, πάντως, δεν φαίνεται, επί του παρόντος, να διαμορφώνει μια «θαυμάσια κατάσταση» για το ΠΑΣΟΚ, που βλέπει να κατατάσσεται μεν στις δημοσκοπήσεις στην δεύτερη θέση, με τα ποσοστά του, ωστόσο, να παραμένουν καθηλωμένα, γύρω στο 13%, την ώρα, που και τα ποσοστά του Νίκου Ανδρουλάκη ως προς την καταλληλότητα για την πρωθυπουργία είναι εξαιρετικά χαμηλά.
Τους τελευταίους μήνες, η Χαριλάου Τρικούπη έχει επιλέξει να κάνει στροφή 180 μοιρών και να άρει τη στήριξή της σε τουλάχιστον τρία μεγάλα θέματα - επιστολική ψήφο, απογευματινά χειρουργεία, λειτουργία μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων - με τα οποία το ΠΑΣΟΚ συμφωνεί επί της αρχής, «μπερδεύοντας» περεταίρω τους ψηφοφόρους.
Ειδικά η αλλαγή στάσης στο «άνοιγμα» της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δημιουργεί «μέτωπο» κυβέρνησης - ΠΑΣΟΚ, αλλά και «αναταράξεις» στο εσωτερικό του, με διαφοροποιήσεις βουλευτών, οι οποίοι δηλώνουν ότι αποτελεί προγραμματική θέση του κόμματος.
Η «μεγάλη αναταραχή» στην αντιπολίτευση, δεν αποτελεί «θαυμάσια κατάσταση» ούτε για την κυβέρνηση. Η απουσία ισχυρής αντιπολίτευσης καθιστά ως μοναδικό «αντίπαλο» τα ανοιχτά θέματα, τα προβλήματα, όπως τις πληθωριστικές πιέσεις ή την ασφάλεια, τις κοινωνικές διαμαρτυρίες και τη δυσαρέσκεια πολιτών, όπως αυτή αποτυπώνεται για παράδειγμα στις δημοσκοπήσεις, για θέματα όπως η ακρίβεια.
Παράλληλα, αποδυναμώνει το διακύβευμα της διαφύλαξης της πολιτικής σταθερότητας, αφού δεν υπάρχει ορατό ενδεχόμενο μια άλλη πολιτική δύναμη να μπορεί να διεκδικήσει αυτή την ώρα τη διακυβέρνηση, ενώ αυξάνει τον κίνδυνο να μετατραπεί η πολιτική υπεροχή σε απόλυτη κυριαρχία.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει μιλήσει για την παγίδα του εφησυχασμού ή της εκδήλωσης φαινομένων αλαζονείας από τα στελέχη του. Και τα δύο, θα μπορούσαν να γυρίσουν «μπούμερανγκ» για την κυβέρνηση, με το πολιτικό κόστος να αποτυπώνεται στο εκλογικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.
Το Μέγαρο Μαξίμου αναμένεται, το επόμενο διάστημα, να αρχίσει να ξεδιπλώνει τη στρατηγική του για την 9η Ιουνίου, με τον ίδια τον πρωθυπουργό να δίνει εκ νέου το έναυσμα της «σκληρής δουλειάς» για το υπουργικό του συμβούλιο, να αρχίζει περιοδείες και επικοινωνία με τους πολίτες, επιχειρώντας να υπενθυμίσει όλα όσα η κυβέρνηση έχει υλοποιήσει έως σήμερα, αλλά και το κυβερνητικό σχέδιο για το επόμενο διάστημα.
Αποκωδικοποιώντας το πολιτικό τοπίο, που διαμορφώνεται, το κυβερνητικό επιτελείο αποφεύγει να τοποθετηθεί με ιδιαίτερα καυστικό τρόπο για τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, επιμένοντας ότι δεν θα εμπλακεί στις εσωτερικές υποθέσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ταυτόχρονα, επιλέγει να ανεβάσει τους τόνους απέναντι στο ΠΑΣΟΚ, να αποδομήσει την επιχειρηματολογία του και την αντιπολιτευτική του τακτική και να τοποθετήσει πλέον τη Χαριλάου Τρικούπη στο «κάδρο» του λαϊκισμού και της ρητορικής αμφιθεάτρου, όπως είπε χαρακτηριστικά και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Από τις δημοσκοπήσεις, πάντως, είναι εμφανές ότι, για την ώρα, οι όποιες «διαρροές» της Νέας Δημοκρατίας δεν κατευθύνονται προς τον χώρο του κέντρου, όπου αντιθέτως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει να έχει επιτύχει τη διείσδυση, που επεδίωκε. Οι «διαρροές» είναι προς τα «δεξιά» και απομένει να φανεί αν θα επιχειρηθεί και με ποιον τρόπο, αυτές οι δυνάμεις να ανακτηθούν.