«Η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί κλιμάκωση το κείμενο που υπέγραψε η Τουρκία με τον κ. Σάρατς και δεν είναι καθόλου να διατεθειμένη να το συζητήσει ωσάν να πρόκειται περί ενός εγκύρου κειμένου» διεμήνυσε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, σε παρέμβασή του, νωρίτερα σήμερα, στην ολομέλεια της Βουλής.
Ο υπουργός Εξωτερικών ανέφερε πως «Είμαστε υποχρεωμένοι να υπογραμμίζουμε τα ουσιαστικά ζητήματα νομιμοποίησης που έχει και ακυρώνουν την ύπαρξή του», τονίζοντας ότι «η ελληνική πλευρά δεν είναι καθόλου διατεθειμένη να αποδεχθεί ότι αυτό το κείμενο αποτελεί ένα έγκυρο νομικό κείμενο που υπεγράφη μεταξύ δύο άλλων χωρών».
Παράλληλα, ο κ. Δένδιας απεκάλυψε ότι ο υπουργός Εξωτερικών της Λιβύης είχε παράσχει διαβεβαιώσεις στην ελληνική κυβέρνηση τον περασμένο Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη, ότι το κείμενο αυτό απέχει, και ως σκέψη ακόμη, της διεθνούς νομιμότητας και ότι δεν πρόκειται να υπογραφεί, αλλά «εσύρθη να το υπογράψει στην Κωνσταντινούπολη».
Ο κ. Δένδιας απάντησε και σε σχόλιο του πρώην προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση, για την κριτική που άσκησε νωρίτερα ο πρωθυπουργός αναφορικά με τη στάση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. «Ήταν έκπληξη για εμάς, και όχι ευχάριστη, η τοποθέτηση του πρώην πρωθυπουργού, λίγα λεπτά πριν αρχίσει η συνάντηση με τον Πρόεδρο της Τουρκίας. Μιας συνάντηση που επρόκειτο να διεξαχθεί σε κλίμα βεβαρημένο από πρόσφατες ενέργειες της Τουρκίας σε σχέση με το μνημόνιο το οποίο υπέγραψε με τον κ. Σάρατς και από τη συμπεριφορά της στο μεταναστευτικό», ανέφερε ο Νίκος Δένδιας και πρόσθεσε: «Ευχόμαστε να υφίσταται εθνική ομόνοια και να μην υπάρχουν τέτοιες τοποθετήσεις, σε τόσο κρίσιμα για τη χώρα χρονικά σημεία».
Ο κ. Δένδιας αναφέρθηκε και στα ΜΟΕ. «Δεν υπήρξε καμία κυβερνητική πηγή που να ανακοίνωσε τη διακοπή των συζητήσεων για τα ΜΟΕ. Θα ήταν λάθος μεγάλος. Έχουμε συμφωνήσει όλοι ότι παρά την κρίση οφείλουμε να συζητάμε, διότι είναι ο μόνος τρόπος αποκλιμάκωσης της έντασης». Στο σημείο αυτό είπε ότι θα προσπαθήσει να μην οξύνει την πολιτική αντιπαράθεση στο ελάχιστο, αλλά ζήτησε από τα κόμματα της αντιπολίτευσης να σταθμίσουν ότι υπήρξε προβληματική διγλωσσία στην προηγούμενη κυβέρνηση, καθώς το υπουργείο Εξωτερικών και το υπουργείο Εθνικής ''Αμυνας διαχειρίζονταν την εξωτερική πολιτική ως δύο διακριτές οντότητες, οι δύο φορείς δεν επικοινωνούσαν και χρειαζόταν το γραφείο του πρώην πρωθυπουργού να λειτουργεί υπό τον διπλωματικό σύμβουλο του πρώην πρωθυπουργού, υπό τη μορφή πυροσβεστικής εξωτερικής πολιτικής και συνεπώς είναι άδικο σήμερα να εκπέμπονται κατηγορίες σε βάρος της σημερινής κυβέρνησης για ασυνεννοησία.
«Στο θέμα της εξωτερικής πολιτικής η κυβέρνηση και ακούει και συνεννοείται με τα κόμματα. Η κόκκινη γραμμή για την κυβέρνηση στον δημόσιο διάλογο είναι ο λαϊκισμός και η πατριδοκαπηλία. Είμαστε στη διάθεση των κομμάτων και της εθνικής αντιπροσωπείας για συνεννόηση και συναινέσεις, γιατί αυτό είναι το εθνικό μας συμφέρον», ανέφερε καταληκτικά ο υπουργός Εξωτερικών.