Η επιλογή του Δημήτρη Τζανακόπουλου για τη θέση του γραμματέα του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι ο Αλέξης Τσίπρας επιδιώκει την πλήρη περιχαράκωση του κόμματος στη γραμμή του και την μετατροπή του σε αρχηγικό κόμμα, κόντρα στις αντιρρήσεις των 53+ του Ευ. Τσακαλώτου, του Ν. Φίλη και άλλων κορυφαίων στελεχών. Κόβει όμως και τους διαύλους επικοινωνίας με το ΚΙΝΑΛ, δεδομένου ότι το συγκεκριμένο στέλεχος αποτελεί «κόκκινο πανί» για το κόμμα της Φώφης Γεννηματά.
Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος ως κυβερνητικός εκπρόσωπος επί ΣΥΡΙΖΑ είχε επιτεθεί κατ' επανάληψη στο ΚΙΝΑΛ με σκληρές εκφράσεις. Συνέχισε και ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος και μάλιστα στις 22 του Ιουλίου προχώρησε σε χαρακτηρισμούς σε βάρος των στελεχών του ΚΙΝΑΛ, το οποίο ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρούσε να προσεγγίσει το προηγούμενο διάστημα.
Υποστηρίζοντας στη Βουλή ότι δεν μπορούν να μιλούν αυτοί που κυβέρνησαν σαράντα χρόνια και κατέστρεψαν την Ελλάδα, έκανε λόγο σε «συνοδοιπόρους του Άκη Τσοχατζόπουλου» προκαλώντας έντονες αντιδράσεις. Τότε είχε απαντήσει μέσω τουίτερ ο γραμματέας της Κ.Ο του ΚΙΝΑΛ, Β. Κεγκέρογλου, λέγοντας πως οι συνοδοιπόροι του Άκη Τσοχατζόπουλου είναι σήμερα βουλευτές και κορυφαία στελέχη στον κομματικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ίδιος μιλώντας στο ΘΕΜΑ FM δήλωσε ότι η επιλογή Τζανακόπουλου από τον Αλέξη Τσίπρα απομακρύνει ακόμη περισσότερο τα δύο κόμματα υπενθυμίζοντας ακριβώς αυτές τις δηλώσεις. Αρκεί να σημειωθεί πως τον Μάρτιο στο πλαίσιο της προανακριτικής για τον Δ. Παπαγγελόπουλο ο Δημήτρης Τζανακόπουλος είχε χαρακτηρίσει τον Β. Κεγκέρογλου ως «μακρύ χέρι της ΝΔ.».
Ουσιαστικά με την επιλογή Τζανακόπουλου ο Αλέξης Τσίπρας στέλνει το μήνυμα για την πολιτική που προτίθεται να ακολουθήσει και που ήδη σταδιακά ξεδιπλώνει. Την πολιτική του σκληρού ροκ, του όχι σε όλα και των προκλήσεων ακόμη και για θέματα όπως τα εθνικά.
Προεδρικός που όμως είχε… αποσχιστεί μαζί με την Έφη Αχτσιόγλου, τον Δ. Βίτσα και άλλους από την ομάδα των Ν. Παππά και Π. Πολάκη, κινείται μεταξύ αυτών που επιλέγουν τη σκληρή γραμμή. Γραμματέας της νεολαίας του κόμματος θεωρείται σκληρός κομματικός και κυρίως στενός συνεργάτης του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ.
Έχοντας αναλάβει μέχρι τις εθνικές εκλογές τον ρόλο του κυβερνητικού εκπροσώπου ήταν εντός του στενού κύκλου συνεργατών. Ανέλαβε δύσκολες αποστολές για τον Αλέξη Τσίπρα και βρέθηκε στη δίνη της υπόθεσης Νοvartis όταν, ως μη όφειλε, βρέθηκε στον Άρειο Πάγο για να ενημερωθεί για τη δικογραφία με την οποία επιχειρήθηκε η εμπλοκή 10 πολιτικών προσώπων.
Η στενή του σχέση με στελέχη που είχαν τοποθετηθεί στους «αρμούς της εξουσίας» τον έβαλαν στο στόχαστρο όχι μόνο των πολιτικών αντιπάλων αλλά και των συντρόφων της Κουμουνδούρου που εξακολουθούν να μη βλέπουν με καλό μάτι τη σκληρή του γραμμή. Ανάλογη και η στάση των πασοκογενών που εκτιμούν ότι η στροφή του Τσίπρα είναι πλέον αποφασισμένη.
Συγκεκριμένα, θεωρούν πως το πρόσωπο που επελέγη για τη θέση του γραμματέα καθιστά αποτρεπτική όχι μόνο τη διεύρυνση αλλά και της δική τους ανέλιξη. Οι πασοκογενείς επιθυμούσαν μια επιλογή που θα τους έδινε ρόλο, όπως για παράδειγμα αυτή της Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου ή ενός στελέχους λιγότερο… εκτεθειμένου.
Ήδη ορισμένα στελέχη προεξοφλώντας και την μη απομάκρυνση αλλά ολίγον υποβάθμιση του Ν. Παππά, εκτιμούν πως ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει στη λογική της περιόδου 2010 – 2015, αδυνατώντας παράλληλα να καταθέσει προτάσεις και προγραμματικό λόγο. Εισέρχεται δηλαδή στον φαύλο κύκλο του λαϊκισμού. Εν τούτοις εν αναμονή και της τοποθέτησης των τομεαρχών, αλλά και με δεδομένο ότι αν αντιδράσουν κινδυνεύουν να μείνουν… πολιτικά άστεγοι αποφεύγουν τα περαιτέρω σχόλια.
Οι 53+ βλέπουν από την άλλη ότι ένα πρόσωπο που θα μεταφέρει το λόγο του προέδρου καθιστά όλο και μικρότερη την παρεμβατικότητά τους. Το ερώτημα είναι αν η στάση του Αλέξη Τσίπρα και το μήνυμα πως το κόμμα γίνεται αρχηγικό θα οδηγήσει σε αντιδράσεις ή αν τελικά, όπως και στο παρελθόν έχουν πράξει, θα παραμείνουν ως το αριστερό άλλοθί του. Σημειώνεται πως ο Αλ. Χαρίτσης που αποχωρεί από τη θέση του εκπροσώπου του κόμματος ήταν στην ομάδα των 53+.
Σε κάθε περίπτωση ο Αλέξη Τσίπρας δείχνει να αφήνει πίσω τη διεύρυνση και κυρίως τη στροφή στη σοσιαλδημοκρατία. Επιχειρεί να θέσει τέλος στον εμφύλιο δείχνοντας πως ο ίδιος αποφασίζει αλλά εξακολουθεί να αντιδρά με τρόπο που δείχνει πανικό έναντι της συνεχιζόμενης φθοράς του ΣΥΡΙΖΑ που αδυνατεί να ανακάμψει έναντι της κυβέρνησης που αντιμετωπίζει διαρκώς κρίσεις είτε αυτές αφορούν στην οικονομία είτε στα εθνικά είτε στη δημόσια υγεία.
Κλείνοντας το δίαυλο με το ΚΙΝΑΛ αφήνει κενό χώρο στο κέντρο, τον οποίο το κόμμα της Φώφης Γεννηματά αδυνατεί να καλύψει, δημιουργώντας ίσως τις συνθήκες για νέα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό.