Οι μύθοι αποκαλύπτουν αρχέτυπα του συλλογικού ασυνειδήτου, κατά τον Γιουνγκ, και δημιουργούν ακατάλυτες «αλήθειες», κοσμοείδωλα, θα λέγαμε για επί μέρους τμήματα του λαού. Ο εθνικός μύθος της απελευθέρωσης παρουσιάζει μια αγγελικά πλασμένη κοινωνία ηρώων, υπερυψωμένων από τα ανθρώπινα και απισχνασμένων από κάθε τι σάρκινο, από κάθε πάθος, μικρότητα, κακία, που συνυπήρξαν ταυτόχρονα με το μεγαλείο της θυσίας τους για τη λευτεριά. Όλοι δεν αγωνίστηκαν μόνο εν αυταπάρνηση αλλά και εν ομονοία!
Ο αριστερός μύθος από την άλλη, διαμορφώνει την εικόνα εξίσου αποστεωμένων από τα ανθρώπινα αγωνιστών, που πάντα θυσιάζονται υπέρ λαού, χωρίς την ελάχιστη υποψία προσωπικής ωφέλειας, κακίας, υστεροβουλίας. Ο δε λαός είναι πάντα παρών στις μεγάλες αφηγήσεις της ιστορίας ακόμη και όταν ήταν απών, όπως στο Πολυτεχνείο. Οι τέσσερις χιλιάδες νέοι είχαν πάθος για τη δημοκρατία, αυταπάρνηση, ηρωισμό, αλλά σε αριθμητικό μέγεθος δεν αποτελούσαν τον μυθολογημένο λαό.
Σαφώς ήταν εκτός κλίματος και αναγκαιότητας η χθεσινή αναφορά του υφυπουργού Παιδείας Άγγελου Συρίγου ότι η χούντα δεν έπεσε από τις λαϊκές αντιδράσεις αλλά λόγω της κυπριακής τραγωδίας. Είπε κάτι που είναι αυτονόητο και γνωστό και θαρρούσαμε πως ιστορικά έχει λυθεί. Αμ δε! Πώς να έχει λυθεί για αυτούς που με αντιμνημονιακή θέρμη φώναζαν «η χούντα δεν τελείωσε το '73»;
Τελικά οι αντιδράσεις στα σόσιαλ μήντια, απέδειξαν ότι η φράση για το «73» δεν εξυπηρετούσε απλώς τη ρυθμικότητα και την ευφωνία του απαγγελόμενου συνθήματος. Θεωρείτο γεγονός! Εξ ου και πολύς κόσμος οργίστηκε αυθόρμητα με τον Συρίγο, θεωρώντας πως ο - και πανεπιστημιακός - υφυπουργός ποδοπατούσε τα όσια και ιερά της λαϊκής αγιοσύνης. Είχαν την ακράδαντη πεποίθηση ότι η χούντα όντως έπεσε το 73 λόγω Πολυτεχνείου. Προφανώς αυτά είχαν ακούσει στο σχολείο από δασκάλους και καθηγητές κατά τη διάρκεια των επετειακών εκδηλώσεων και πορειών, ή από κομματικούς αγκιτάτορες.
Και εντάξει ο λαός δεν εγκαλείται για τη γνώμη του. Εγκαλούνται όμως οι πολιτικοί που ξέρουν ή θα έπρεπε να ξέρουν. Με ποια αριστερή ηθική ο Γιαννούλης του ΣΥΡΙΖΑ ρώτησε τον Συρίγο αν είναι νοσταλγός της χούντας επειδή είπε μια πασίγνωστη ιστορική αλήθεια; Το ίδια ερώτημα ισχύει και για τον Παφίλη του ΚΚΕ (του οποίου το κόμμα δεν ήταν ένθερμο στην εξέγερση τη δεδομένη ιστορική στιγμή), και ο οποίος επιθετικά τον ρώτησε τον Συρίγο αν δεν ντρέπεται! Αλλά ο Βούτσης που ήταν παρών και γνωρίζει, καταλόγισε προσπάθεια αναθεώρησης της ιστορίας!
Σειρά είχαν και άλλοι βουλευτές που επενέβησαν για να εξυμνήσουν τους αγώνες του λαού. Και το ΠΑΣΟΚ στη σειρά, που θα μπορούσε απλά να υπενθυμίσει ότι οι πιο ενεργοί αντιστασιακοί ήταν οι Κεντρώοι, αναφέροντας και ονόματα (π.χ Παναγούλης, Καράγιωργας, Μουστακλής κ.α.) και να μην κατατρίβεται περί μαζικής λαϊκής αντίστασης.
Δεν θα πούμε περισσότερα, δεν έχει νόημα. Δυστυχώς η ιστορία ψιμυθιώνεται (και σιδερώνεται, κατά που θα έλεγε ο μπάρμπα Γιάννης Σκαρίμπας), μέσα στα κομματικά εργαστήρια, ενώ πτυχές της συνθλίβονται στις μυλόπετρες των ιδεολογικοποιημένων μυθολογιών.
Μέσα στην τεχνητή ένταση για ένα γεγονός που παραμένει θολό στα ευρέα στρώματα, ενώ η απόσταση του μισού αιώνα θα έπρεπε να του έχει πλέον προσδώσει κρυστάλλινη διαύγεια, ήρθε και ο Τσίπρας στη βουλή να κατηγορεί την κυβέρνηση ότι «ανέχεται και υποθάλπει, ανατριχιαστικά εγκλήματα παιδεραστίας, βιασμών, κακοποίησης, βαρβαρότητας». Ούτε ανώνυμο troll στο twitter να ήταν. Και αυτό είναι παθογένεια του ΣΥΡΙΖΑ. Τροφοδότησε τα troll και τώρα έγινε αιχμάλωτός τους, του προσέδωσαν τη λογική τους. Εξ ου και ενώ ο Λιγνάδης βγήκε από τη φυλακή με νόμο του ΣΥΡΙΖΑ, κατηγορεί την κυβέρνηση γι’ αυτό (για τον ντράμερ μουσικού συγκροτήματος που επίσης βγήκε από τη φυλακή με τον ίδιο νόμο, τσιμουδιά).
Παράλληλα κατηγόρησε τον Μητσοτάκη για ορολογία «χαμαιτυπείου». Ως παιγνίδι της ιστορίας το αναφέρουμε αυτό, γιατί τη λέξη στο δημόσιο διάλογο την είχε εμβάλει ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης τον καιρό της πρωθυπουργίας του. Ούτε αυτή η διαμάχη μας αφορά, δεν παίρνουμε στα σοβαρά τα κομματικά βέλη που εξαπολύονται ένθεν κακείθεν. Απλώς ηχούσε λίγο χιουμοριστικό, σε κάποιο σημείο της ομιλίας του, να κατηγορεί ο Τσίπρας άλλους ότι «πετάνε το γάντι του διχασμού». Αυτό όταν σε όλη του την - ορμητική - σταδιοδρομία ήταν κατεξοχήν θεραπευτής του διχασμού.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά το νομοσχέδιο πέρασε σε δεύτερη, αν όχι αθέατη, μοίρα. Θα επανέλθει στην επικαιρότητα όταν θα γίνει προσπάθεια εφαρμογής του. Και οι γονείς, οι φοιτητές, οι νέου φοιτητές, δεν ενημερώθηκαν αφού τη συζήτηση επισκίασε μια γενναία πράξη κάποιων άλλων φοιτητών μισό αιώνα πριν.